Δευτέρα 9 Ιουνίου 2014

Ανεχώρησε η "κυρία Μάνια"



Γιάννης Μακριδάκης


Posted on
Η “κυρία Μάνια” ήταν για μένα ο άνθρωπος, στου οποίου την κρίση και την εμπειρία επί της λογοτεχνίας οφείλω την όποια ύπαρξή μου στα ελληνικά γράμματα. Ήταν εκείνη που διάβασε το πρώτο μου βιβλίο, τον Ανάμιση ντενεκέ και το πρότεινε στην κόρη της την Εύα προς έκδοση από την Εστία. Ήμουν ουσιαστικά η τελευταία της επιλογή από τον μακρύ κατάλογο των συγγραφέων της Εστίας όλα αυτά τα χρόνια που διηύθυνε τον εκδοτικό οίκο ή που, αποτραβηγμένη στο γραφειάκι της, στο βάθος του ιστορικού βιβλιοπωλείου, παρακολουθούσε τα πάντα γύρω από το χώρο των εκδόσεων και της λογοτεχνίας.
Νιώθω πολύ τυχερός που αξιώθηκα να ζήσω την βγαλμένη από μια άλλη Αθήνα ατμόσφαιρα του γραφείου της, να ακούσω τις απόψεις της και τις εμπειρίες της επί των προβληματισμών μου, τις συμβουλές της κάποιες φορές και να γνωρίσω εξαίρετους ανθρώπους που την επισκέπτονταν συνεχώς εκεί. Θυμάμαι με γλύκα τα μεσημεριανά τσίπουρα και τις ρακές με τα ξηροκάρπια άλλοι όρθιοι, άλλοι στα σκαμπουδάκια κι άλλοι βυθισμένοι στις παλιές δερμάτινες πολυθρόνες, θυμάμαι τα περιστέρια, που ήξεραν πια την ώρα άφιξής της στο γραφείο και κατέβαιναν κι αυτά κατά σμήνη, συνοστίζονταν στον ακάλυπτο και στο κασαλίκι του μεγάλου συρόμενου παραθύρου περιμένοντας το σταράκι από τα χέρια της.
Θυμάμαι που έκανε εκείνο τεράστιο ταξίδι με ένα σαπιοκάραβο της άγονης γραμμής από την Λήμνο όπου έκανε διακοπές και ήρθε καταταλαιπωρημένη στη Χίο μαζί με την φίλη της την Ε.Ξ. για να με τιμήσουν στην παρουσίαση του πρώτου μου βιβλίου, ξαναγύρισαν δε στη Λήμνο με το επόμενο βαπόρι.
Θυμάμαι την τελευταία φορά που πήγαμε μαζί στην Διεθνή Έκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης, εκεί που συνειδητοποίησα ότι αν έμπαινες μαζί με την κυρία Μάνια από την κεντρική πύλη της έκθεσης, μέχρι να φτάσεις στο βάθος, όπου βρισκόταν συνήθως το περίπτερο της Εστίας, χρειαζόταν σχεδόν μισή μέρα περπάτημα και ορθοστασία αφού από κάθε περίπτερο στη διαδρομή έβγαιναν οι εκδότες και το προσωπικό για να την χαιρετίσουν, να της δηλώσουν τον σεβασμό τους, να την προσκαλέσουν να καθίσει μαζί τους λίγο, να της πουν τα εκδοτικά τους νέα και την ρωτήσουν την γνώμη της. Μου έκανε εντύπωση με πόσο σεβασμό υποκλίνονταν εμπρός της οι άνθρωποι του βιβλίου κι εκείνη πάντα με το γέλιο και την ατάκα του αυτοσαρκασμού στο στόμα έδειχνε κατά βάθος να απολαμβάνει τον άτυπό της τίτλο της μητέρας των εκδοτών
Πολλά ακόμα θυμάμαι από την σχέση μου με την κυρία Μάνια. Τα τηλεφωνήματα που κάπου κάπου μου έκανε, για να μου χτυπήσει καμπανάκι σχετικά με κάποιο πολιτικό μου σχόλιο ή για να μάθει αν γράφω και πότε θα της στείλω να διαβάσει κανένα χειρόγραφο. Πάντα μου έλεγε να κάτσω εκεί που κάθομαι, να μείνω στη Χίο, στο χωριό μαζί με τα φυτά και τα ζώα, μη τυχόν και διανοηθώ να πάω στην Αθήνα και στις συναναστροφές, έτσι μου έλεγε με τον γνωστό σαρκασμό της και το μάτι της έλαμπε, ήταν γνωστή σε όλους η αγάπη της για τα φυτά και τα ζώα, για τα πουλιά, τα λουλούδια.
Ποτέ δεν έχασε το χιούμορ της, ακόμη και τους σωματικούς πόνους με αυτοσαρκασμό και γέλιο γάργαρο τους αντιμετώπιζε, ακόμη και σε αυτή την τελευταία πολύ δύσκολη περίοδο του εγκλεισμού της στο σπίτι στο Ψυχικό, γελούσαμε στις κουβέντες μας, πρώτα απ’ όλα για τον τρόπο που κουβεντιάζαμε γελούσαμε, εγώ μιλούσα κι εκείνη έγραφε, πάντα όμως είχε κάτι να μου πει για να με εμπνέει, να με κάνει να συνεχίζω δίχως ταλάντευση, δίχως αμφιβολία τον δρόμο της αφοσίωσης στη γη και στη συγγραφή.
Η κυρία Μάνια, ο άνθρωπος που ουσιαστικά με έβαλε στα ελληνικά γράμματα ανεχώρησε χθες για άλλους τόπους. Τώρα την αναλαμβάνουν πια τα πουλιά, τα ζωντανά, τα φυτά και τα λουλούδια. Να της ανταποδώσουν την τόση αγάπη που τους πρόσφερε όλα αυτά τα χρόνια της ανθρωπινής της υπόστασης. Είμαι βέβαιος ότι θα ζει μιαν αιώνια άνοιξη πλέον αφού όλα αυτά τα πλάσματα θα χαμογελούν συνέχεια με τις ατάκες της κι έτσι θα γίνει και ο δικός μας κόσμος εδώ κάτω πολύ καλύτερος σύντομα
Καλό ταξίδι κυρία Μάνια, καλά να περνάς εκεί με τις ψυχούλες αυτές γύρω σου και κοίτα να με κάνεις πάλι γραφιά άμα ξανανταμώσουμε, δεν το μετάνιωσα, μ’ άρεσε και σ’ ευχαριστώ από την καρδιά μου.