Δευτέρα 13 Ιανουαρίου 2014

ΤΟ ΜΗΛΟ, του Μισέλ Φέϊμπερ (γεν. στην Ολλανδία, ζει στην ορεινή Σκοτία)



Ένα αξιοπρόσεκτο βιβλίου που διάβασα πρόσφατα.
Παραθέτω τις ενδιαφέρουσες σημειώσεις της Μαρίας Ιωαννίδου, από το διαδίκτυο.

Το Μήλο, Διηγήματα
Μτφρ. Μιχάλης Μακρόπουλος, Εκδόσεις Καστανιώτη

 
«Κόψιμο από χαρτί»
Ένα μήλο κυλάει από την βικτοριανή εποχή, ως τα σήμερα. Όχι «μισοδαγκωμένο», ούτε το «Μεγάλο», αγγλόφωνο ωστόσο. Το μήλο, το φρούτο της Εύας, το φρούτο της Έριδας και…
«Το Μήλο» του Μισέλ Φέιμπερ
Διηγήματα, όπου ένας ζαχαρωτός ποντικός ξεφεύγει από την Σούγκαρ, νεαρή πόρνη που δείχνει να τιμά με κάθε τρόπο τις καμιζόλες της. Ο ποντικός γίνεται αρουραίος και επιδίδεται σε «αρουραιομαχίες» σε σκοτεινά και υγρά υπόγεια στις όχθες του Τάμεση.
Μια μύγα, περιτριγυρίζει απειλητικά τα ανοίγματα μιας άλλης πόρνης, ενώ ο πελάτης αναζητά μόνο λίγο και καλό ύπνο στην αγκαλιά της.
Το μήλο, που θα μπορούσε να είναι μια σημερινή… μολότοφ, κι η άλλη νεαρή γυναίκα που αποστέλλει επιστολές προσπαθώντας να επαναφέρει στο δρόμο της αρετής, τους ιδιοκτήτες δούλων στην Αμερική –και που θα μπορούσε να είναι μια ακτιβίστρια που στέλνει μέηλς εκ μέρους μιας Μ.Κ.Ο.
Αλλά και γλυκές γεύσεις, σοκολατάκια, αρώματα και σαπούνια, κορσέδες και άμαξες, πρωτόγονα φάρμακα και κολλώδεις μύξες, όλα μπερδεύονται πικρόγλυκα με σαφέστατο βρετανικό φλέγμα. Νύξεις και γλαφυρές εικόνες για την εποχή, για τον αγώνα ανάμεσα σε άντρες και γυναίκες, γυναίκες και γυναίκες, παρελθόν και παρόν.
-«Τρέχει από τα έρημα δρομάκια με τους στάβλους στην οδό Σίλβερ και κοιτάζει πέρα δώθε. Υπάρχει ένα καρότσι με φρούτα, με τη Χοντρή Μεγκ από πίσω, και ο σκύλος της Χοντρής Μεγκ, που ξύνεται στον ήλιο. Υπάρχει ένας γέρος που πουλάει γιακάδες πουκαμίσου βαλμένους σ’ ένα κοντάρι. Ένας οδοκαθαριστής που περιμένει να πέσουν καβαλίνες. Η Τες, μια πόρνη από ένα ανταγωνιστικό σπίτι, που παλεύει ν’ ανοίξει ένα παρασόλι. Δύο δανδήδες που βαδίζουν αποφασιστικά προς μια άμαξα που έχουν σταματήσει. Μία ομάδα βρώμικων παιδιών με σκληρή όψη και τραγιάσκες. Ένας αστυνόμος επαγρυπνών για τυχόν παράνομη συμπεριφορά που η δωροδοκία την έχει κάνει αόρατη»-
είναι ένα μικρό δείγμα της ζωντανής εικονοποιίας από το κομβικό διήγημα «Το Μήλο» που, όπως και το σύνολο των διηγημάτων που αλληλοσυνδέονται, δεν παραμένει στην ηθογραφία. Άλλωστε στο «Ένα πλήθος γυναικών…» το τελευταίο από τα διηγήματα, τα πράγματα σοβαρεύουν, τα μυστήρια γίνονται όλα ένα:
“είμαι άνθρωπος, έχω εξασφαλίσει τις βασικές ανέσεις, αλλά την επόμενη Κυριακή θα βαδίσω στο δρόμο κρατώντας μια άκρη ενός πανό»,
κατά δήλωση ενός ήρωα που ετοιμάζεται να συνοδέψει τις «δύο γυναίκες του» στη διαδήλωση των σουφραζέτων.
Ενώ παράλληλα οι συναισθηματικές καταστάσεις που σκιαγραφούνται, όπως:
«Το να είσαι σπιτικό δεν είναι εύκολο», ή
«Παιδιά που έχασαν τη μητέρα τους αλλά ήταν πού μικρά για να συνειδητοποιήσουν το χαμό της και επομένως συνέχισαν να παίζουν»,
«Άχοι λογομαχίας, διαμαρτυρίας, πραγμάτων τη μητέρας να ρίχνονται σε κουτιά, επίπλων και φωτιστικών να ξεβιδώνονται με βία από τον τοίχο, όλου του σπιτιού να ξεμοντάρεται. Και το παιδί συνεχίζει ανήσυχο να παίζει μουρμουρίζοντας ένα τραγουδάκι»,
αποδεικνύουν ότι στη πένα του Φέϊμπερ τρέχει το μελάνι της διαχρονικότητας καθώς σκηνές και λεπτομέρειες σαν κι αυτές δεν αλλάζουν όσα χρόνια κι αν περάσουν, όσες κοινωνικές αλλαγές κι αν συντελεστούν. Με κορυφαία, ίσως αντιπαραβολή, την ταυτόχρονη διαπίστωση του αφηγητή ότι γεννήθηκε όταν το σεξ δεν είχε εφευρεθεί ακόμα αλλά και ότι χρειάστηκαν δύο για να γίνει.
Η έκφραση, «κόψιμο από χαρτί», φράση που θα μπορούσε κάλλιστα να είναι τίτλος ποιήματος, αντιδιαστέλλεται διακριτικά στις βαθιές πληγές της κεντρικής ηρωΐδας με το γλυκό όνομα και τη πικρή ζωή που μεταφέρει το μύθο και αποτελεί αφορμή για να ζωντανεύουν τα βιώματα. Προβάλλει κάθε τόσο οπλισμένη με το ακέραιο μήλο της, στο χέρι και μας το προσφέρει. Για φάγωμα ή για «όπλο» απέναντι στις προκαταλήψεις που διαρκούν από την βικτοριανή εποχή ως τα σήμερα.

Ευγενία Μακαριάδη

Κυριακή 5 Ιανουαρίου 2014

ΤΟ ΧΑΣΤΟΥΚΟΔΕΝΤΡΟ του ΑΡΗ ΜΑΡΑΓΚΟΠΟΥΛΟΥ

                            

                                    ΤΟ ΧΑΣΤΟΥΚΟΔΕΝΤΡΟ
                                  του  ΑΡΗ ΜΑΡΑΓΚΟΠΟΥΛΟΥ (γεν. 1948, Αθήνα)

                                           (εκδόσεις ΤΟΠΟΣ)


Αυτό το βιβλίο δεν διαβάζεται απλά, αλλά απαιτεί  μελέτη  μια και αναφέρεται σε γεγονότα της πρόσφατης ιστορίας μας. Είναι σα να παρακολουθείς κινηματογραφική ταινία με πολέμους, με νικητές, με ηττημένους, με ραδιούργους, με φρικιαστικούς βασανιστές,  με αιμοβόρους φονιάδες, με ποταπούς άρχοντες και τα τσιράκια τους, οι δούλοι τους.  Πρωταγωνιστεί ο αιώνιος έρωτας και υπερίπταται  πάνω από την αιμάτινη πολεμική κάπνα και σαπίλα ολιγαρχικών καθεστώτων είναι η αγάπη μιας λαίδης από την Ουαλία με έναν έλληνα ναυτικό, που το ‘λεγε η καρδιά τους. Είναι η αληθινή ιστορία, μυθιστορηματικά γραμμένη,  τους ζεύγους  Αντώνη και Μπέτυς Αμπατιέλου.

Μια φονική καταιγίδα στην Ελλάδα, καταγραμμένη από το 1941 μέχρι το 1989,  που φόνευσε και φονεύει μέχρι σήμερα τα παιδιά της  όμως όπως τότε και σήμερα και πάντα θα υπάρχουν πολλοί που θα σηκώνουν κεφάλι  υπερήφανα, και οι πράξεις τους είναι τα  χαστούκια δικαίου που έκοψαν από κείνο το Χαστουκόδεντρο, που βλασταίνει στην Ουαλία και οι καρποί του είναι εκατομμύρια χαστούκια για το δίκιο, για το δικαίωμα, για το ήθος, για την αξιοπρέπεια, αλλά και για το άδικο, το αισχρό, την ύβρη της ζωής, της αναξιότητας, της βαρβαρότητας. Ένα Χαστουκόδεντρο, που μπορείς να φας και να δώσεις χαστούκι δικαίου και αδίκου.

Πιο κάτω λίγα από τα χαστούκια που περισυνέλεξα:

-Χαστούκι στους εφοπλιστές με τα καράβια τους, τους σκυλοπνίχτες. Ωνάσηδες, Νιάρχοι,  κλπ.
-Χαστούκι σ’ αυτούς που σκότωσαν τον Νίκο Μπελογιάννη.
-Χαστούκι σ’ αυτούς που σκότωσαν τον ειρηνιστή Γρηγόρη Λαμπράκη.
-Χαστούκι στην Αντιγόνη Βεϊζαδέ  (είχε εργαστεί στα SS) και τον σύζυγό της Ηλία (συνιδιοκτήτη σε           καμπαρέ της Τρούμπας) που αφού βασάνισαν το «δουλάκι» τους, την 12χρονη υπηρέτριά τους  Σπυριδούλα Ράπτη, την σιδέρωσαν με καυτό σίδερο.  
-Χαστούκι σε οποιαδήποτε εστεμμένη, όπως η Φρειδερίκη της Ελλάδας,  για την περιφρόνησή                          της να δεχτεί ένα γράμμα από μια γυναίκα, την Μπέτυ Αμπατιέλου που ζητάει την                      απελευθέρωση του συζύγου της Αντώνη μετά από  17 χρόνια φυλακή, για τις                                κομμουνιστικές του ιδέες.
     Η Μπέτυ που έγινε σύμβολο αγωνίστριας όχι μόνο για τις
    ιδέες της, αλλά και για τις μακροχρόνιες, καθημερινές μάχες, ως ερωτευμένη και  πιστή γυναίκα,  για την αποφυλάκιση του άντρα της. Την απαθανάτισαν σε διαδήλωση, να ‘χει μια πινακίδα, κρεμασμένη στο λαιμό, που έγραφε: QUEEN FREDERICA RELEASE MY HUSBAND TONY AMBATIELOS. Η φωτογραφία αυτή έκανε το γύρο του κόσμου ξεφτιλίζοντας τη βασίλισσα της Ελλάδας. 

Σελ. 372: Good Heavens, a slap-tree! Φώναξε μαγεμένη στη θέα του γιγάντιου δέντρου με τα μύρια μικρά και μεγάλα σκαμπίλια που κρέμονταν τσαμπιά ολόκληρα, μπορούσες άνετα να τραβήξεις μια αρμαθιά και ν’ αρχίζεις να χαστουκίζεις όποιον κατάφωρα σε αδίκησε, αυτό κατάλαβε, όποιον σου έχει πρήξει το συκώτι, όποιον σ’ έκλεψε και σε πόνεσε και σ’ αγνόησε και σε τσαλαπάτησε και σ’ έκλεισε φυλακή και σε βασάνισε και με δυο λόγια σου στέρησε δυο τρία βασικά πράγματα, δεν ήταν πουθενά γραμμένο αυτό αλλά το ένιωθες βαθιά μέσα στο χρυσοκόκκινο δάσος του Φάουαρ, το ένιωθες κάτω από την ευεργετική σκιά του αρχαίου Κόκκινου Κάστρου, το ένιωθες πεντακάθαρα ότι αυτό το ονειρεμένο Χαστουκόδεντρο υπήρχε πάντα εκεί, από τα χρόνια της κόρης Μπλοντιουάνδης, για να τρυγάει ο καθένας το μερίδιό του στα χαστούκια που του αναλογούν, όσα είναι άδικο και δίκαιο να λάβει κι όσα είναι άδικο και δίκαιο να δώσει, τα χαστούκια που μπορούν ελεύθερα να μοιραστούν σαν τη βροχή, επί δικαίων και αδίκων: στον άστοργο πατέρα και στον άστοργο δάσκαλο, στον ψεύτη παπά και στον ψεύτη ζωγράφο, στον ασυνείδητο αστυνόμο και στον ασυνείδητο εφοριακό, στον ανήθικο γιατρό και στον ανήθικο δικαστικό, στον δούλο γραμματέα και στον δούλο ποιητή, στον αγορασμένο πολιτικό και στον αγορασμένο οπαδό, στον αγάμητο στρατοκράτη και στον αγάμητο τεχνοκράτη, στον κλέφτη τραπεζίτη και στον κλέφτη πρωθυπουργό δηλαδή στον καθένα δόλιο εξουσιαστή των ψυχών – έτσι κρέμονται ζουμερά απ’ το Χαστουκόδεντρο που στέκεται εκεί από κτίσεως κόσμου, ώριμα τσαμπιά να τρυγηθούν από τον πάσα ένα και να δοθούν στον πάσα ένα, χιλιάδες σιδερένια, αλαβάστρινα, χάλκινα, ξύλινα, κοκάλινα, μαρμάρινα χαστούκια παιδιών και γέρων ανθρώπων, αντρών και γυναικών, ανήμπορων, σπαρταριστά χαστούκια, σκαμπίλια, κόλαφοι (όπως θες πες τα), πρώτη τιμωρία πάνω στο ακρωτηριασμένο και φτωχό, τελευταία ελπίδα  για τον ακρωτηριασμένο και φτωχό – αυτά εκεί κρέμονται προκλητικά, έτσι να κάνεις τα έφτασες, μια γιγαντιαία σταχτοπράσινη ομπρέλα στο δάσος του Φάουαρ με τον αλυσοδεμένο στην κορφή Τόνι ή Μπότομ, ή κι εγώ δεν ξέρω ποιον άλλον, και την αγανακτισμένη Μπέτι ή Πηνελόπη ή Μπλοντιουάνδη ή Κόνι ή Μια λαϊκή γυναίκα........

Ευγενία Μακαριάδη