Τετάρτη 11 Ιανουαρίου 2023

Λάδι σε καμβά του Αλέξη Πανσέληνου. Εκδόσεις Μεταίχμιο

 

                    Λάδι σε καμβά

                   του Αλέξη Πανσέληνου

                         (εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ)

Αλέξης Πανσέληνος (γεν 1943-Αθήνα). Πολυβραβευμένος συγγραφέας μυθιστορημάτων, διηγημάτων, δοκιμίων και μεταφραστής. Το 2021 αναγορεύτηκε Επίτιμος Διδάκτωρ του τμήματος Μετάφρασης και Διερμηνείας του Ιονίου Πανεπιστήμιου. Μυθιστορήματά του έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, γαλλικά, γερμανικά, ιταλικά και πολωνικά.

 Βιβλία του:

-Η μεγάλη πομπή (Κρατικό Βραβείο Μυθιστορήματος)

-Σκοτεινές επιγραφές (Βραβείο Μυθιστορήματος του περιοδικού Διαβάζω)

-Ζαϊδα ή η Καμήλα στα χιόνια (Βραβείο Μυθιστορήματος της Ακαδημίας Αθηνών)

-Ελαφρά Ελληνικά Τραγούδια (Μεγάλο βραβείο για το σύνολο του έργου του από το    ηλεκτρονικό περιοδικό ο Αναγνώστης),

                              και πολλά άλλα..                         

 

Ευανάγνωστο βιβλίο, πρωτοπρόσωπη αφήγηση, τα κείμενα ρέουν με χαμόγελα, με απογοητεύσεις, με ανεκπλήρωτους έρωτες, με την ομορφιά και μαρτυρία της τέχνης, όπως απεικονίζεται στον πίνακα «Λάδι σε καμβά», με μουσική του ’60 που διαχέεται κατά τη διάρκεια των νεανικών χρόνων των χαρακτήρων και με πολιτικά γεγονότα που επηρέασαν τον πρωταγωνιστή του έργου. Ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται ότι υπάρχουν πολλά βιωματικά στοιχεία ή αυτοβιογραφικά που θυμίζουν ότι ο κεντρικός χαρακτήρας ίσως είναι ο ίδιος ο συγγραφέας και αν όχι, εκείνος που ανάμεσα στην νεολαία της εποχής του ‘60 έζησε τα γεγονότα συμμετέχοντας στο έργο. Περιγραφικές εικόνες, στημένοι οι χαρακτήρες θεατρικά, με σκηνικά, ρούχα-κοστούμια εποχής, κρυφοί πρωτόπειροι έρωτες -παρεξηγημένοι στο έργο- με δυσάρεστα αποτελέσματα.

 

Κεντρικός χαρακτήρας ο Σπύρος, είκοσι χρόνων, άριστος  φοιτητής της Σχολής Καλών Τεχνών της Αθήνας, με τη λάμψη της γοητείας  των νιάτων του, ξεκινάει  το καλοκαίρι του ’66 να συνδυάσει τις διακοπές του, σε Αιγιοπελαγίτικο νησί, στο σπίτι γνωστού ζωγράφου, φίλου του πατέρα του, ώστε να αποκομίσει ιδέες για την τέχνη που ποθεί να ακολουθήσει.

 Ο Ζωγράφος ζει με την οικογένειά του, αποτραβηγμένος από τα καλλιτεχνικά-εικαστικά τεκταινόμενα της Αθήνας· έχει τρία παιδιά, τον εικοσάχρονο  Τζώρτζη, την Ειρήνη είκοσι δυο χρονών και τη δωδεκάχρονη Γωγώ -το χαϊδεμένο στερνοπούλι της οικογένειας. Τα κορίτσια, ιδιαίτερα η Γωγώ φλερτάρει στενά τον Σπύρο, καθώς και η Ειρήνη που ενδιαφέρεται περισσότερο για έναν καλοκαιρινό ερωτικό φίλο από την Αθήνα. Ο Σπύρος κολακεύεται από την μικρή όμορφη Γωγώ, αλλά προσπαθεί να μην ενδώσει στα ερωτικά της καλέσματα, και το καταφέρνει. Δεν συγκρατείται όμως μια νύχτα όταν εισέβαλε στο κρεβάτι του η Ειρήνη, που χωρίς φραγμό δίνεται σ’ έναν καλοκαιρινό έρωτα και πριν κορυφωθεί τον πιάνουν στη φάκα. Ο Σπύρος προσβλητικά διωγμένος, γυρίζει στην Αθήνα. Το καλοκαίρι εκείνο ακόμα και ως ηλικιωμένος ο Σπύρος, το αναπολεί, χαμογελά στην ανεμελιά των διακοπών, καθώς και τον παθιασμένο, όμως απαγορευμένο έρωτα της ανήλικης Γωγώς.

 Τα πράγματα αλλάζουν όταν πραξικοπηματικά η στρατιωτική Χούντα των συνταγματαρχών καταλαμβάνει την εξουσία.

 Η ζωή της οικογένειας δυσκολεύει πολύ όταν συλλαμβάνουν τον πατέρα του και τον εξορίζουν στη Μακρόνησο, ως κομμουνιστή.

Η ξενοιασιά των νιάτων κι οι καλοκαιρινές διακοπές φευγάτες σιωπηλές βυθίστηκαν στο σεντούκι των αναμνήσεων.

 Τώρα η επιβίωση είναι η κεντρική ηρωίδα που ο ιστός της τον σφιχτοδένει και τον ενηλικιώνει απότομα. Αναλαμβάνει το μαγαζί του πατέρα του με μουσικούς κλασικούς δίσκους. Ο πατέρας του, λάτρης της μουσικής, ονειρευόταν να γίνει μουσικός· οι πολιτικές όμως συνθήκες τον αφήνουν στο ονειροπόλημα. Ο Σπύρος κάνει τα πάντα για την αποφυλάκιση του πατέρα του, ήδη άρρωστος από τις απάνθρωπες συνθήκες της φυλακής.

 

Η  επιβίωση της οικογένειας και ιδίως οι  συνθήκες του τυραννικού καθεστώτος του 1967 στην Ελλάδα επιβάλουν την απαγόρευση των ονείρων και δη των καλλιτεχνικών. Υπάρχει μια διέξοδος των προβλημάτων του Σπύρου, αφού του ζητούν οι αρχές -με αντάλλαγμα την αποφυλάκιση του άρρωστου πατέρα του- να καταδίδει τους αριστερούς συμφοιτητές και φίλους του. Εκείνος όμως απορρίπτει σιωπηλά το αίτημα,  προτιμώντας να σταματήσει τη σχολή. Έτσι, έμεινε ενάερο το όνειρο του καλλιτέχνη.

Κεντάει ο συγγραφέας την εποχή του ’60, όπως τη συναυλία των Ρόλλινγκ Στόουνς στο Παναθηναϊκό Στάδιο, την εισβολή της αστυνομίας και την ματαίωση της με ξυλοκοπήματα και συλλήψεις. Την εξέγερση του Πολυτεχνείου στις 17 Νοεμβρίου του 1973, τις μπουάτ, τα τραγούδια, τους έρωτες, τις απογοητεύσεις, τις γλυκές αναμνήσεις που αναφύονται και έχουν σημαδέψει τον κεντρικό ήρωα του βιβλίου..

 

Απανθίσματα:

Μέσα μου δεν είχα τολμήσει ούτε να ψιθυρίσω τη λέξη «έρωτας»· ήταν η παρέα της, τα χαριτωμένα πείσματα, τα μεγαλίστικα φερσίματα, η ευστροφία της να μην αφήνει καμία πρόκληση αναπάντητη. Πάνω απ’ όλα, το παιδικό φλερτ (μα ήταν, αλήθεια, παιδικό;) του κοριτσιού που περνά από τη μια ηλικία στην επόμενη, ανακαλύπτοντας τον εαυτό του. και ήταν και η ομορφιά της! Δίπλα της η Ειρήνη υποχωρούσε σε μια άλλη κατηγορία, παρά το μεθύσι των αισθήσεων, παρά την προσφορά του σώματος μιας κοπέλας δυο χρόνια μεγαλύτερης , που με ήθελε, χωρίς να ζητά τον έρωτά μου ή να προσφέρει το δικό της, μόνο το σώμα της, ένα σώμα που κάθε άντρας θα ποθούσε να το χαρεί, χωρίς ντροπές και αναστολές, με λόγια άγρια, πρόστυχα, που ερεθίζουν και μαστιγώνουν τον πόθο. Η Γωγώ ήταν ένα αερικό, πλάσμα ενός κόσμου όπου η αθωότητα ξεπερνά σε μαγεία τη σαγήνη του σώματος και αυτό που μας κεντρίζει είναι το όνειρο της βεβήλωσης, της κατάκτησής της. Μια ανήλικη που όμως φλέρταρε πραγματικά και προκαλούσε. Ο Λαγάκος ήταν ολοφάνερα το δεύτερο γνωστό θύμα της γοητείας της, εκτός από μένα· και ποιος ξέρει πόσοι άλλοι από τους συμμαθητές στο σχολείο, από τους νεαρούς συγχωριανούς της ακολουθούσαν ή είχαν προηγηθεί· και από πόσο νωρίς.

 Τζένη Μακαριάδη

 Για τη Δημοτική Λέσχη ανάγνωσης Διονύσου