Πέμπτη 18 Ιανουαρίου 2024

Ο μοναχικός του Ευγένιου Ιονέσκο (1909 Ρουμανία - 1994 Γαλλία) εκδόσεις: Κυψέλη

 

                                             Ο μοναχικός

                                              του Ευγένιου Ιονέσκο (1909 Ρουμανία - 1994 Γαλλία)

                                                    εκδόσεις: Κυψέλη

 

 

Ο Ευγένιος Ιονέσκο είναι ένας από τους σπουδαιότερους συγγραφείς του 20ου αιώνα. Μαζί με τους Σάμουελ Μπέκετ, Ζαν Ζενέ και Αρτύρ Αντάμοφ, θεωρούνται εκπρόσωποι του Θεάτρου του Παραλόγου, μια από τις δυο κυριότερες τάσεις του γαλλικού μεταπολεμικού δράματος. Αν και ο Ιονέσκο προτιμούσε τον όρο Θέατρο της Χλεύης. Είναι επηρεασμένοι από τον Μπέκετ αναφορικά με ψυχαναλυτικές και μαρξιστικές θεωρίες.

Οι επιρροές του συγγραφέα αντλούνται από τον βωβό κινηματογράφο, το βωντβίλ, τον ντανταϊσμό, τον σουρεαλισμό και την φιγούρα του κλόουν. Τέλος, ο συγγραφέας, μεταξύ άλλων, έγραψε μυθιστορήματα, διηγήματα, αυτοβιογραφικά έργα και δοκίμια θεωρίας θεάτρου. To 1970 ανακηρύχθηκε μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας. Πέθανε στις 28 Μαρτίου 1994 σε ηλικία 84 ετών, περνώντας στην ιστορία ως μια από τις κεντρικότερες φιγούρες της γαλλικής δραματουργίας του 20ου αιώνα.

Μερικά από τα έργα του είναι: η Φαλακρή Τραγουδίστρια, οι Καρέκλες, ο Ρινόκερος, Macbett κ.α..

 

 Ευανάγνωστο βιβλίο, αντιφατικό, στοχαστικό χωρίς ελπίδα, συνάμα αληθινό.

 

Διαβάζοντας τα έργα και τα βιωματικά του συγγραφέα, μας εντυπωσιάζει η υπεροχή του σκέπτεσθαι, της γραφής, η αμεσότητα, η ειλικρίνεια εναντίον της εποχής του, και άλλα στοιχεία, σαν πλάγια έκφραση της αυτοβιογραφίας του.

«Ο μοναχικός», βιβλίο του παραλόγου και της αποξένωσης.

 

Ψυχολογικό και υπαρξιακό το θέμα, γύρω από τον θάνατο, τον έρωτα, τη ζωή κι αν αυτή έχει κανένα νόημα. Ιδιαίτερη βαρύτητα στοχασμού και σκέψης στο δεύτερο μέρους του μυθιστορήματος.

 

Ο ήρωας του βιβλίου δεν έχει αίσθηση του ανήκειν. Εκείνο που έχει είναι οι συνήθειές του, η υποχονδρία του, οι νευρώσεις, ο μηχανιστικός υλισμός.. πλήττει, κλείνεται στη μοναχικότητά του και στην ανοησία του, όπως ο ίδιος παραδέχεται. Αντιλαμβάνεται τη ζωή σαν φυλακή. Η ζωή για τον ήρωα είναι παράλογη και δεν μαθαίνεις τίποτα, ούτε και τον λόγο που ζεις. Επισημαίνει την υποκρισία, τον ανταγωνισμό, την μοναξιά, τα αδιέξοδα, την κατάθλιψη- αποτελέσματα ζωής παράλογης χωρίς χαρά, με ταξικές διαφορές, τις θέσεις του καθένα στην κοινωνία, το παράλογο του πολέμου της σφαγής εκατομμυρίων ψυχών. Κυκλοφορούμε αόρατοι χωρίς σκοπό, υπακούμε σε θεσμούς που μας υποβιβάζουν, μας εξευτελίζουν, δεν σπάμε τα δεσμά της φυλακής και συνεχίζουμε… άραγε μας βολεύει;

 

Απανθίσματα:

 

Ίσως να είναι μια ανόητη αλαζονεία που θέλω να σκεφτώ αυτό που δεν πρέπει να σκεφτόμαστε. Μα δεν υπάρχει αλαζονεία, τι είναι η αλαζονεία; Το ζήτημα είναι ότι εγώ δεν μπορώ να κάνω βήμα. Νομίζω πως έχω φτάσει στον τοίχο του κόσμου, ας ξεχάσουμε τι υπάρχει πέρα από τον τοίχο. Δεν το παίρνω απόφαση να κάνω βήμα από τον τοίχο. ίσως είναι κάποια ασθένεια. Έχω απομείνει ολομόναχος μπροστά σ’ αυτόν τον τοίχο. Ολομόναχος σαν ηλίθιος. Εκείνοι έχουν προχωρήσει, οργανώνουν μάλιστα και κοινωνίες, περισσότερο ή λιγότερο καλά, είναι αλήθεια, και υπάρχουν απίθανες μηχανές. Εγώ κάθομαι  απλώς και  κοιτάζω τον τοίχο και γυρίζω την πλάτη μου στον κόσμο. Είχα ήδη βάλει σκοπό, μάλιστα, να μη σκέφτομαι, μιας και δεν μπορούμε να σκεφτούμε. Παράξενο, πιστεύουν πως ο κόσμος, το σύμπαν, η πλάση, πιστεύουν πως όλα αυτά είναι στ’ αλήθεια φυσικά ή φυσιολογικά, δεδομένα. Κι αυτοί είναι οι σοφοί κι εγώ ο βλάκας, ο αδαής. Είμαστε σε μια φυλακή, βέβαια, είμαστε σε μια φυλακή. Επειδή θέλω να τα μάθω όλα, γι αυτό δεν ξέρω τίποτα. Άραγε θα καταφέρουν να δώσουν την απάντηση; Μετά από δεκάδες ή εκατοντάδες γενιές θα συλλάβουν το ασύλληπτο, θα μπορέσουν να φανταστούν αυτό που δεν γίνεται να το φανταστεί κανείς. Αν δεν σταματάνε να δουλεύουν, να παίρνουν το λεωφορείο, να γράφουν βιβλία, να κάνουν λογαριασμούς, να αναχωρούν με σκοπό την  κατάκτηση των άστρων, αν τα μικροσκόπια ανακαλύπτουν πως υπάρχει κάτι το απειροελάχιστο, είναι επειδή πρέπει να νιώθουν με τρόπο ασυνείδητο και φυσικό πως θα τα καταφέρουν. Μα εγώ έχω την εντύπωση πως στηρίζονται στο τίποτα κι αυτό επίσης είναι μονάχα μια λέξη.

 

Κοιτάζοντας τον ουρανό, προσπαθούσα πάντα να διακρίνω τι υπάρχει πέρα απόν τον ουρανό. Υπάρχω άραγε «εγώ»; Κι ωστόσο το «εγώ» ήταν εκεί, ανάμεσα σε δυο άπειρα, το μεγάλο και το μικρό. Τι ήμουν; Από τη μια μεριά ένα σημείο. Από την άλλη, ένα συνονθύλευμα γαλαξιών. Σύμπαντα γεννιούνταν μέσα μου, εξαπλώνονταν, εκφυλίζονταν, πέθαιναν. Ήμουν γαλαξίας, ήμουν δισεκατομμύρια αιώνων για κάποια κοσμικά συστήματα. Ήμουν δισεκατομμύρια και δισεκατομμύρια χιλιόμετρα για όντα που δεν γνώριζα, δισεκατομμύρια όντα αναδεύονταν μέσα μου, αγανακτούσαν, εξεγείρονταν, μάχονταν, αγαπιούνταν, μισιούνταν. Ναι, όλα αυτά βρίσκονταν μέσα μου.