Τετάρτη 11 Οκτωβρίου 2023

Το πανδοχείο της μνήμης, του Tony Judt

 

                   


 

                    ΤΟ ΠΑΝΔΟΧΕΙΟ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ

                       του TONY JUDT

 

 Ο Tony Robert Judt, εβραϊκής καταγωγής, ήταν αγγλοαμερικανός ιστορικός, δοκιμιογράφος και καθηγητής πανεπιστημίου. Ειδικεύτηκε στην ευρωπαϊκή ιστορία. Γεννήθηκε στις 2 Ιανουαρίου 1948, στο Ανατολικό Λονδίνο, και απεβίωσε στις 6 Αυγούστου 2010.

  

Η αυτοβιογραφία του Tony Judt, με τίτλο «Το πανδοχείο της μνήμης» κυκλοφόρησε μετά τον θάνατό του. Ένα μικρό βιβλίο, με πολλά και μεγάλα γεγονότα των εξήντα δυο χρόνων της ζωής του, κατά τον 20ο και 21ο αιώνα.

 

Σκέφτομαι, ότι τέτοιοι μεγαλοφυείς-εμπνευσμένοι άνθρωποι, όπως ο συγγραφέας Tony Judt, έχουν τη θεϊκή δύναμη να μεταδώσουν ό,τι έχουν σπουδάσει και ό,τι έμφυτες ιδέες ενυπάρχουν στη σκέψη τους, ακόμα και λίγο πριν αφήσουν την τελευταία τους πνοή, σε έναν κόσμο που έχει την τύχη να τους διαβάζει.

Το παρήγορο είναι, γράφει ο Τζωρτζ Στάινερ, ότι: Σήμερα, ένα άτομο ανίκανο για την παραμικρή σωματική κίνηση, που μιλάει με μεταλλικό λάρυγγα, από ένα αναπηρικό καροτσάκι, χαρτογραφεί τις μακρινές όχθες του Σύμπαντός μας. Εννοώντας τον Στίβεν Χόκινγκ.

Προλογίζω: η ανίατη ασθένεια του συγγραφέα, είναι ασθένεια κινητικών νευρώνων ή αμυοτροφική πλευρική σκλήρυνση. Κατάρατη αρρώστια, που αφήνει το μυαλό να αναλογίζεται το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον, αλλά σου στερεί κάθε δυνατότητα να μετουσιώνεις τις σκέψεις σε λέξεις.

Ο εγκέφαλος του συγγραφέα, σαν το πανδοχείο εκείνο που πήγαινε με τους γονείς στα μικράτα του, γεμίζει με τις θύμισες του. Βρίσκεται περικυκλωμένος από αναμνήσεις μιας ολόκληρης ζωής, με γεγονότα ατομικά, ιστορικά, πολιτικά, γεωγραφικά, φιλοσοφικά, κοινωνικά,  λόγια στοχαστικά, ευφυή, με χιούμορ, και καταφέρνει, μετά την ενθάρρυνση του Τίμοθι Γκάρτον Ας, (φίλος και γραμματέας του) να τα αφηγηθεί υπαγορεύοντας την αυτοβιογραφία του. Όπως αναφέρει στον πρόλογό του, κάποια κείμενα τα είχε ήδη έτοιμα, πριν αρρωστήσει, και δεν άλλαξε τίποτα, αφού οι εκδότες του ενθουσιάστηκαν διαβάζοντάς τα. Μιλούσε με κινήσεις των μάγουλών του. Ας σκεφτούμε ότι για κάθε λέξη, που διατύπωνε, χρειαζόταν ένα ολόκληρο λεπτό.

 

Το πανδοχείο της μνήμης, αυτοβιογραφία του συγγραφέα, με λογοτεχνική απόδοση, ποιητική, φιλοσοφική, νοσταλγική, συναισθηματική και με αίσθηση του τέλους. Κριτικάρει τον κακώς εννοούμενο εξισωτισμό, επικρίνει την άμβλυνση των δημοτικών σχολείων, την κυριαρχία του ιδιωτικού εκπαιδευτικού συστήματος και πολλά κοινωνικά ζητήματα, που μας απασχολούν μέχρι σήμερα.

Δεκαετία του 50 τα παιδικά του χρόνια, μετά τον Β’ Π.Π., με εβραϊκά ήθη και έθιμα, μυρωδιές φαγητών, όχι ιδιαίτερα της αρεσκείας του τα φαγητά της μαμάς, όσο των γιαγιάδων του. Αναφέρει την οδυνηρή μαθητεία του στα Ισραηλινά Κιμπουτς, όπου έπρεπε να συμβιβαστεί με τα ιδανικά τους, να στηρίξει το συνεργατικό πνεύμα, για να μπορέσουν να επιβιώσουν οι Εβραίοι. Σημειώνει με έμφαση την αγάπη του στα τρένα και στο αλπικό χωριό Μύρρεν της Ελβετίας.

Αναφέρει τις σπουδές του στο Κέμπριτζ, τα φοιτητικά του χρόνια, τα πηγαινέλα με το πράσινο λεωφορείο και τις μεταπολεμικές αλλαγές της χώρας του. Την αποστροφή του στις ιδεολογίες του καθένα και σε κάθε «ισμό», την μετοίκησή του στη Ν. Υόρκη, όπου αισθάνθηκε Ευρωπαίος, όσο ποτέ. Εξεγερμένος στα είκοσι του, όπως οι νέοι της τότε εποχής. Αντικομφορμιστής διανοούμενος.

Περιγράφει, την πρώτη του δουλειά, εποχή Πρίσλεϋ και προ Μπητλς, στο μουσικό τμήμα Λονδρέζικου βιβλιοπωλείου, όπου επιτρεπόταν να εργάζεται μόνο τα Σάββατα, ως δεκατετράχρονος, και ο κύριος πόλος έλξης του ήταν η όμορφη 17χρονη ταμίας.

Θίγει την πολιτική και νεώτερη ιστορία διαφόρων χωρών, εμφυλίους πολέμους, όπως και της Ελλάδας.

Ένα βιβλίο 25 κειμένων,  που το έχεις στο κομοδίνο σου και το διαβάζεις ξανά και ξανά και παίρνεις κάτι απ’  αυτόν το σπουδαίο επιστήμονα στοχαστή, που η φειδωλή ζωή δεν του άφησε τράτο, ώστε να μας φωτίζει για περισσότερα χρόνια με τις σκέψεις και γνώσεις του.

 

Απάνθισμα:

Υπάρχει ένα υποτυπώδες μονοπάτι που συνοδεύει το μικρό τρένο του Μύρρεν. Στα μισά του, ένα μικρό καφέ –η μόνη στάση της γραμμής- σερβίρει τη συνηθισμένη γκάμα ελβετικού υπαίθριου φαγητού. Μπροστά, το βουνό χύνεται απότομα προς την τεκτονική τάφρο πιο κάτω. Πίσω, μπορείς να ανηφορίσεις μέχρι τους καλοκαιρινούς στάβλους με τις αγελάδες, τις κατσίκες και τους βοσκούς. Ή μπορείς απλώς να περιμένεις το επόμενο τρένο –πάντα στην ώρα του, προβλέψιμο και με ακρίβεια δευτερολέπτου. Τίποτα δεν συμβαίνει εκεί· είναι το πιο ευτυχισμένο μέρος στον κόσμο. Δεν μπορούμε να διαλέξουμε που ξεκινάμε τη ζωή μας, μπορούμε όμως να την τελειώσουμε εκεί που θέλουμε. Εγώ ξέρω που θα βρίσκομαι: ταξιδεύοντας χωρίς κανέναν ιδιαίτερο προορισμό, πάνω σ’ αυτό το μικρό τρένο, για πάντα.