Παρασκευή 15 Ιανουαρίου 2016

Οι αναστατώσεις του οικότροφου Ταίρλες, του Robert Musil





                        Οι αναστατώσεις του οικότροφου Ταίρλες
           του  Robert Musil γεν. 1880 Αυστρία, απεβίωσε το 1942 Ζυρίχη.

                                          εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ

Το βιβλίο αυτό είναι το πρώτο που έγραψε ο Μούζιλ, σε ηλικία 25 χρονών και είναι υπέροχο-συγκλονιστικό για μένα που το διαβάζω τώρα, και φαντάζομαι ασύστολο για την εποχή του.

Περιγράφει γλαφυρά ο συγγραφέας τη φοιτητική ζωή σε μια στρατιωτική σχολή κάπου στην κεντρική Ευρώπη. Μια εύστοχη αφήγηση για παιδιά,  που «κλεισμένα» μέσα σε αυστηρά ιδρύματα, ψάχνουν να βρουν τον εαυτό τους μακριά από την τρυφερότητα της μάνας και το στήριγμα του πατέρα.
Ο αναγνώστης/ρια  θα βρει κάτι από τον εαυτό του, κάτι νοσηρό καλά αποκρυμμένο, κι αν όχι  θα έχει σίγουρα ακούσει διάφορα που συμβαίνουν, με λίγα λόγια δεν είναι αποκυήματα φαντασίας ενός παραμυθά   όπως το διάβαζα μου ερχόταν στο μυαλό η εικόνα του 20χρονου φοιτητή, της γαλακτομικής σχολής των Ιωαννίνων, που αυτοκτόνησε μην αντέχοντας τα βασανιστήρια των νταήδων της τάξης του. Αξίζει να συνεχίσω υπενθυμίζοντας τον βιασμό της 15χρονης μαθήτριας από τρεις συμμαθητές της στην Αμάρυνθο της Εύβοιας και ακόμα την εξαφάνιση-θάνατο του μικρού Άλεξ στη Βέροια.... κ.α..
Η σωματική, ψυχολογική και σεξουαλική βία βρίσκει, αρχικά, έδαφος στα σχολεία, μετά  σε ιδρύματα, στο στρατό, στις φυλακές, και κορωνίδα όλων αυτών και άλλων στους τύραννους απολυταρχικών καθεστώτων.
Στο μυθιστόρημα δεν θα βρεις κακούς-καλούς -θύματα ή ήρωες, θα διακρίνεις όμως τη βαρβαρότητα που υποβόσκει και την ακολουθούν τυφλά οι μαθητές, αλλά και οι μεγάλοι, πολλές φορές,  που γίνονται οπαδοί μιας ιδεολογίας (χιτλερισμός), ή μιας αίρεσης, μιας θρησκείας (θρησκομανίας), ή συντηρητισμού και όχι μόνο, γιατί ο συγγραφέας μέσα από διφορούμενες έννοιες δίνει το στίγμα μιας ανθρωπότητας που νοσεί και η καταστροφή της πλησιάζει.
Το σκοτάδι, οι σκιές, η βροντερή σιωπή των άψυχων αντικειμένων είναι ο φόβος,  ο θάνατος, η μοναξιά  αλλά και συντροφιά του οικότροφου Ταίρλες, που αφοσιωμένος αποκλειστικά στον εαυτό του, ψάχνει την κρυμμένη δύναμη που βγαίνει μέσα από το σκοτάδι, μέσα από την άβυσσο, μέσα από τις ανίερες πράξεις, μέσα από τα άρρητα, τους αριθμούς, το άπειρο κι ό,τι άλλο μπορεί να του φανερώσει το μυστικό της ανθρώπινης ύπαρξης, όπως η φαντασία του που κλιμακωτά τον ωριμάζει. 

Σελ. 9: «Θεωρώ πιο σπουδαίο το να γράψεις ένα βιβλίο από το να κυβερνήσεις μια χώρα. Και πολύ πιο δύσκολο...».
Σελ. 46: Ένιωθε εγκαταλελειμμένος όσο ποτέ, ότι βρισκόταν σε ακατάλληλο περιβάλλον, αλλά μέσα στη θλίψη του αυτή βρισκόταν μια λεπτή απόλαυση, μια υπερηφάνεια, επειδή έκανε κάτι περίεργο, υπηρετώντας μια ακατανόητη θεότητα. Τότε περνούσε αστραπιαία μια λάμψη μέσα από τα μάτια του που θύμιζε θρησκευτική έκσταση.
Σελ. 50: Το βράδυ ξέρουμε πως έχουμε ζήσει άλλη μια μέρα, πως έχουμε μάθει κι αυτά τα πράγματα, πως ακολουθήσαμε πιστά το ωρολόγιο πρόγραμμα, όμως έχουμε μείνει αδειανοί- μέσα μας εννοώ, πως να σ’ το περιγράψω, είναι σαν να υποφέρουμε από μια εσωτερική πείνα.
Σελ. 130:  Όταν λένε πως θέλουν να γίνουν γιατροί, τότε είναι σίγουρο πως κάπου έχουν δει μια κομψή και  γεμάτη κόσμο αίθουσα αναμονής, κάποια βιτρίνα με αλλόκοτα χειρουργικά όργανα ή κάτι παρόμοιο  όταν μιλάνε για διπλωματική καριέρα, σκέφτονται τη λάμψη και τις επισημότητες των κοσμοπολίτικων σαλονιών: με λίγα λόγια, διαλέγουν το επάγγελμά τους ανάλογα με τον κοινωνικό κύκλο όπου θα προτιμούσαν να βρεθούν και ανάλογα με την πόζα που τους αρέσει περισσότερο.
Σελ. 178: ήταν αισθήματα που τον περικύκλωναν σαν έκφυλες, μασκοφόρες γυναίκες, με μακριές, αυστηρές φορεσιές.. Δεν ήξερε ούτε ένα από τα ονόματά τους, δεν ήξερε για κανένα τι έκρυβε μέσα του κι αυτό ήταν που τον μάγευε και τον μεθούσε. Δεν αναγνώριζε πια τον εαυτό του και ειδικά εξαιτίας αυτού του γεγονότος φούντωνε η επιθυμία του για άγριες ποταπές ακολασίες, όπως σε μια κομψή γιορτή σβήνουν ξαφνικά τα φώτα και κανείς δεν ξέρει πια με ποιον κυλιέται καταγής σκεπάζοντάς τον με φιλιά.
Σελ. 180: ήταν σχεδόν αναπόφευκτο για έναν άνθρωπο με πλούσια ζωή και έντονες συγκινήσεις να έχει στιγμές που δεν πρέπει να γίνονται γνωστές και μνήμες που πρέπει να κλειδώνονται σε μυστικά συρτάρια. Το μόνο που ζητούσε απ’ αυτόν ήταν να τα αξιοποιεί αργότερα όλ’ αυτά με ευαισθησία.
«έχετε μετρήσει ποτέ τις ώρες της ταπείνωσης που καίνε την ψυχή μας, όταν κατεχόμαστε από ένα υπέρμετρο πάθος; Αναλογιστήκατε ποτέ την εσκεμμένη ταπείνωση στον έρωτα; Τις ώρες εκείνες που οι ερωτευμένοι σκύβουν εκστατικοί πάνω από βαθιά πηγάδια ή βάζουν ο ένας το αυτί στην καρδιά του άλλου, ενώ μεγάλες μανιασμένες γάτες γρατσουνάν τα τοιχώματα της φυλακής τους; Και όλ’ αυτά απλώς για να νιώσουν έντονα ρίγη. Για να τρομάξουν με τη μοναξιά τους, πάνω από κείνα τα φλογισμένα βάθη»!


Καταπληκτική η εισαγωγή και η μετάφραση του Αλεξανδρου Ίσαρη.




Παρασκευή 1 Ιανουαρίου 2016

Το βασίλειό μου για ένα βιβλίο, του Άλαν Μπένετ





                                    Το βασίλειό μου για ένα βιβλίο
                                       του Άλαν Μπένετ (γεν.1934)
                            (Βρετανός θεατρικός συγγραφέας και σεναριογράφος)

Ένα βιβλίο «τσέπης», ένα έξυπνο αντιεξουσιαστικό βιβλίο  διαβάζεται γρήγορα, ευχάριστα, γελάς πολύ ή τουλάχιστον χαμογελάς σε κάθε μια σελίδα γραμμένη με χιούμορ από τον συγγραφέα. Ένα βιβλίο ύμνος για τη λογοτεχνία, με αιχμές πολιτικοπολιτισμικές και σαρκαστικούς υπαινιγμούς για το «σκληρό κολάρο» της εξουσίας, στην περίπτωση της μυθιστορίας η βασιλική, το πρωτόκολλο και οι δεσμεύσεις του, αλλά και η αποστειρωμένη θεώρηση της τέχνης και της ελευθερίας της όπως, ποιος είναι ο συγγραφέας, σε ποιον πολιτικό διάολο πιστεύει, αν είναι ομοφυλόφιλος, παρακατιανός ή κακοπόδαρος, τι πραγματεύεται το πόνημά του, έτσι ώστε να μην  πειράξει στο ελάχιστο  την ευθιξία των κανόνων που διέπουν την κάθε εξουσία και δη την βασιλική.

Το θέμα που διαπραγματεύεται ο συγγραφέας είναι η πρωτόγνωρη «σχέση» με τα βιβλία της ογδοντάρισσας Ελισάβετ Β, Βασίλισσας της Αγγλίας, όπου σιγά-σιγά απομονώνεται με τη συντροφιά τους και κλιμακωτά η ανάγνωση μετουσιώνεται σε ευχαρίστηση και πάθος για τη λογοτεχνία, φιλοσοφία και συγγραφή. 

Ο λόγος της νουβέλας απλός, βασισμένος σε γεγονότα της ζωής της Ελισάβετ Β, καθώς  και πριγκίπων, πολιτικών και άλλων του περιβάλλοντός της. Οι εικόνες, οι μυρωδιές, τα σκυλιά, τα μαγειρεία, το υπηρετικό προσωπικό, οι αυλικοί, οι ενδυματολόγοι,  οι συμβουλάτορες, οι πρωθυπουργοί και τα στερεότυπα των σοβαρών-μεγαλοπρεπών εκφράσεων της βασίλισσας, οδηγούν τον αναγνώστη (κινηματογραφικά) μέσα στο παλάτι και στα ιδιαίτερα διαμερίσματά της.

Εκτός της βασίλισσας, ηρωίδας του βιβλίου, ξεχωρίζει ο νεαρός βιβλιόφιλος λαντζιέρης, λιανός, ξανθός, άσκημος  (κατά τη γνώμη των ανθρώπων του παλατιού) και ομοφυλόφιλος. Είναι εκείνος που μυεί τη βασίλισσα στην ανάγνωση και στην επιλογή βιβλίων, όπου «συμπτωματικά και ηθελημένα» οι συγγραφείς είναι ομοφυλόφιλοι. Γίνεται τέλος ακόλουθος στην υπηρεσία της Βασίλισσας, και υπεύθυνος της βιβλιοθήκης. Βεβαίως ο εξοστρακισμός του δεν θα αργήσει κατά τα ειωθότα της εξουσίας, σε άγνοια βεβαίως της Βασίλισσας κι αυτό λόγω της συνηθισμένης της αδιαφορίας. Όμως τώρα η Βασίλισσα βλέπει καθαρά την ασχετοσύνη πρωθυπουργών και αξιωματούχων όταν δεν καταφέρνουν να συνομιλήσουν μαζί της, σαν να έχει να κάνει με κοινό θνητό.

Σελ. 28: Η ενημέρωση είναι λακωνική, τεκμηριωμένη και συγκεκριμένη. Το διάβασμα είναι ανοργάνωτο, αμεθόδευτο και μονίμως δελεαστικό. Η ενημέρωση κλείνει ένα θέμα, το διάβασμα το διευρύνει συνεχώς.
Σελ. 40: Η γοητεία του διαβάσματος, σκέφτηκε, βρισκόταν στην αδιαφορία που χαρακτήριζε τη λογοτεχνία, στην αλαζονεία που τη διέκρινε. Τα βιβλία δεν νοιάζονταν για το ποιος τα διάβαζε, ούτε καν αν τα διάβαζε κανείς ή όχι. Όλοι οι αναγνώστες ήταν ίσοι και ή ίδια δεν αποτελούσε εξαίρεση. Η λογοτεχνία, σκέφτηκε, είναι μια κοινοπολιτεία, τα γράμματα μια δημοκρατία.

Τα βιβλία δεν σέβονταν τη γνώμη κανενός...

Σελ: 132: Άναψε το φως, πήρε το σημειωματάριό της και έγραψε: «δεν γράφεις για να μεταφέρεις τη ζωή σου στα βιβλία σου, αλλά για να την ανακαλύψεις».





 Ένα μεγάλο ευχαριστώ στον  καλό μου φίλο Αλέξανδρο για το βιβλίο  του Άλαν Μπένετ, που μου δώρισε. Το ευχαριστήθηκα και παραπάνω γράφω την εισήγησή μου.