Δευτέρα 10 Δεκεμβρίου 2012

"ΤΟ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ ΤΩΝ ΤΕΣΣΑΡΩΝ". εκδόσεις Εστία.



                     
των:
                                   
                                Βενέζη Ηλία (1903-1973)
                               Καραγάτση Μ.(1908-1960)
                              Μυριβήλη Στράτη(1890-1969)
                             Τερζάκη Άγγελου (1907-1978)


Τέσσερις μεγάλοι του πνεύματος, εποχής του ’30, κατόπιν  παρότρυνσης του νεώτερού τους συγγραφέα επίσης (αστυνομικών μυθιστορημάτων) Γιάννη Μαρή (1916-1979), πειραματίστηκαν στην εκ περιτροπής συγγραφή μιας μυθιστορίας∙ παρότι στην αρχή είχαν τις αμφιβολίες τους, πείστηκαν τελικά κι ευτυχώς γιατί το πείραμα πέτυχε.

Ένα παιχνίδι, μια μοιρασιά γραφίδας από χέρι σε χέρι με ανατροπές και μυστήρια που δεν μπορούν να προβλεφτούν.

Γραφές με το στίγμα του κάθε συγγραφέα. Ο ιδιαίτερος τρόπος έκφρασης. Ο λεξιλογικός τους πλούτος, η αχαλίνωτη φαντασία που σε δοκιμάζει στο ασύλληπτο, η παγιδευτική διάθεσή τους, όταν ο ένας δίνει τη «σκυτάλη – γραφίδα» στον άλλο και τελικά η νίκη ισάξια δοσμένη στους τέσσερις.

Ερωτική ιστορία, που αρχίζει προπολεμικά μ’ ένα απεχθές έγκλημα τιμής, με ραδιουργίες, προδοσίες, μίση και δωσιλογισμούς με τα στρατεύματα κατοχής κατά τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο.

Συνεχίζεται το  έργο με τη μεταπολεμική Αθήνα τις κοινωνικοοικονομικές συνθήκες, τα πάθη, τα μίση, οι μικρότητες και οι γενναιοψυχίες των ηρώων και ηρωίδων της μυθιστορίας.


Σ’ ένα μπαρ μια πανέμορφη χορεύτρια, με το χαϊδευτικό όνομα Νενέλα, τριγυρισμένη από θαυμαστές έπιναν και συζητούσαν, μέχρι που μπήκε ένας ωραίος άντρας με τη σύζυγό του∙  ένας της παρέας που τον γνώριζε έκανε τις συστάσεις λέγοντας  ότι είναι  Ιταλός φίλος, άλλοτε λοχαγός των Βερσαλλιέρων επί κατοχής και του χρωστά τη ζωή του. Όταν ο άντρας έσκυψε να χαιρετήσει τη Νενέλα εκείνη σηκώθηκε και του έδωσε ένα γερό χαστούκι που ακούστηκε σ’ όλη την αίθουσα..

Ο ανεμόμυλος της «Περιβόλας» στην Αίγινα,  στιγματισμένος από απαίσιο έγκλημα τιμής, όταν ο ηλικιωμένος άντρας βρήκε τη νεαρή του σύζυγο σε ερωτική συνεύρεση με τον επίσης νεαρό ανεψιό του. Η παραφορά δε φαινόταν στο ατάραχο πρόσωπο του άντρα μέχρι που σήκωσε τον ανεψιό στα σιδερένια μπράτσα και τον πέταξε μέσα στην καζάνα όπου έβραζε το σαπουνόλαδο με την καυστική ποτάσα, του σαπουνάδικου που διατηρούσε. Το δε κορίτσι τραβώντας το στ’ αγκάθια μισόγυμνο και ξυπόλητο το πήγε στον ανεμόμυλο και εκεί το ‘δεσε  στερεά στην φτερωτή του. «..Αυτή δε μιλούσε. Έτριζαν πάντα τα δόντια της και το φεγγάρι γιόμιζε τ’ ανοιχτά μάτια και το βασανισμένο πρόσωπο. Ο αγέρας τίναζε δεξιά-ζερβά τα μαλλιά σαν μαύρη ξεσκισμένη σημαία.»

Μια μυστική δύναμη κάνει την καλλιτέχνιδα Νενέλα να σβήσει μια για πάντα το σκωπτικό της παρανόμι και να υιοθετήσει το πραγματικό της που είναι Ελισάβετ. Συνάμα αποπλέει στ’ ανοιχτά τον Σαρωνικό για να επισκεφτεί για πρώτη φορά το νησί. Στο νησί ψάχνει αχνάρια δικά της, αχνάρια άλλων ζωών αίτιο της δικής της ζωής.

Στον ανεμόμυλο  της «Περιβόλας» η αρχή του νήματος, όπου η σαπισμένη από την πολυκαιρία φτερωτή του κρέμεται  παράλυτη.

Εκεί στο ναό της Αφαίας θα συναντηθεί με τον Ιταλό λοχαγό, τον μεγάλο της και ανεκπλήρωτο έρωτα. Εκεί θα λυθεί η παρεξήγηση μιας προδοσίας που ποτέ δεν έγινε απ’ αυτόν.  Εκεί μέσα από τις κολόνες κοιταγμένο, χαμηλά, το πέλαγο, χρυσό απ’ το φως, ταξιδεύει την αιωνιότητά του και εκεί ακριβώς θα λάμψει η αλήθεια μιας αγάπης, που ποτέ δεν τέλειωσε.

(σελ. 16) .. τη ζωή αυτή βέβαια την είχε διαλέξει η ίδια, δεν παντρεύτηκε για να μείνει αφοσιωμένη στην τέχνη της, να μην υποχρεωθεί σε παραχωρήσεις, συμβιβασμούς που η απόλυτη και παράφορη ψυχή της τους αντιπαθούσε..

(σελ. 37)... μανιακούς που εξόρμησαν για να υποδουλώσουν τον κόσμο με τη φωτιά και με το έγκλημα...

(σελ. 38) ... οι πόλεμοι, βλέπετε, είναι ένα φριχτό γεγονός έξω από τη θέλησή μας. Και μια φορά που θα γίνει, κινείται μέσα σε μια δική του νομοτέλεια, μέσα σε μια δική του λογική που είναι έξω από κάθε λογική, μέσα σε μια δική του δικαιοσύνη που είναι η άρνηση της κάθε δικαιοσύνης.  Αν μπορούσαμε σαν άτομα να σώσουμε την ανθρωπιά μας μέσα σ’ αυτή ζούγκλα, νομίζω πως αυτό θα ‘ναι μια ανακούφιση για την ψυχή του ανθρώπου που πάσχει...

(σελ.197)..  η ζωή της κομψής και περήφανης αυτής γυναίκας στάθηκε ως τα τώρα ένα ανιαρό κομπολόι από μέρες ίδιες κι ανάλλαγες, ήσυχες και μονότονα ευτυχισμένες, αν μπορεί να ονομαστεί ευτυχία αυτή η ανιαρή σιγουριά για μια οργανωμένη κι αδιατάρακτη ζωή, που φαινόταν πως τίποτα εξαιρετικό δεν μπορούσε να ταράξει την κουραστική της γαλήνη.