Δευτέρα 5 Δεκεμβρίου 2022

ΟΔΗΓΗΣΕ ΤΟ ΑΛΕΤΡΙ ΣΟΥ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΤΑ ΟΣΤΑ ΤΩΝ ΝΕΚΡΩΝ της ΟΛΓΚΑ ΤΟΚΑΡΤΣΟΥΚ

 

Οδήγησε το αλέτρι σου πάνω από τα οστά των νεκρών

                    Της Olga Tokarczuk

         

Η Όλγκα Τοκάρτσουκ γεννήθηκε το 1962 στην πόλη Βρότσλαβ της Πολωνίας, όπου ζει ως σήμερα.

To 2019 της απονεμήθηκε ετεροχρονισμένα το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας για το 2018, "για την αφηγηματική της φαντασία που με εγκυκλοπαιδικό πάθος αναπαριστά τη διάσχιση των συνόρων ως τρόπο ζωής", σύμφωνα με την ανακοίνωση της Σουηδικής Ακαδημίας. Μεταξύ των πολλών βραβείων κέρδισε το 2018, το Man Booker International Prize.

Βιβλία:

 

-Primeval and Other Times,  (εκδ. Καστανιώτη)

-Πλάνητες (εκδ. Καστανιώτη)

-Το αρχέγονο και άλλοι καιροί (εκδ. Καστανώτη)

                    κ.α.

 

Ευανάγνωστο έργο, διαβάζετε page by page, όπως λένε οι άγγλοι συγχωριανοί μας. Μονόλογος, με υφή θρίλερ· αν ήταν κινηματογράφος θα έλεγα φιλμ νουάρ την ιστορία, την πρωταγωνίστρια ντετέκτιβ και την αστυνομία να κινείται με βήμα χελωνίσιο. Το κείμενο ρέει, η γραφή εικονοποιητική, με παρομοιώσεις, με μυρωδιές δάσους στην όμορφη κοιλάδα του Κλότζκο, Πολωνίας, που μεταβάλλεται, κατά τη συγγραφέα, σε τόπο αφιλόξενο, παγωμένο, ερημικό, με ελάχιστους κατοίκους, με ήλιο φειδωλό να τους φωτίσει και να τους ζεστάνει. Η ιστορία θα ήταν σκοτεινή εάν η εξαίρετη συγγραφέας δεν την εξωράιζε με χιούμορ. Τα χιόνια ο πάγος κάνει τα δασόβια ζώα να πλησιάζουν τα σπίτια για τροφή όμως οι λαθροκυνηγοί πανηγυρίζουν σκοτώνοντας πεινασμένα ζαρκάδια, αλεπούδες και άλλα ζώα,  αργά τη νύχτα αφήνοντας τα ίχνη τους στο χιόνι.

 

Στον τόπο αυτό ζει μοναχικά μια ηλικιωμένη δασκάλα των παιδιών του άγριου αυτού τόπου, που μας συστήνεται ως Γιανίνα Ντουσέικο. Η Γιανίνα με οικολογικές ευαισθησίες, πιστεύει στην αστρολογία και τα ζώδια· υπολογίζει τις πλανητικές κινήσεις με μαθηματικό τρόπο και εφ’ όσον μάθει την ηλικία κάποιου, τον ακτινογραφεί και γνωρίζει όλα τα ανατομικά του στοιχεία.

Η Γιανίνα μας συστήνει επίσης τους λιγοστούς της γείτονες και γνωστούς με παρατσούκλια που εκείνη επινοεί, ανάλογα πώς η ματιά της τους μετράει. Απέναντι μένει το Σκιάχτρο, έτσι τον βλέπει και έτσι αποκαλεί τον ηλικιωμένο άντρα, τον δε γιό του -αστυνομικός στο επάγγελμα όπως εκ των υστέρων έμαθε, τον λέει «το Μαύρο Παλτό», πάντα αυτό φοράει πώς αλλιώς να τον πει. Ένας άλλος γείτονας, Μεγάλη Πατούσα τον αποκαλεί, μένει γύρω στα πεντακόσια μέτρα μακριά από το σπίτι της. Είναι αποκρουστικός άνθρωπος, φοράει πάντα μπότες, κλέφτης και ύπουλος, δεν έχει πολλά πάρε δώσε μαζί του. Είναι μονόχνοτη, έχει περίεργες απόψεις κατά την άποψη των συγχωριανών της και γνωστή στην αστυνομία, ως αλαφροΐσκιωτη, μια και τους βομβαρδίζει με τις  καταγγελτικές της επιστολές, επισημαίνοντας την άγρια εξόντωση ζαρκαδιών, αλεπούδων και άλλων ζώων από κυνηγούς και λαθροκυνηγούς. Η διατροφή της λιτή, με αποκλεισμό του κρέατος. Έχει αμέριστη αγάπη για όλα τα ζώα, έντομα και  λοιπά του πλανήτη, είναι μία φανατική υποστηρίκτρια των ζώων, επομένως της ζωής, του πολιτισμού των λαών, της ευγένειας, του σεβασμού, του καθήκοντος του ανθρώπου για την πανίδα, χλωρίδα και κάθε μορφή ζωής.

 

Η Γιανίνα είναι γνώστρια της αστρολογίας, παίζει στα δάχτυλα τις κινήσεις των πλανητών και ειδήμων στα ανατομικά στοιχεία κάποιου αρκεί να ξέρει την ημερομηνία γεννήσεώς του.

 

Σημαντικοί χαρακτήρες του έργου: το Σκιάχτρο, (γείτονας), ο νεαρός φίλος και παλαιός μαθητής της, ο Ντίζο, που μαζί μεταφράζουν την ποίηση του Μπλέικ, η Κόρη, κι ο Μπόρος.

  

Στην χιονισμένη και παγωμένη γειτονιά της, όμως, συμβαίνουν παράξενοι και αδικαιολόγητοι θάνατοι· τέλος οι θάνατοι, παρατηρώντας τα ίχνη ζαρκαδιών, στους χώρους που σκοτώθηκαν οι νεκροί, αποδίδονται κατά την Γιανίνα σε άγριες δολοφονίες. Οι νεκροί είναι καθημερινοί κακοποιοί της κάθε εποχής, κατά Γιανίνα, κομμάτια συνόλου βλαπτικότητας του κόσμου και τα ζώα εκδικούνται.

 

Εντύπωση κάνει το λεβητοστάσιο της Γιανίνα, όπου εκεί, στο υπόγειο, συναντάει τα αγαπημένα φαντάσματά της όπως τη μητέρα και τη γιαγιά της, αλλά και καταφύγιο φυγάδων.   

 

Απανθίσματα:

 

Every Night & every Morn

Some to Misery are Born

Every Morn & every Night

Some are Born to sweet delight,

Some are born to Endless Night.

          ***

«..διάβασα στο «Χρησμοί και Πραγματικοί Βρετανοί» της13ης Οκτωβρίου 1807 ότι – κι εδώ ο Ντίζο είχε συμπληρώσει με μολύβι: κύριος Black Coat- Χειρουργός, με το ψυχρό μένος του Ροβεσπιέρου* οδήγησε την Αστυνομία εναντίον του Προσώπου, των Αγαθών και της Περιουσίας ενός Αστρολόγου για να τον φυλακίσει. Ο Άνθρωπος που Διαβάζει τα Άστρα καταπιέζεται συχνά από τις Επιρροές τους, όπως ο Νευτωνιστής**- (που δεν τα διαβάζει και δεν μπορεί να τα διαβάσει καταπιέζεται από δικούς του Συλλογισμούς και Πειράματα. Όλοι μπορεί να εκτεθούμε στο Λάθος. Ποιος μπορεί να πει ότι δεν είμαστε όλοι υποκείμενοι στο Έγκλημα;

                                        ***********

 

*Ροβεσπιέρος (1758-94) ηγετική μορφή της Γαλλικής Επανάστασης, εμψυχωτής της «Τρομοκρατίας»

 

**Newton)1642-1727) Άγγλος,φυσικός,αστρονόμος,μαθηματικός και φιλόσοφος  από τους θεμελιωτές της σύγχρονης επιστήμης.

 

***(Μπλέικ Ουίλιαμ (1757-1827) Άγγλος ποιητής, ζωγράφος και στοχαστής.

 

 

 Τζένη Μακαριάδη,

για τη Δημοτική Λέσχη Ανάγνωσης Διονύσου

 

 

Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2022

ΨΙΛΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ της Ιωάννας Καρυστιάνη

 

                                 ΨΙΛΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ

                              της Ιωάννας Καρυστιάνη

Η λογοτέχνις – σεναριογράφος  Ιωάννα Καρυστιάνη, γεννήθηκε το 1952 στα Χανιά.

Έχει βραβευτεί με το Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος δύο φορές (1998 και 2007), και με το βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών (2000). 

Υποψήφια: Βραβείου Ελληνικής Ακαδημίας Κινηματογράφου καλύτερου σεναρίου.

Παράλληλα με την λογοτεχνική της δραστηριότητα έχει γράψει το σενάριο της ταινίας Νύφες και τη σεναριακή προσαρμογή του μυθιστορήματος της Μικρά Αγγλία, τα οποία έχουν γυριστεί για τον κινηματογράφο από τον Παντελή Βούλγαρη.

Εργογραφία:

 Μυθιστορήματα

Μικρά Αγγλία 

Ο Άγιος της μοναξιάς (2003)

Σουέλ (2006, Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος 2007)

Τα σακιά (2010, Βραβείο Μυθιστορήματος περιοδικού Διαβάζω 2011)

Το φαράγγι (2015)

Διηγήματα

Η κυρία Κατάκη (1995)

Καιρός σκεπτικός (2011)

 

Ένα μυθιστόρημα μνήμης, αναφοράς σε αληθινά γεγονότα που μας τα παρουσιάζουν σαν μια είδηση αστραπιαία της καθημερινότητας, την οποία πολύ γρήγορα αποθηκεύουν τα κιτάπια, ξεχνιούνται αποθηκευμένα με σαθρά επιχειρήματα και γελοίες εξηγήσεις. Με λίγα λόγια ξεχνιούνται, δεν μας βάζουν σε σκέψεις ή προβληματισμό, «συνηθισμένοι» σε πολέμους που γίνονται κάθε λεπτό μπροστά στα μάτια μας και δεν τα βλέπουμε, γιατί το βλήμα δεν ισοπέδωσε ακόμα το σπίτι μας, το σπίτι παραδίπλα δεν μας αφορά, ανήκει σε αλλόφυλο χώρο. Όμως ο πρωταγωνιστής του έργου Μιχάλης Τσιούλης τα έχει κλειδώσει πολύ καλά στη σκέψη του με ευπάθεια που στις μέρες μας σπανίζει γιατί περιθωριοποιεί και στιγματίζει εκείνον που σκέπτεται και προβληματίζεται για όλα εκείνα που ξεχνιούνται παγκόσμια, κοινωνικά, ιδίως τα ανεξίτηλα τραύματα της «Σαγράδα Φαμίλια.» Ο ήρωας του βιβλίου, επιλέγει να βάλει σε τάξη τη μνήμη, τώρα στα πενήντα τρία του χρόνια, διαχωρίζει ό,τι πιο καλό έχει γραφεί στο μνημονικό του, για τον ίδιο, την οικογένεια, το συγγενικό περιβάλλον, τις ερωτικές του ώρες, τις αδιάφορες ώρες μπορώ να πω, χωρίς εκείνη που μόλις δυο φορές συνάντησε και μάλιστα από μακριά και την ψάχνει ακόμα. Η παρουσία της έχει πάρει το μεγαλύτερο μέρος του μνημονικού του, καθώς και η μηχανολογία των αεροπλάνων.

    Η συγγραφέας μέσα από τη ματιά του Μιχάλη Τσιούλη, ψυχογραφία του Μιχάλη Τσιούλη, θα έλεγα,  μας οδοιπορεί σε ιστορικά, μεταπολεμικά και μεταπολιτευτικά μονοπάτια και μας υπενθυμίζει όλα εκείνα που οι επικρατέστερες-εξουσιαστικές δυνάμεις τα περνούν στα Ψιλά Γράμματα.

Αφήγηση ρέουσα, η γλώσσα, οι εικονοποιητικές περιγραφές, η ψυχοσύνθεση των χαρακτήρων, η εναλλαγή της τριτοπρόσωπης σε πρωτοπρόσωπη αφήγηση, είναι καθόλα εξαιρετική γραφή, γνωστή εξ άλλου της επιτήδειας συγγραφέα.

Η μελαγχολία του θέματος, μέσα από τη ματιά του Μιχάλη Τσιούλη, μερώνει με το χιούμορ της Καρυστιάνη. Στο έργο προσέχει κανείς την ιερότητα της χλωρίδας-πανίδας που συνεχώς ξεκληρίζεται, την μηδαμινότητα της ανθρώπινης κενοδοξίας, τον ψόγο σε κάθε τι και στον καθένα για το παρουσιαστικό του και τον τρόπο που ζει, καταγγελία στους πολέμους και στην υπεροπλία των ισχυρών του κόσμου μας και τρυφερότητα έναντι της στοργής, της αγάπης, της ανιδιοτέλειας και μιας ενοχής που συνήθως οι ευαίσθητοι  πενθούντες φέρουν ως αίτιοι μιας άκαιρης στιγμής.

Μέσα από το διάβα της ζωής του Μιχάλη, γνωρίζουμε τις συμπεριφορές της οικογένειάς του, τους συγγενείς και ιδιαίτερα τους τόπους που γεννήθηκαν-μεγάλωσαν και εκεί που ζουν και πεθαίνουν.

Με ευχαρίστηση ο Μιχάλης πήρε τον ανοϊκό και άρρωστο βαριά πατέρα του για ένα μικρό ταξίδι με τ’ αυτοκίνητό του, σε μέρη της Αττικής που ποθούσε ο άρρωστος. Φορές φορές ο άρρωστος πετάει κουβέντες άλλοτε αιχμηρές, άλλοτε τρυφερές, ερωτικές. Κουβέντες που περνούν ανώδυνα στ’ αυτιά του Μιχάλη, όπως η ερώτηση κάθε γονιού που τρέμει μην τυχόν υπάρχει κάτι στραβό (όπως η διαφορετικότητα) στο αρσενικό της οικογένειας και μάλιστα όταν ο γιός γεροντοπαλίκαρο πενηνταρίζει, χωρίς να έχει συνοδευτεί ποτέ από γυναίκα. «Είσαι πούστης γιέ μου;» Αυτό είπε ο γέροντας-πατέρας και έτσι ακριβώς αρχίζει η Καρυστιάνη την αφήγησή της. Ο Γιος ανοίγεται μιλάει στον πατέρα όπως δεν έκανε ποτέ μέχρι εκείνη τη στιγμή. Όμως τι ήταν εκείνο που είπε ή ποια στιγμή το είπε και ο πατέρας ήταν ήδη παγωμένος; Τι έφταιξε; Μήπως επειδή εξομολογήθηκε ότι είναι πιστός στον πλατωνικό του έρωτα για ένα κορίτσι με γκρίζο σκουφί και πορτοκαλιά φούντα, που το πέταξε στον αέρα φωνάζοντας Ε-λευ-θε- ρία στα γεγονότα του Πολυτεχνείου; Το ίδιο σκουφί, το ίδιο κορίτσι είχε δει να ψέλνει στη χορωδία κατά την ακολουθία του Επιταφίου. Το ίδιο μελαχρινό χαριτωμένο και ηρωικό μουτράκι.

Ο Μιχάλης που λάτρευε τα αεροπλάνα και μαθήτευσε ώστε να γνωρίζει καλύτερα κι απ’ τον καθένα πιλότο και μηχανικό τις τεχνικές λεπτομέρειες του κάθε εξαρτήματος, τον κορμό, τις πτέρυγες, τα πηδάλια, την έλικα, τους κινητήρες, το σύστημα τροχών και άλλα ατέλειωτα σχετικά με τον μηχανολογικό εξοπλισμό τους. Πετούσαν τα αεροπλάνα και τα θαύμαζε, αλλά μπορεί ποτέ να μην ανυψώθηκε μαζί τους, στα όνειρά του όμως πετούσε καθημερινά και σε καιρούς πολέμου το όνειρό του τον ανέβαζε στους ουρανούς κι εκείνος πετούσε τις βόμβες στη θάλασσα να μη βλάψουν καμιά ζωή. Κάτι τέτοια περί ονείρων έλεγε στην ψυχολόγο, που μα τι άλλο παρά για αλαφροΐσκιωτο τον περνούσε.

Τα ερωτικά περνούσαν σαν γοργοπόδαρο θήραμα. Εκείνος επέμενε στην αναζήτηση του γκρίζου με πορτοκαλί φούντα σκουφάτου κεφαλιού. Στην οικογένεια ήταν περισσευούμενος, γιατί δεν θα ανέβαζε σε υψηλότερο σκαλί το όνομά της, όπως ο θείος Φώντας που έπεσε στον εμφύλιο. Ο δάσκαλος πατέρας ασκεί επιρροή στα παιδιά του και ιδίως επισημάνσεις στην αδυναμία, ατολμία του Μιχάλη για κάτι ανώτερο, το ανώτερο για την υπερηφάνεια της οικογένειας. Αντίθετα ο μεγάλος αδελφός, ο Κίμωνας, διπλωμάτης, συγγραφέας και με θέσεις κλειδιά στο κυβερνητικό επιτελείο, ήταν εκείνο, που επιζητούσε ο δάσκαλος Πολυχρόνης, πατέρας-χειραγωγός των παιδιών του.

          Ο Μιχάλης ζούσε μόνος, ζούσε αθόρυβα, μιλούσε τόσο όσο να μην ενοχλείται κανείς. Ζούσε σαν μη θεατός στον κόσμο, γιατί δεν υπήρχε κανένα κενό να χωρέσει. Η αξιοπρέπειά του τον άφησε πολλές φορές νηστικό, ούτε από τους γονείς να ζητήσει κάτι μικρό, οι άδειες τσέπες του ήταν γεμάτες αξιοπρέπεια.

Αποξενωμένος από αδελφό. Ο αδελφός ζει στα ξένα, είναι αδιάφορος, απόμακρος και ξένος. Φιλόδοξος, σπουδαγμένος, με θέσεις κλειδιά στο δημόσιου και με ακόμα υψηλότερες βλέψεις. Το αδελφικό ενδιαφέρον έστω και μικρό, είναι κάπου χωμένο στη σκέψη του Μιχάλη, γιατί ο Κίμων μεσολαβεί να του βρει δουλειά. Έτσι ο Μιχάλης μπήκε με μέσον στην ΕΑΒ ως μηχανικός.

Όμως το καλάμι που καβαλάει κανείς, σπάει πολύ εύκολα και βλέπουμε τον μεγάλο αδελφό στο τέλος, με νευρασθένεια και ψυχολογικά προβλήματα, ατημέλητο και απογοητευμένο, να κρατάει το χέρι τον Μιχάλη, μπροστά στον φρεσκοσκαμμένο τάφο του πατέρα τους.

Η συγγραφέας διατρέχει ιστορικά γεγονότα από 1972 έως 2005 και ανατρέχει επίσης  στο παρελθόν όπως στον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο και στον Εμφύλιο. Εστιάζει τη ματιά της σε κάτι συνηθισμένο και φαινομενικά αδιάφορο οικογενειακό-συγγενικό και φιλικό περιβάλλον, σε νοήματα υψηλά, ανθρώπινα, ευγενικά.

 

Απανθίσματα:

Μπορεί να το θέλει η ημέρα, με το που ξημέρωσε η Μεγάλη Παρασκευή, Ταμιευτήριον Πένθους, στα δυο πρωινά καφεδάκια με παξιμάδι στο μπαλκόνι, ο γέρος είχε πιάσει αμέσως δουλειά, πώς η μακαρίτισσα απέτυχε να καλοπαντρέψει τα παιδιά της και να αποστρατευτεί από την έγνοιά τους παρασημοφορημένη, πώς τη γονάτιζε και η παραμικρή αναφορά στον αδικοσκοτωμένο στα δεκαεννιά του Φώντα, πως το σπίτι άντεξε πεντέξι μήνες μετά το θάνατό της, ύστερα ξεψύχησε κι αυτό, πως ως δάσκαλος διόρθωσε τη λέξη γεράματα σε κωλογεράματα, αφού δεν είναι ωραίο που οι άνθρωποι αχρηστεύονται σε κοινή θέα.

 

 

Τζένη Μακαριάδη

 

Τετάρτη 12 Οκτωβρίου 2022

ΟΙ ΕΚΑΤΟ ΜΕΡΕΣ του JOSEPH ROTH

 

                                        Οκτώβρης 2022

 

 

ΟΙ 100 ΜΕΡΕΣ

                    του JOSEPH ROTH

 

 

Ο JOSEPH ROTH Αυστριακός συγγραφέας και δημοσιογράφος, εβραϊκής καταγωγής, γεννήθηκε το 1894 στην Ανατολική Γαλικία (σημερινή Ουκρανία) και πέθανε σε ηλικία 45 χρονών, το 1821, στο Παρίσι.

 

Μερικά από τα πολλά βιβλία του:

 

-Το εμβατήριο Ραντέτσκυ,

-Ο Τσίπερ και ο πατέρας του,

-Ο Αντίχριστος,

-Ιστορία ενός απλού ανθρώπου,

-Ιώβ,

-Hotel Savoy.

   κ.α.

 

Πολυσχιδής προσωπικότητα, αντιφατικός, διφορούμενος, όπως για παράδειγμα όταν δηλώνει ειρηνιστής, όμως στρατεύεται εθελοντικά για το μέτωπο το 1819. Κομμουνιστής μέχρι που απορρίπτει τον κομμουνισμό και δείχνει την προτίμησή του στον βασιλικό οίκο των Αψβούργων.

Με ακατανίκητη έξη στα οινοπνευματώδη ποτά, πεθαίνει τον Μάη του 1821 χωρίς, δυστυχώς, να του δώσουν μια γουλιά οινόπνευμα, όπως ζητούσε στα τελευταία του. Στο συνημμένο φυλλάδιο του βιβλίου με τίτλο «Δεν αρχίζω» του  Claudio Magris, ο τίτλος ειπώθηκε από τον συγγραφέα στον σερβιτόρο που τον ρώτησε, «κάτι για την αρχή κύριε;» εκείνος είπε, Δεν αρχίζω, δεν έχω τίποτα να αρχίσω πια τελείωσα» Μου άρεσε επίσης στο εν λόγω φυλλάδιο η τελευταία παράγραφος που έχει μείνει στα χείλη αληθινών ανθρώπων:

 

Ο Ροτ είναι ο ακροβάτης που τελικά πέφτει από το σκοινί πάνω στο οποίο ισορροπούσε· αλλά πέφτει επιδεικνύοντας θάρρος απίστευτο – Η πτώση του είναι ένα αριστούργημα γενναιότητας. Λίγους μήνες μετά το θάνατό του, η σύζυγός του Φρήντλ, έγκλειστη από καιρό σε κλινικές και άσυλα, δολοφονείται από τους ναζιστές μαζί με άλλους ασθενείς. Τίποτα πια δεν εμπνέει τη φρίκη είχε πει ο Ροτ. Και αυτό ακριβώς, είχε προσθέσει, είναι η πραγματική, η χειρότερη φρίκη.

 

 

Το μυθιστόρημά του «ΟΙ 100 ΜΕΡΕΣ»,  είναι χωρισμένο σε τέσσερα κεφάλαια, (βιβλία τα ονομάζει ο συγγραφέας).  Ο Ναπολέων Α, του Οίκου Βοναπάρτη και η ζωή του τις τελευταίες εκατό μέρες μετά τη μάχη του Βατερλώ στα δυο κεφάλαια, και στα άλλα δυο ο πλατωνικός έρωτας της μικρής κοκκινομάλλας, Ατζελίνας Πιέτρι, πλύστρα του αυτοκρατορικού παλατιού της Γαλλίας.

 

Λέμε τις περίφημες 100 Μέρες: όταν τα αντίπαλα κράτη δημιούργησαν τον Έβδομο Συνασπισμό και συγκεντρώθηκαν στα βορειοανατολικά σύνορα της Γαλλίας. Έτσι ξεκίνησε η τριήμερη εκστρατεία και η μεγάλη ήττα του Ναπολέοντα στο Βατερλώ.

 

Με ποιητικό ύφος, εικόνες της φύσης, ρέει το έργο κινηματογραφικά. Θίγει τον αφανισμό των αυτοκρατοριών, ως και τις ζωές των ανθρώπων που καταστρέφονται σωματικά και ηθικά. Στο τέλος η κατάπτωση και η φρίκη.

 

Ο Συγγραφέας σ’ αυτό το έργο με πλήθος παρομοιώσεων, μεταφορών, εικόνων, αντικειμένων και περιγραφών της φύσης, είναι  πιο τρυφερός, πιο λυρικός  από τα άλλα του έργα, όπου αναφέρει τη φρικαλεότητα των Ναζί, ή την μοίρα των ταπεινών και την εκμετάλλευση τους. Στις 100 ΜΕΡΕΣ συμπονεί τον Κορσικανό στρατηγό και μετέπειτα αυτοκράτορα της Γαλλίας, για την κατάπτωσή του στη μάχη του Βατερλώ και τον άνθρωπο που γυρίζει τον κεφάλι και βλέπει πίσω του τη συντριβή, τη ματαιότητα, τα ερείπια, τα εκατομμύρια νεκρά σώματα στρατιωτών, πολιτών και ανάμεσά τους ο Πασκάλ Πιέτρι, παιδί της Ατζελίνας· ένας ακόμα έφηβος πιστός στον αυτοκράτορα.

 

Ο Ροτ με τρυφερότητα συμμερίζεται το τέλος και τη συμπεριφορά ανθρώπου, που κάποτε είχε τον λαό στα πόδια του, ως ο μέγας στρατηλάτης, και στα τελευταία του νιώθει τη μοναξιά και την απόρριψη, εκτός από λίγους και μεταξύ αυτών μια υπηρέτρια – πλύστρα του παλατιού του, την μικρή Ατζελίνα Πιέτρι, που είναι ερωτευμένη και αφοσιωμένη στον αυτοκράτορα.

 

Ο συγγραφέας θίγει τη σπουδαιότητα ενός απλού δεκανέα, που ενέχει θετική σκέψη, στρατιωτική αντιληπτικότητα και μεγαλοφυΐα, ώστε να ανέβει πολύ ψηλά στην ιεραρχία και να γίνει στρατηγός. Οι νικηφόρες εκστρατείες του (ναπολεόντειοι πόλεμοι) και η  συντριβή των εχθρικών στρατών Γερμανίας, Αυστρίας, Ρωσίας και των συμμάχων τους, εκτός της Αγγλίας, καθόσον ισχυρότερη στην θάλασσα, τον ευνόησαν να αυτοανακηρυχτεί αυτοκράτορας της Γαλλίας. Αυτό που ποθούσε ήταν να τον επιβραβεύσει, να τον παινέψει η μητέρα του, η οποία από τα μικράτα του ήταν μια επιβλητική παρουσία που τον μείωνε.

 

Σαν όλους τους αυτοκράτορες, βασιλείς και στρατοκράτες, η φωτογραφία του κοσμούσε, πλατείες, παλάτια, στρατώνες, σπίτια, μαντίλια, σημαίες, σημαιάκια.

 

Στο μπάνιο του η μικρή Ατζελίνα μάζευε τα άπλυτα του, τα έπλενε με σχολαστικότητα τόση, ώστε να αστράφτει το άσπρο του παντελόνι, το χιτώνιό του, τα εσώρουχα του. Κοίταζε με δέος τις βρεμένες πατούσες του αυτοκράτορα πάνω στα πλακάκια και τις άγγιζε Τον λάτρευε παρότι την απέρριψε, διώχνοντάς την από την κρεβατοκάμαρά του, όπου συνευρισκόταν με τις υπηρέτριες που εκείνος επέλεγε. Δεν έπαψε να τον λατρεύει, γιατί ως γνωστόν οι αυτοκράτορες και οι βασιλείς ή μισιούνται ή λατρεύονται· έκλεψε ένα μαντήλι από τα πλυμένα ρούχα του αυτοκράτορα, με τον χάρτη των κρατών που είχε κατακτήσει ο Ναπολέων και το είχε φετίχ· μέχρι που το έδωσε στον γιο της, που ευχαρίστως τον έστελνε να πολεμήσει για τον αυτοκράτορα λες και τον είχε ταμένο να σκοτωθεί γι' αυτόν. Κι όταν ο αυτοκράτορας περιτριγύριζε δυστυχής ανάμεσα στους νεκρούς στρατιώτες της τελευταίας στρατιάς του, είδε τον μικρό Πιέτρι ματωμένο και νεκρό.  

 

Η σχέση της με τον λοχία Σοστέν Λεβαντούρ δεν ήταν τίποτα άλλο για εκείνη, ίσως κάτι λίγο το παιδί που γέννησε. Δεν έδωσε καμιά σημασία στον ανάπηρο τσαγκάρη, Βοκούρκα, που της συμπαραστεκόταν και ήθελε να την παντρευτεί και να φύγουν στην πατρίδα του την Πολωνία.

 

Η επιμονή της ήταν ο αυτοκράτορας, ήταν γεννημένη γι’ αυτόν και μόνο. Τον πίστευε, τον αγαπούσε, όπως οι φανατικοί θρησκευόμενοι που προσκυνούν την εικόνα κάποιου αγίου, καρτερώντας το θαύμα.

 

 

Απανθίσματα:

 

Αποκοιμήθηκε την ίδια στιγμή, κρατώντας γερά το ποτήρι στα άμυαλα χέρια της, στηριγμένο στην ακίνητη κοιλιά της. Μπερδεμένα κουρελάκια από όνειρα πέταξαν γύρω της. Μισάνοιξε τα χείλη και χαμογέλασε στον ύπνο της, ένα χαμόγελο λιγάκι φοβισμένο. Ίσα που ανάσαινε· ακόμα και στον ύπνο της δεν τολμούσε ούτε ν’ ανασάνει.

 

Ξάφνου άκουσε φωνές και βήματα. Μια πόρτα άνοιξε, η κουρτίνα τραβήχτηκε απότομα, και να, ο αυτοκράτορας.

 

Με μια κίνηση αδέξια και γελοία έπεσε η Αντζελίνα  στα γόνατα, σαν να την είχαν σπρώξει. Κι έσκυψε το κεφάλι. Δεν έβλεπε πια τίποτα, μόνο τις μαύρες αυτοκρατορικές μπότες στο κόκκινο χαλί.

Άκουσε κάποιον να μπαίνει αθόρυβα πίσω από τον αυτοκράτορα, είδε το μπλε παπούτσι με τη χρυσή αγκράφα, μάντεψε: ήταν ο μπλε λακές της χτεσινής βραδιάς.

«Βλάκα!» είπε η φωνή του αυτοκράτορα. Και: οδήγησέ την έξω».

Όταν σήκωσε το κεφάλι της, ο αυτοκράτορας δεν ήταν πια εκεί. Μπροστά στην πράσινη κουρτίνα στεκόταν ο μπλε λακές.

 

 Τζένη Μακαριάδη

 

Κυριακή 26 Ιουνίου 2022

ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ "ΤΟ ΡΑΓΙΣΜΑ" εκδόσεις ΒΑΚΧΙΚΟΝ

 

Ήρθατε τόσες πολλές και πολλοί!!!!

 

Πρωινό και να το χαλαλίζεις για το ταπεινής λογοτεχνίας πόνημά μου και διευκρινίζω για το βιβλίο «ΤΟ ΡΑΓΙΣΜΑ», εκδόσεις ΒΑΚΧΙΚΟΝ, είναι ανέλπιστο για μένα. Με πνίγουν συναισθήματα αγάπης, ενοχής που πολλές και πολλοί ήρθατε από πολύ μακριά (όπως εσύ αγαπημένη Γεωργία Φωτοπούλου και άλλες πολλές). Πελώριο ευχαριστώ στην ψυχή της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Διονύσου με το όνομα Χριστίνα Γιαννέτου, όλους εσάς και έναν έναν και μία μία ξεχωριστά για το χρόνο σας, μεγάλη τιμή σε μένα η παρουσία σας. Τη Δημοτική Αρχή για τη διάθεση του Πολιτιστικού μας Κέντρου και ευχαριστώ όσους δεν ήρθαν για τις ωραιότατες ευχές τους.

Ευχαριστίες και πολλή αγάπη στους εισηγητές – κριτές του βιβλίου, όπως:

Την αγαπημένη Αρετή Καράμπελα (φιλόλογος-συγγραφέας),

Την αγαπημένη σκηνοθέτιδα Βίκυ Μανώλη,

Τον αξιοθαύμαστο, ακαταπόνητο για τα πολιτιστικά του Δήμου μας  Γιώργο Κομνηνάκη

Tους κυρίους Νέστορα Πουλάκο, Στράτο Προύσαλη των εκδόσεων ΒΑΚΧΙΚΟΝ, καθώς και την επιμελήτρια κυρία Χρυσάνθη Ιακώβου, για την άψογη συνεργασία μας.

                   Και

Τους γλυκύτατους ηθοποιούς μας Σοφία Μανωλάκου και Δημήτρη Γεροδήμου, που διαβάζοντας ζωντάνεψαν τους χάρτινους ήρωές μου, τόσο θελκτικά, τόσο πολύ ωραία που ανέβασαν τη μαγεία της γραφής πιο ψηλά απ’ ό,τι πίστευα. 

Δευτέρα 13 Ιουνίου 2022

ΜΑΥΡΕΣ ΔΙΑΘΗΚΕΣ του ΝΙΚΗΤΑ ΣΙΝΙΟΣΟΓΛΟΥ

                         ΜΑΥΡΕΣ ΔΙΑΘΗΚΕΣ

                     του ΝΙΚΗΤΑ ΣΙΝΙΟΣΟΓΛΟΥ

                           εκδόσεις ΚΙΧΛΗ

 

 

Ο ΝΙΚΗΤΑΣ ΣΙΝΙΟΣΟΓΛΟΥ γεννήθηκε στην Αθήνα το 1976. Σπούδασε Φιλοσοφία στα Πανεπιστήμια Αθηνών, Μονάχου και Κέμπριτζ (PhD). Διετέλεσε British Academy Postdoctoral Fellow στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ (2008-2011) και Leverhulme Trust Early Career Fellow στο King's College London (2011-2013). Είναι εντεταλμένος ερευνητής στο Εθνικό Ίδρυμα Ερευνών (Τομέας Νεοελληνικών Ερευνών) και έχει διδάξει σε ελληνικά και βρετανικά πανεπιστήμια.
Έχει εκδώσει τα βιβλία: "Plato and Theodoret: The Christian Appropriation of Platonic Philosophy and the Hellenic Intellectual Resistance" (Cambridge University Press 2008), "Radical Platonism in Byzantium: Illumination and Utopia in Gemistos Plethon" (Cambridge University Press 2011), "Αλλόκοτος Ελληνισμός. Δοκίμιο για την οριακή εμπειρία των ιδεών" (Κίχλη 2016, Βραβείο Δοκιμίου του περιοδικού Ο Αναγνώστης 2017), "Μαύρες Διαθήκες. Δοκίμιο για τα όρια της ημερολογιακής γραφής" (Κίχλη 2018).. Δοκίμια και αφηγηματικά κείμενά του έχουν δημοσιευτεί στα περιοδικά: Athens Review of Books, Ποιητική, Νέα Εστία, Δευκαλίων, Μανδραγόρας, Οδός Πανός και (δέ)κατα.
Γράφει για την αστική περιπλάνηση και για τα όρια δοκιμιακού και λογοτεχνικού λόγου.                                       

 

Η πρώτη μου σκέψη ήταν να μην γράψω για ένα βιβλίο δοκίμιο ημερολογιακής γραφής και μάλιστα με επίκεντρο δυο φιλόσοφους που δεν σηκώνουν σχεδόν- μύγα στο σπαθί τους και οπαδούς του Ναζισμού. Γνώμη μου για τους Μάρτιν Χάιντεργκερ και Καρλ Σμιτ και τα βιβλία τους «τα μαύρα τετράδια» του πρώτου  και το Glossarium του δεύτερου. Τους φαντάζομαι να απορρίπτουν κάθε αντεπιχείρημα και στην κυριολεξία να συμπιέζουν το κεφάλι μου μέχρι βαθιά στη γη. Συν τοις άλλοις ομολογώ μετά παρρησίας ότι έχω κι εγώ μια περγαμηνή, (έναντι των πολλών του νεαρού φιλοσόφου συγγραφέα), που αναφέρει διαρρήδην ότι είμαι παραμυθού. Αλλά και εσείς μέλη της Λέσχης μας, εμένα βρήκατε να εισάγω αυτό το βιβλίο που έχει ένα σκασμό αναφορές σε φιλοσόφους, συγγραφείς και μπόρεσε ο συγγραφέας να συμπτύξει τόμους, ως οι εφτακόσιες σελίδες του Μάρτιν Χάιντεργκερ, και να μας παρουσιάσει το απαύγασμα των εμπειριών της μελέτης του, σε γραφές ημερολογιακές -με λίγα λόγια προσωπικές- των δυο αυτών μεγάλων γερμανών φιλοσόφων.

Τι αντεπιχείρημα θα επέβαλα π.χ. σ αυτό το απόφθεγμα του Χάντεργκερ ότι «Αν βάλω το θάνατο στη ζωή μου, τον αναγνωρίσω και τον αντικρίσω ευθέως, τότε μόνο θα ελευθερώσω τον εαυτό μου από την αγωνία του θανάτου και τη μικρότητα της ζωής, τότε μόνο θα είμαι ελεύθερος να γίνω ο εαυτός μου». Κι ακόμη τι θα μπορούσα να πω σ έναν φιλόσοφο που έγραψε το μέγιστο Είναι και χρόνος, ένα από τα ορόσημα του υπαρξισμού του 20ού αιώνα!.

Σκέφτηκε λοιπόν η αφεντιά μου να απανθίσει ό,τι ψάρευε καλύτερο από τις 235 σελίδες του βιβλίου. Σας βεβαιώνω εις μάτην, γιατί σε κάθε μια σελίδα -δηλαδή σε όλεςεύρισκα και ένα και δύο και βάλε απανθίσματα· οπότε παραιτήθηκα και θα γράψω παρακάτω ένα ή δυο, γιατί μπορεί ο συγγραφέας να τα κατέχει, ως μανιώδης βιβλιοφάγος της φιλοσοφίας, αντίθετα από μένα που τα βιβλία αυτά μ αφήνουν ενεή.

Επισημαίνω ότι στον διάλογο που αναπτύσσει ο συγγραφέας με τους δυο αυτούς φιλοσόφους είμαι ακράδαντα υπέρ των επιχειρημάτων του συγγραφέα τελεία και παύλα.

Συνεχίζω μ όσα φρικαλέα και αποκρουστικά μου τάραξαν τον εγκέφαλο και διαρρήδην απορρίπτω.

Λέμε το αντίθετο της ιδέας είναι η πράξη. Όμως εδώ θα έλεγα ότι οι ιδέες των δυο αναφερόμενων φιλοσόφων και μάλιστα του Σμιτ που, ως ο σπουδαιότερος νομικός του Γ Ράιχ, η επιχειρηματολογία του καταστρατήγησε διατάξεις του συντάγματος και από κοινοβουλευτική δημοκρατία σε προεδρική του Ράιχ. Έτσι δεν είναι αθώα η ιδέα, που γίνεται πράξη.

Αυτό που τελικά σε κάνει να αναριγείς, ως άνθρωπος ελεύθερος, είναι οι απόψεις τους, θα λεγα οι φανατικές απόψεις τους, για μια γερμανική αυτοκρατορία της δύσης κι αυτή είναι η Ιέρεια Γερμανία· εδώ έχουμε τις ιδέες του Σμιτ που οδήγησαν σε φυλετικούς νόμους της Νυρεμβέργης για διαφύλαξη της καθαρότητας του γερμανικού αίματος. Με αποτέλεσμα να ανοίξει η όρεξη του Χίτλερ και των ομοίων του, καθώς και η «πλύση εγκεφάλου» που υπέστη ο γερμανικός λαός περί ανωτερότητας της γερμανικής φυλής, που ο Χίτλερ περιέγραφε ως άρια κυρίαρχη φυλή.

Οι ιδέες αυτές, λοιπόν, ανθρώπων των επιστημών της νομικής, της φιλοσοφίας με λίγα λόγια κορυφαίων διανοητών του εικοστού αιώνα, είχαν ως αποτέλεσμα το ολοκαύτωμα των εβραίων, τα γνωστά σφαγεία, για τους κομμουνιστές, τους τσιγγάνους, τους ομοφυλόφιλους, τους ανάπηρους, τους αφρικανούς, τους άραβες και άλλων φυλών· το χειρότερό ότι μέχρι σήμερα εκκολάπτονται παντού στον κόσμο οι ρατσιστικές αυτές αντιλήψεις με επίκεντρο τον θαυμάσιο Έναν και Μοναδικό που θα καταστρέψει ό,τι έχει απομείνει από το πνευματικό κίνημα του Διαφωτισμού, κατά της τυραννικής απολυταρχίας, καταπίεσης διακυβερνήσεων που ασκούσε η Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία. Είναι ο Διαφωτισμός η ιδέα που έγινε πράξη, με τη γνωστή Γαλλική Επανάσταση του 1789. Καταστροφή της Δύσης προφήτεψαν οι σπουδαίοι αυτοί φιλόσοφοι ενάντια των Ντιντερό, Βολταίρου και άλλων, καθώς και του Ρουσσώ που διατύπωσε τη θεωρία του Κοινωνικού Συμβολαίου, προτρέποντας την Ευρώπη να υποστηρίζει τα δικαιώματα του ανθρώπου.

Διατρέχοντας το βιβλίο παρατηρώ έναν υπέρμετρο εγωισμό, μια έπαρση του Εγώ μια μάχη καταστροφής του κόσμου από τις ιδέες τους (για να είμαι ειλικρινής έχουν και ξέφωτα από το σκοτάδι, (όπως Ο νόμος είναι εργαλείο του ισχυρού και αυτόν υπηρετεί) και όχι τη φιλοσοφία εκείνη έρεισμα, ως των αρχαίων ελλήνων φιλοσόφων υπέρ ενός ελεύθερου, ανώτερου, δίκαιου, πεπαιδευμένου με γνώσεις και σοφία , πνευματικού και ηθικού ανθρώπου.

Αυτή η εξαιρετική γλώσσα τους, είναι γλώσσα για πολλά κακά· καλά λέει ο λαός μας ότι τσακίζει κόκαλα. Οι στοχασμοί τους οι σκέψεις τους είναι μεν κάτι που μας βρίσκει απαίδευτους, ίσως και ανιστόρητους, αλλά είναι σαγηνευτικοί και οπωσδήποτε εντυπωσιάζουν, γι αυτό λέω ρητά ότι πρόκειται για προσηλυτισμό ετσιθελικά των ιδεών τους ή πλύση εγκεφάλου, όπως προανέφερα. Εν ολίγοις ο κόσμος γι αυτούς είναι μια ανθρωπομάζα που πρέπει να καταστραφεί. Μ αυτόν τον τρόπο αφανίζουν και τη νεωτερικότητα, που σημαίνει όχι στα ρεύματα της τέχνης που εμφανίστηκαν κατά τα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα. Απαγκίστρωση με λίγα λόγια του ρεαλισμού. Εξ άλλου καλό είναι να θυμηθούμε ότι οι θεολόγοι που επεδίωξαν τον εκσυγχρονισμό της θρησκευτικής διδασκαλίας και την προσαρμογή της στη σύγχρονη επιστημονική και φιλοσοφική σκέψη, καταδικάστηκαν στη Σύνοδο του 1907 από το Βατικανό.

Ο φασισμός στο μεγαλείο του όταν ο Σμιτ εκφράζει ότι βεβηλώνουν το σώμα με τις εκτρώσεις και την καύση νεκρών. Συμπεραίνω ότι θα εξαφάνιζε 1.393.409.000 κατοίκους στην Ινδία.

Δεν θα σας κουράσω με περισσότερα, καλύτερα να τα συζητήσουμε, όμως έτσι  επιγραμματικά κάποια πράγματα.

-Η πράξη καλή ή κακή αρχίζει με βάση την ιδέα.

-Το ξέσπασμα των φιλοσόφων μέσα από την ημερολογιακή τους γραφή είναι ηθική αυτουργία. Γνωρίζουμε τα εγκληματικά αποτελέσματα των ιδεών αυτών και εννοώ τους γερμανούς εισβολείς κατά τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο. Σύμφωνα με τις φιλοσοφικές τους ιδέες, οι κατέχοντες (ως η Γερμανία) απαιτεί υποταγή των μαζών, υπακοή και πίστη. Ο Ένας και μοναδικός κατέχων, ο Χίτλερ.

Ο δήμιος, η τάξη, η ισχύς και ο ισχυρός που ολοένα επεκτείνεται. Η ισχύς είναι κακή καθαυτήν υποστηριξε ο Γιακομπ Μπουρκχαρτ (1818-1897 Ελβετός καθηγητής γενικής ιστορίας και ιστορίας της τέχνης στη Ζυρίχη) και το πιστεύω του Σμιτ «αν συμφωνήσουμε μαζί του, τότε παραδεχόμαστε πωςο Θεός είναι νεκρός· γιατί η ισχύς είναι του Θεού. Ο ανθρωπισμός του Μπουρκχαρτ απολήγει στον ελληνικό μηδενισμό του Νίτσε.

Τελειώνω με τον Χάιντεργκερ στη Σιγκαπούρη.

Απόλαυσα από την αρχή μέχρι το τέλος το κεφάλαιο αυτό, λογοτεχνικό, αληθινό, φανταστικό, παραμυθητικό. Είχα πριν πολλά χρονιά επισκεφτεί την Ταϋλάνδη και τη Σιγκαπούρη. Στην Ταϋλάνδη εντυπωσιάστηκα, αλλά μου κοβόταν και η αναπνοή από ζέση και υγρασία, όπως και στη Σιγκαπούρη. Ήταν κάτι σαν παραμύθι, βασιλιάς ανάκτορα, τάξη των πλουτοκρατών, πολυτελή κτίρια και ξενοδοχεία, 12χρονια κορίτσια για την ευχαρίστηση των ανδρών που μας συνόδευαν, ναρκωτικά, φτώχια, πείνα. Στη Σιγκαπούρη ένιωθες τον μεγάλο αδελφό σε κάθε σου βήμα, παρατηρούσες τον κόσμο όπως ακριβώς και ο συγγραφέας στο βιβλίο. Περπατούσες όπως ακριβώς η χώρα απαιτεί. Δια ροπάλου και φυλάκισης εάν κατά λάθος σου έπεφτε κάτι και λέρωνε τον δρόμο ή κάπνιζες σε απαγορευμένο χώρο. Ένιωσα σαν μυρμήγκι έναντι των πανύψηλων κτιρίων. Είδα το ευτελές πλαστικό να κοσμεί τεχνητό πάρκο με απομιμήσεις αγαλμάτων  κόσμος και κοσμάκης διαφόρων φυλών, ένα πηγαινέλα εργαζομένων και τα καταστήματα Mall όπως ακριβώς τα γράφει το βιβλίο.

Γοητευτική η γραφή του Σινιόσογλου και πετυχημένες οι απόψεις του περί εγγύτητας και απόστασης, όπως στο τέλος αναφέρει!

 Απανθίσματα

Σμιτ:

Πιστεύω στον κατέχοντα. Είναι ο μόνος τρόπος που έχω ως χριστιανός να κατανοήσω την ιστορία και να της προσδώσω  νόημα.

 

 Συγγραφέας:

Μολονότι δηλώνει χριστιανός, ο Σμιτ μάλλον ασπάζεταιόπως ο Χάιντεγκερ- έναν πολιτικό γνωστικισμό. Δηλαδή θεωρεί πως οι εδραιωμένες φιλελεύθερες, νεωτερικές και αστικές αξίες είναι παραισθητικές. Το διαφωτιστικό εγχείρημα είναι ένας ύπουλος μηχανισμός κυριαρχίας, το εργαλείο μιας παγκοσμοποιημένης εξουσίας που χρησιμοποιεί την κατοχύρωση των ατομικών δικαιωμάτων ως άλλοθι για την υποταγή των μαζών. Απαιτείται μια νέα έννοια του πολιτικού που θα σκίσει τον πέπλο της ψευδώνυμης «αλήθειας» «προόδου» και «ελευθερίας¨. Όπως οι Γνωστικοί που θεωρούσαν ότι ο αληθινός Θεός βρίσκεται πέρα από τον κακό δημιουργό αυτού του κόσμου, ο Σμιτ αναζητεί τον κατέχοντα πίσω από το κράτος δικαίου και πέρα από τις οικείες πολιτειακές δομές.

Αυτό που δεν πέρασε ποτέ από το μυαλό του Χάιντεργκερ και του Σμιτ είναι το ενδεχόμενο το σύμφυρμα να είναι υγιέστερο από την παρακμή.