Τετάρτη 25 Μαρτίου 2015

Κωνσταντῖνος Παλαιολόγος: Μικροδιήγημα καὶ συλ­λο­γι­κὴ μετάφραση



Κωνσταντνος Παλαιολόγος: Μικροδιήγημα κα συλ­λο­γι­κ μετάφραση

Posted on by planodion
 [Τ πα­ρα­κά­τω κεί­με­νο ­πο­τε­λε τν τρίτη ­π τς τέσ­σε­ρις ε­ση­γή­σεις πο ­γι­ναν στ κοι­ν στς 9 ­α­νου­α­ρί­ου 2015, ­μέ­ρα πα­ρου­σί­α­σης τς ν­θο­λο­γί­ας το ­στο­λο­γί­ου μας ­στο­ρί­ες Μπον­ζά­ι ’14 στν χ­ρο τν κ­δό­σε­ων Γα­βρι­η­λί­δης. Πε­ρισ­σό­τε­ρα γι τν βρα­δι τς πα­ρου­σί­α­σης στ «­με­ρο­λό­γιο Κα­τα­στρώ­μα­τος», γ­γρα­φ τς 16ης Μαρ­τί­ου 2015.]

 Κων­σταν­τ­νος Πα­λαι­ο­λό­γος

Μι­κρο­δι­ή­γη­μα κα συλ­λο­γι­κ με­τά­φρα­ση

02-EpsilonΝΑ ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ γι ν θε­ω­ρη­θε ­πι­τυ­χη­μέ­νο, λέ­νε κά­ποι­οι, πρέ­πει ν πε­ρι­έ­χει ­πα­ραι­τή­τως τ ­ξς συ­στα­τι­κά: σέξ, ­πι­στί­α, μυ­στή­ριο, α­μα, ­ρω­ες ε­γε­νι­κς κα­τα­γω­γς κα ­να­φο­ρς στ θε­α. Σύμ­φω­να μ α­τ τ συν­τα­γή, τ πι «συμ­πυ­κνω­μέ­νο» μυ­θι­στό­ρη­μα θ ­ταν τ ­ξς: «Θε­έ μου!!!, ε­πε μαρ­κη­σί­α, θ μ σκο­τώ­σει ν­τρας μου: ε­μαι γ­κυ­ος κα δν γνω­ρί­ζω ­π ποι­όν…». Μ μυ­θι­στό­ρη­μα μ 18 λέ­ξεις; θ ­να­ρω­τη­θε­τε δι­καί­ως. ­πάν­τη­ση ε­ναι, φυ­σι­κά, «­χι», τη­λε­γρα­φι­κ ­φή­γη­ση τν πε­ρι­πε­τει­ν τς μαρ­κη­σί­ας δν ­νή­κει σ κα­νέ­να λο­γο­τε­χνι­κ ε­δος, ε­ναι ­να μ­φι­βό­λου γού­στου ­στε­ο, πο ­μως μς βο­η­θά­ει ν δι­α­κρί­νου­με τ δι­α­φο­ρ πο ­πάρ­χει με­τα­ξ μυ­θι­στο­ρή­μα­τος κα βρα­χεί­ας ­φή­γη­σης, δι­α­φο­ρ πο δν γ­κει­ται τό­σο στν ­κτα­ση ­σο στς προ­θέ­σεις τους: τ μυ­θι­στό­ρη­μα ε­ναι ­να σύμ­παν, φι­λο­δο­ξε, ­κό­μα κα στν ­πο­τι­θέ­με­νη πε­ρί­πτω­ση πο δν θ ξε­περ­νο­σε τς δύ­ο ­ρά­δες, ν συμ­πε­ρι­λά­βει τ πάν­τα, ν­τι­θέ­τως βρα­χεί­α ­φή­γη­ση στν ­δα­νι­κ μορ­φή της δν θ συμ­πε­ρι­λάμ­βα­νε τί­πο­τα, θ ­φη­νε τ πάν­τα στ δη­μι­ουρ­γι­κ φαν­τα­σί­α το ­να­γνώ­στη, ­φο τ κα­θο­ρι­στι­κ στοι­χε­α πο τν προσ­δι­ο­ρί­ζουν (πλν τς ­φη­γη­μα­τι­κό­τη­τας) ε­ναι λ­λει­πτι­κό­τη­τα κα ­φαι­ρε­τι­κό­τη­τα (λέ­ξεις, πε­ρι­έρ­γως, μα­κρο­σκε­λες κα ο δύ­ο).
       «κ πρώ­της ­ψε­ως, ­στο­ρί­α το παγ­κό­σμιου πο­λι­τι­σμο φαί­νε­ται ν ε­ναι ρ­ρη­κτα συν­δε­δε­μέ­νη μ τν ν­νοι­α το με­γά­λου με­γέ­θους», ­λε­γε σκη­νο­θέ­της Θέ­με­λης Γλυ­νά­τσης πα­ρου­σι­ά­ζον­τας, τ Δε­κέμ­βριο το 2012, τν ν­θο­λο­γί­α ­σπα­νό­φω­νου μι­κρο­δι­η­γή­μα­τος Mini71cuentos, μι ν­θο­λο­γί­α πο ­χει «τρο­φο­δο­τή­σει» μ σει­ρ με­τα­φρά­σε­ων τ ­στο­λό­γιο Πλα­νό­διον-­στο­ρί­ες Μπον­ζά­ι. «­μως τ πράγ­μα­τα δν ε­ναι τό­σο ­πλά – πα­ράλ­λη­λα μ τν κα­τα­σκευ­ τς α­σθη­τι­κς κα τς ­θι­κς το με­γά­λου με­γέ­θους, ­πάρ­χει ταυ­τό­χρο­νη, κα ν­τι­στρό­φως ­νά­λο­γη, ­ξέ­λι­ξη τς ­φή­γη­σης το μι­κρο».
       Μπο­ρε πράγ­μα­τι μι­κρ σ ­κτα­ση ­φή­γη­ση ν ρ­χε­ται ­π τ πα­ρελ­θόν, ­π τς κα­τα­βο­λς ­λων τν ση­μαν­τι­κν πο­λι­τι­σμν, κα ν πα­ρου­σιά­ζει ­δι­άρ­ρη­κτη συ­νέ­χεια στ χρό­νο, πο­τ ­μως δν ε­χε γνω­ρί­σει τν κ­πλη­κτι­κ δι­ά­δο­ση τς ­πο­χς μας στν ­ποί­α, βε­βαί­ως, παί­ζουν κα­τα­λυ­τι­κ ρό­λο ο νέ­ες τε­χνο­λο­γί­ες. Γι τς μα­ζι­κς δι­α­στά­σεις πο ­χει λά­βει συγ­γρα­φ μι­κρο­δι­η­γη­μά­των ε­ναι ν­δει­κτι­κ πα­ρα­κά­τω πλη­ρο­φο­ρί­α: τ 2013, στν ΙΙΙ Δι­ε­θν Δι­α­γω­νι­σμ Μι­κρο­δι­η­γή­μα­τος Museo de la Palabra πο δι­ορ­γά­νω­σε τ ­σπα­νι­κ ­δρυ­μα Cesar Egido Serrano συμ­με­τε­χαν 22.571 μι­κρο­δι­η­γή­μα­τα ­π 119 χ­ρες!
       Στς ­σπα­νό­φω­νες χ­ρες τ minicuento (λ­λι­ς minirrelato, mini­ficci­on, microrrelato, microficcion, nanocuento, relato minimo κ.λπ.), μ­φα­νί­ζε­ται μ λο­γο­τε­χνι­κς φι­λο­δο­ξί­ες πε­ρ τ τέ­λη το 19ου α­ώ­να γι ν γνω­ρί­σει κ­πλη­κτι­κ ν­θη­ση προ­ϊ­όν­τος το 20ο α­ώ­να. ­νά­με­σα στος συγ­γρα­φες πο ­σχο­λή­θη­καν μ τ ε­δος ξε­χω­ρί­ζου­με τος Ρουμ­πν Ντα­ρί­ο, Βι­σέν­τε Ο­ϊ­δόμ­προ, Χου­ν Ρα­μν Χι­μέ­νεθ, Χόρ­χε Λου­ς Μπόρ­χες, ν­τόλ­φο Μπι­ό­ι Κα­σά­ρες, Χού­λιο Κορ­τά­σαρ, ­δουά­ρδο Γκα­λε­ά­νο, κ.., ­λοι τους συγ­γρα­φες πρώ­της γραμ­μς πο λ­λα­ξαν τν ­στο­ρί­α τς σύν­το­μης ­φή­γη­σης παγ­κο­σμί­ως.
       ­δ κα μι δε­κα­ε­τί­α πε­ρί­που ­χω ­πι­λέ­ξει α­τ τ λο­γο­τε­χνι­κ ε­δος μ τς βα­θι­ς ρί­ζες στν ­σπα­νό­φω­νη λο­γο­τε­χνί­α γι τ ρ­γα­στή­ρια λο­γο­τε­χνι­κς με­τά­φρα­σης πο δι­ορ­γα­νώ­νω κα συν­το­νί­ζω στ ΑΠΘ, τ ΕΚΠΑ, τ ΕΚΕΜΕΛ τ Abanico γι δύ­ο λό­γους: ­πι­τρέ­πει τν ­να­σχό­λη­ση στ πλαί­σιο το ­διου ρ­γα­στη­ρί­ου μ πολ­λ λο­γο­τε­χνι­κ ­φη κα προ­σφέ­ρει τ δυ­να­τό­τη­τα ­παρ­ξης τε­λι­κο συλ­λο­γι­κο ­πο­τε­λέ­σμα­τος ν­τς λο­γι­κο χρο­νι­κο πλαι­σί­ου.
       ς δο­με, ς πα­ρά­δειγ­μα, τς «πά­λης» μ τς λέ­ξεις μέ­χρι τ συλ­λο­γι­κ κ­δο­χή, τ με­τα­φρα­στι­κ «πε­ρι­πέ­τεια» το μι­κρο­δι­η­γή­μα­τος «Tras la pared» το ­σπα­νο συγ­γρα­φέ­α ­σκαρ Σι­πάν. Ο κ­δο­χς 1, 2 κα 3 ­νή­κουν σ σπου­δα­στς το ρ­γα­στη­ρί­ου, ­ν 4η ε­ναι τε­λι­κ κ­δο­χή:
Tras la pared
Los oígo copular a todas horas, tras la pared de mi habitación. Quizás debí emparedarlos por separado.
κ­δο­χ 1: Πί­σω ­π τν το­χο
Τος ­κού­ω πο πη­δι­ον­ται ­ν πά­σα στιγ­μή, πί­σω ­π τν το­χο το δω­μα­τί­ου μου. ­σως ­πρε­πε ν τος ν­τοι­χί­σω χω­ρι­στά.
κ­δο­χ 2: Πί­σω ­π’ τν το­χο
Τος ­κού­ω ν συ­νου­σι­ά­ζον­ται συ­νε­χς, πί­σω ­π’ τ το­χο το δω­μα­τί­ου μου. ­σως ­πρε­πε ν τος ν­τοι­χί­σω χω­ρι­στά.
κ­δο­χ 3: Πί­σω ­π τν το­χο
Τος ­κού­ω ν τ κά­νουν ­λη τν ­ρα, πί­σω ­π τν το­χο το ­πνο­δω­μα­τί­ου μου. ­σως ν ­πρε­πε ν τος ν­τοι­χί­σω ξε­χω­ρι­στά.
κ­δο­χ Τε­λι­κή: Πί­σω ­π τν το­χο
Τος ­κού­ω ν συ­νου­σι­ά­ζον­ται ­λη τν ­ρα, πί­σω ­π τν το­χο το δω­μα­τί­ου μου. ­σως ­πρε­πε ν τος ε­χα ν­τοι­χί­σει χώ­ρια.
       Στς ρ­χς το 2010 ­να­ζη­τών­τας μέ­σο γι τ δη­μο­σί­ευ­ση ­ρι­σμέ­νων ­σπα­νι­κν μι­κρο­δι­η­γη­μά­των πο ε­χα­με με­τα­φρά­σει μ τς σπου­δά­στρι­ές μου το ΕΚΕΜΕΛ, ρ­θα, μέ­σ μις κοι­νς φί­λης, τς Μα­ρί­ας Σπυ­ρι­δο­πού­λου, σ ­πα­φ μ τν Γιά­ννη Πα­τί­λη πο ­τοί­μα­ζε, ­κεί­νη τν ­πο­χή, τ ­στο­λό­γιο. Θυ­μ­μαι ­τι τ πρ­το μι­κρο­δι­ή­γη­μα πο μς δη­μο­σί­ευ­σε ­ταν « με­τα­μόρ­φω­ση» το λ­μπρτ Γκαρ­σί­α ­λέ­να, στς 7 ­πρι­λί­ου το 2010. ­κο­λού­θη­σαν δε­κά­δες δη­μο­σι­εύ­σεις με­τα­φρά­σε­ων, ­το­μι­κν κα συλ­λο­γι­κν, ­π τ ­σπα­νι­κ κα τ κα­τα­λα­νι­κά.
       Τς προ­άλ­λες δι­έ­τρε­ξα ξα­ν ­λα, κυ­ρι­ο­λε­κτι­κ ­λα, α­τ τ κεί­με­να κα σκέ­φτη­κα πς με­τα­φρα­στς κα συγ­γρα­φες, ε­μα­στε πο­λ τυ­χε­ρο πο βρή­κα­με στ πρό­σω­πο το Πα­τί­λη κά­ποι­ον πο μς ­νω­σε σ ­να συλ­λο­γι­κ μι­κρ-­περ­κεί­με­νο. Τν ε­χα­ρι­στο­με κα συ­νε­χί­ζου­με γι τ ­στο­ρί­ες Μπον­ζά­ι ’15…

Πηγή: Πρώτη δημοσίευση.

Κων­σταν­τ­νος Πα­λαι­ο­λό­γος (­θή­να 1963). ­πί­κου­ρος κα­θη­γη­τς Με­τα­φρα­σε­ο­λο­γί­ας στ ­ρι­στο­τέ­λει­ο Πα­νε­πι­στή­μιο Θεσ­σα­λο­νί­κης. Δι­δά­σκει, ­πί­σης, ­σπα­νι­κ Λο­γο­τε­χνί­α στ λ­λη­νι­κ ­νοι­κτ Πα­νε­πι­στή­μιο. ­χει με­τα­φρά­σει ­π τ ­σπα­νι­κ στ λ­λη­νι­κ ρ­γα τν . Σάμ­πα­το, Μ. λ­το­λαγ­κί­ρε, . λ­δε­κό­α, Μ. Βάθ­κεθ Μον­ταλ­μπάν, Χ. Γι­α­μα­θά­ρες, Ρ. Τσίρ­μπες, Χ. ­γέ­στα, Λ.Μ. Πα­νέ­ρο, Σ. δ Τό­ρο, . Μπρά­ις ­τσε­νί­κε, . Τρα­πι­έ­γιο, . Γκα­μο­νέ­δα, Σ. Πά­μι­ες κα . Κου­έ­το με­τα­ξ λ­λων.

Κυριακή 22 Μαρτίου 2015

Η αριστερόχειρη γυναίκα του ΠΕΤΕΡ ΧΑΝΤΚΕ




Η αριστερόχειρη γυναίκα
   
 του   ΠΕΤΕΡ ΧΑΝΤΚΕ

 Γεν. 1942-Αυστρία

Θεατρικός συγγραφέας, δοκιμιογράφος, σεναριογράφος και σκηνοθέτης.
Το μυθιστόρημα «Η αριστερόχειρη γυναίκα» μεταφέρθηκε  στον κινηματογράφο.
(Την είδαμε παλιότερα στην Ελλάδα και ήταν μια σημαντική ταινία).
Είναι κάτοχος σημαντικών λογοτεχνικών βραβείων της Γερμανίας (μεταξύ
άλλων, Βραβείο Μπύχνερ, το 1973 και Βραβείο Ούνζελντ, προς τιμήν του διαδόχου του  Πέτερ Ζούρκαμπ στον ομώνυμο εκδοτικό οίκο, το 2004),
Σεναριογράφος σε ταινίες του φίλου του, Βιμ Βέντερς (ανάμεσά τους και στην ταινία «Τα φτερά του έρωτα»).
Άλλα έργα του:
Kaspar (1968), They Are Dying Out (1973), και The Hour We Knew Nothing of Each Other (1994), περιέχει 400 χαρακτήρες και κανέναν διάλογο. Μεταξύ των άλλων έργων του είναι τα μυθιστορήματα Die Angst des Tormanns beim Elfmeter (1970, Ο φόβος του τερματοφύλακα στο χτύπημα του πέναλτι, 1972), Die linkshändige Frau (1976, Η αριστερόχειρη Γυναίκα, 1978), και Σε μια σιωπηλή νύχτα εγκατέλειψα το σιωπηλό σπίτι μου (1997) – ένας βιογραφικός απολογισμός της αρρώστιας της μητέρας του, Wunschloses Unglück (1972, Μια θλίψη πέρα από τα όνειρα, 1975 – επίσης ένα θεατρικό μονόλογο, 1977); η εφημερίδα Weight of the World (1977), η συλλογή δοκιμίων The Jukebox (1994).


Άραγε είναι το θέμα του βιβλίου «φεμινιστικό;» όρος ξεπερασμένος,  θα μου πείτε, όμως  διαβάζοντας το βιβλίο, αναρωτιέται κανείς γιατί μια γυναίκα όπως η ηρωίδα του βιβλίου,
η Μαριάννε, διώχνει τον Μπρούνο, τον άντρα της από το σπίτι, λέγοντας ότι θέλει να μείνει μόνη;. Γιατί διώχνει έναν υποδειγματικό σύζυγο και πατέρα του οκτάχρονου  γιου της, που, κατ’ επίφαση,  δεν έχει εδώ και δέκα χρόνια έγγαμης ζωής κανένα πρόβλημα;. Τι είναι αυτό που ζητάει η «γυναίκα» μέσα στην οικογένεια και μέσα στην κοινωνία;
 Είναι  φανερό ότι στις κοινωνίες ο άντρας έχει πετύχει  να επιβληθεί στη γυναίκα.
Η ηρωίδα του βιβλίου θέλει να ξεφύγει από την αδεξιότητά της, θέλει να ξεφύγει από τον δεύτερο ρόλο, τον μη παραγωγικό στο σπίτι, στην κοινωνία, και  αποζητάει την αυτεξουσιότητά της, όπως σε κάθε άτομο πρέπει.
Πετυχημένα ο συγγραφέας μας περιγράφει τον μέσα κόσμο της Μαριάννε, μιας αστής, παραδοσιακής συζύγου, που την πνίγει η επαναλαμβανόμενη καθημερινότητα.
Η «γυναίκα» μόνη τώρα, ξεκινάει από το μηδέν, έχοντας τη φροντίδα ενός παιδιού, και παλεύει για μια νέα ζωή χωρίς εξαρτήσεις.
Όπως αναγράφεται στο οπισθόφυλλο του βιβλίου, «Η αριστερόχειρη γυναίκα μπορεί να διαβαστεί και από την πλευρά του εγκαταλειμμένου άντρα. Ο Χάντκε αποφεύγει να χωρίσει τα φύλα σε καλούς και κακούς, σε θύτες και θύματα».

Σελ. 44, ... ο Μπρούνο τής φώναξε στρίβοντας λίγο το κεφάλι  «Προσπάθησε να μη μένεις διαρκώς μόνη. Αλλιώς, μια των ημερών, θα πεθάνεις».

Όταν μπήκε στο σπίτι, η γυναίκα στάθηκε μπροστά στον καθρέφτη και κοιτάχτηκε. Κοιτούσε τον εαυτό της κατάματα, όχι για να δει πώς είναι, αλλά επειδή νόμιζε πως έτσι μπορούσε να σκέφτεται νηφάλια για κείνη την ίδια. Άρχισε να μονολογεί μεγαλόφωνα: «Μπορείτε να σκέφτεστε ό,τι θέλετε. Όσο περισσότερο πιστεύετε ότι μπορείτε να μιλάτε για μένα, τόσο πιο ελεύθερη θα είμαι απέναντι σας. Καμιά φορά, μου φαίνεται πως τα καινούργια πράγματα που μαθαίνουμε για τους άλλους δεν έχουν καμιά αξία. Στο μέλλον, αν κάποιος θελήσει να μου εξηγήσει πώς είμαι –είτε για να με κολακέψει, είτε για να με κάνει δυνατότερη, δεν το επιτρέπω. Δεν θα επιτρέψω τέτοια αναίδεια»..

Σελ. 75.  Ο Μπρούνο: όμως, πόσων χρονών είσαι , Μαριάννε; Σε λίγο καιρό, ο λαιμός σου θα ‘χει ζαρώσει και στις φακίδες σου θα ‘χουν φυτρώσει τρίχες. Θα ‘χεις αδύνατα ποδαράκια σαν του βατράχου κι από πάνω ένα χοντρό σώμα, σαν βαρέλι. Θα γερνάς όλο και περισσότερο και θα λες πως δεν σε πειράζει, ώσπου μια μέρα θα κρεμαστείς. Θα σαπίσεις στον τάφο σου τόσο ανίδεη, όπως έζησες! Πώς θα περάσεις τον καιρό μέχρι τότε; Θα περιφέρεσαι σαν την άδικη κατάρα τρώγοντας τα νύχια σου;
... εσείς οι γυναίκες με την αξιοθρήνητη λογική σας! Με την πρωτόγονη κατανόησή σας για όλους και όλα. Και δεν βαριέστε ποτέ! Ξέρεις γιατί; Γιατί είστε ανίκανες για οτιδήποτε. Ούτε να βαρεθείτε δεν μπορείτε.....
Πάτε κι έρχεστε άνευ λόγου και αιτίας στα τακτοποιημένα σας διαμερίσματα, λες κι είστε φωτογραφίες του εαυτού σας...... δεν λετε τίποτα σημαντικό: είστε προϊόντα που μας συντροφεύουν μας πνίγετε με τον στενοκέφαλο ανθρωπισμό σας, είστε μηχανές που κολλάνε σε ό,τι είναι ζωντανό και που δεν έχουν καμιά υπόσταση χωρίς αυτό. Μυρίζοντας το χώμα, σέρνεστε και πνίγετε τα άλλα φυτά μέχρι που ο θάνατος θ’ ανοίξει το στόμα του διάπλατα».
Έφτυσε, γυρίζοντας στο πλάι, «εσύ και η καινούργια σου ζωή! Ας γελάσω....»





Δευτέρα 9 Μαρτίου 2015

Επί της πέτρας, του Γιάννη Μακριδάκη




 του Γιάννη Μακριδάκη

Posted on

Το πρωί έκατσα πάλι σε μια πέτρα και κοιτούσα τη δύναμη της φύσης. Ολάκερα δέντρα κατέβασε ο χείμαρρος στην παραλία, ωραία άμμο επίσης στις όχθες του, βλέπεις εμπρός σου ολόκληρο τον αρχέγονο μηχανισμό κατασκευής των ακτών.
Στην εκβολή δε, εκεί που το γλυκό νερό της ροής συναντάει το αλμυρό της θάλασσας, μια ανοίγει και μια κλείνει η έξοδος, όταν έχει πολυνεριές νικάει ο ποταμός, όταν ηρεμούν τα σύννεφα της βροχής νικάει η θάλασσα

Εκεί λοιπόν στην πέτρα που έκατσα και έβλεπα όλα αυτά, σκέφτηκα μια μαθηματική απόδειξη της ματαιότητας του καθημερινού μας καταναλωτικού βίου.
Κάθε στιγμή της ζωής μας κατέχουμε τον μέσο όρο όσων κατείχαμε λίγο πριν γεννηθούμε και όσων θα κατέχουμε λίγο αφότου πεθάνουμε. Μηδέν συν μηδέν δηλαδή, δια όσες στιγμές και να ζήσουμε, πάλι μηδέν μας κάνουν.
Ας μην αγχωνόμαστε λοιπόν για τα υλικά που νομίζουμε ότι έχουμε στην κατοχή μας, σήμερον εμού, αύριο ετέρου, ουδέποτε τινός, ας χαλαρώσουμε, ας αφήσουμε τα γήπεδα του χυδαίου καταναλωτισμού που παραπλανεί τον άνθρωπο και του ρουφάει τις στιγμές άχαρα, και ας μεταβούμε όσο μπορούμε πιο σύντομα να ζήσουμε την αληθινή, τη φυσική ζωή, να ζήσουμε πλάι στον πλούτο τον πραγματικό και να αναλάβουμε την ευθύνη προσωπικά για αυτόν, για τον εαυτό μας δηλαδή για τα άλλα πλάσματα, για τους καρπούς και για τους φυσικούς πόρους γύρω μας.
Ας αφήσουμε στην πλάνη τους και στον έντρομο θάνατό τους όσους νομίζουν ότι κατέχουν πλούτο επειδή σπατάλησαν και σπαταλούν τις στιγμές τους, την ενέργειά τους και την υγεία τους προσπαθώντας καθημερινά με παίγνια ανούσια να συσσωρεύσουν κουπόνια χρήματος, τα οποία θα διαθέσουν μια μέρα, μάταια και νομοτελειακά, στους γιατρούς εκλιπαρώντας για λίγες στιγμές ζωής που δεν γνώρισαν διότι είχαν αφοσιωθεί πιστά στην σπατάλη της προς συλλογή του “πλούτου” τους…