Τετάρτη 28 Μαρτίου 2012

ΤΟ ΤΡΕΝΟ ΤΩΝ ΝΕΦΩΝ της Ευγενίας Φακίνου. (Μυθιστόρημα) εκδόσεις Καστανιώτη.

Ένα ταξίδι με ιστορικά γεγονότα της Λατινικής Αμερικής, ένα ταξίδι λογοτεχνικό που η Φακίνου συγγραφεί και δημιουργεί, ευρηματικά, μαζί με σπουδαίους Λατίνους λογοτέχνες, όπως ο Μπόρχες, ο Μάρκες, ο Μάριο Βάργκας Λιόσα, η Αλιέντε, και άλλοι.

Ένα ταξίδι με το τρένο των νεφών. Ένα τρένο που σε κάθε βαγόνι του έχει ένα κομμάτι της ιστορίας της Λατινικής Αμερικής. Ένα τρένο υπαρκτό. Παλαιότερα έφτανε μέχρι το λιμάνι Βαλπαραϊσο.

Στη μυθοπλασία της Φακίνου το τρένο γίνεται μαγικό, τρομακτικό γιατί έχει τη φήμη ότι μπαίνει κανείς νέος και βγαίνει γέρος. Σε κάθε βαγόνι ο επιβάτης μεγαλώνει δέκα χρόνια επιπλέον.

Ας δούμε, λοιπόν, τον ήρωα της ιστορίας πώς και γιατί αποφασίζει, μόλις δεκάχρονος, να ταξιδέψει μ' αυτό το τρένο που διασχίζει την οροσειρά των Άνδεων.

Το χωριό Σαν Πέδρο ή Σκατοχώρι, αυτό το παρανόμι (για το κατά τα άλλα όμορφο τόπο) το 'δωσαν εξ αιτίας της άμμου -που έρχεται με τον αέρα και σκεπάζει τα πάντα, κλείνεται ο κόσμος στα σπίτια του μόλις βραδιάσει για να γλιτώσει από την έφοδο της άμμου που πληγώνει το δέρμα-.

Ένα ποτάμι διχοτομεί το χωριό.

Από τη μια πλευρά: χαμόσπιτα και παράγκες όπου ζουν οι φτωχοί εργάτες του μεγαλοκτηματία δον Φελίπε, που έχει στο πόδι του έναν σκληρόψυχο επιστάτη, ως συνηθίζουν οι τσιφλικάδες,

και από την άλλη: καλά σπίτια που ζουν οι προύχοντες.

Ένα ανταριασμένο βράδυ, στη φτωχική πλευρά του χωριού, ο κουτσός Χουάν, σακατεμένος από γέννας μια κι έβγαινε με τα πόδια από την κοιλιά της μάνας του, αναγκάστηκε να βγει από το καλύβι του όταν άκουσε συνεχή βογκητά μιας απελπισμένης, ετοιμόγεννης νέας. Η γυναίκα πριν πεθάνει από αιμορραγία είπε πως ο πατέρας του παιδιού της ήταν ένας λαθρέμπορος διαμαντιών με το όνομα Οδυσσέας.

Το παιδί επέζησε.

Ήταν πανέμορφο με ξανθά μαλλιά και γαλανά μάτια. Διέφερε ολωσδιόλου από τους κατοίκους του τόπου αυτού, που άλλοι είχαν το χρώμα του χαλκού, άλλοι σκούρο, άλλοι πιο ανοιχτό. Οι ανοιχτόχρωμοι ήταν από τους κατακτητές κονκισταδόρες που πήγαν με τις ντόπιες γυναίκες, δηλαδή μισοί Ινδιάνοι και μισοί Σπανιόλοι.

Ο Δάσκαλος του χωριού ονόμασε το παιδί "Κανένας".

Ο δεκάχρονος Κανένας, σαν αληθινός γιος Οδυσσέα, ανεβαίνει στο τρένο ψάχνοντας να βρει έναν άγνωστο πατέρα, ψάχνοντας ασυνείδητα να βρει -να μάθει- αυτό που του λείπει, αυτό που λείπει από τον Καθένα.

Ο Ελεγκτής του τρένου είναι εκείνος που το διοικεί, καθώς και τους επιβάτες. Έτσι, οδηγεί τον Κανένα στο πρώτο βαγόνι. Στο πρώτο βαγόνι συναντά και μαθαίνει ιστορίες αυτοχθόνων Ινδιάνων, ιστορίες χρυσοθήρων, κ.α.. Στο ίδιο βαγόνι ανδρώνεται ξαφνικά, ενώ μια επιβάτισσα πόρνη τον μυεί στον έρωτα.
Ο τριαντάχρονος πλέον Κανένας οδηγείται στο δεύτερο βαγόνι και εκεί μαθαίνει από τους μασκαρεμένους ηθοποιούς τις περιπέτειες της Χώρας από τους κατακτητές.

Στο τρίτο βαγόνι που οδηγείται ο σαραντάχρονος Κανένας γνωρίζει μορφές της Λατινοαμερικάνικης ιστορίας όπως ο στρατηγός Σιμόν Μπολιβάρ (1783 Καράκας, 1830 Κολομβία), ο Τσε Γκεβάρα (1928-1967), η Εβίτα Περόν (1919-1952), ο Αριστοτέλης Ωνάσης (1906-1975), κ.α.

Στο τέταρτο βαγόνι ο πενηντάρης Κανένας απογοητευμένος από το ταξίδι, που δε φτάνει στον προορισμό που θέλει, δηλαδή στο Λιμάνι για να βρει τον πατέρα του, συναντά έναν τυφλό -γέρο φιλόσοφο. Σ' αυτά που του ιστορεί τον ξαφνιάζει σαν του λεει για μια εικόνα ενός βιβλίου που δείχνει δυο παιδάκια που διαβάζουν. Όμως κι ο ίδιος είχε δει την ίδια ακριβώς εικόνα και το ίδιο είχε σκεφτεί ξεφυλλίζοντάς το στα δέκα του χρόνια μαζί με την πεντάχρονη φίλη του Ρεββέκα..

-Αυτό το απεικόνισμα μπορεί να είσαι συ που σου το δάνεισα, μπορεί να είναι άλλος που εσύ θα του το δανείσεις κι αυτός ο άλλος στον άλλον... και στον άλλον... είπε ο φιλόσοφος.

Ο Κανένας απάντησε - και συ ξέρεις ότι τα λόγια που λες τα 'χεις πάρει από κάποιον άλλον;

Ο Κανένας αυτή τη φορά δεν περίμενε τον Ελεγκτή να τον οδηγήσει στο επόμενο βαγόνι και μετά στο μεθεπόμενο κ.ο.κ. , άνοιξε την πόρτα του βαγονιού τραβώντας μαζί του την πεντάχρονη φίλη του και πήδηξε έξω σκεπτόμενος ό,τι άφησε πίσω του το μέλλον, λόγια που μπορεί να ήταν του τυφλού γέροντα και όχι δικά του.

Ωραίο το σκασιαρχείο από τον μοιραίο Ελεγκτή.

Ένα ταξίδι, μια υπαρξιακή αγωνία και αναζήτηση αυτοπροσδιορισμού του Κανένα και του Καθένα..

Κυριακή 25 Μαρτίου 2012

σερβιτόροι & σερβιτόρισσες.

Πολιτικάντης δεν φτάνει η λέξη, θαρρώ πως το "σερβιτόρος" τους πάει γάντι..

γιατί

σου σερβίρουν
τον πόλεμο για ειρήνη,
το ψέμμα για αλήθεια,
την υποκρισία για ειλικρίνεια...

μέχρι πότε θα τα τρώμε;

Πως να τιμήσει την ποίηση η νεκρή Ελλάδα; Του Γιάννη Μακριδάκη 21 Μαρ 2012

Παγκόσμια μέρα ποίησης σήμερα. Πως να την τιμήσει η νεκρή Ελλάδα; Η Ελλάδα που δέχεται επί του πτώματός της τις ορμητικές επιθέσεις των όρνεων από την Ευρώπη;

Βουτούν κατά πάνω της για να κατασπαράξουν τον σωρό από σάρκες που δημιούργησαν με τις ανάλγητες πολιτικές εξαθλίωσης.

Βουνά, παραλίες, νησιά, ορυκτός πλούτος, αστικά τοπία ξεπουλιούνται σε επενδυτές και βιάζονται ασύστολα.

Παραβιάζονται οι περιβαλλοντικές νομοθεσίες που η ίδια η Ευρώπη θέσπισε για τα μέλη της.

Όπως ακριβώς αξίζει σε μια τριτοκοσμική αποικία.

Στην Χαλκιδική, στο Κιλκίς, στο Ελληνικό, στο Πεντελικό όρος, στην Κρήτη, στην Ικαρία, στη Χίο, στη Σκύρο, στη Μάνη, στην Εύβοια, παντού χαίνουσες πληγές. Πλήρης καταστροφή και βιασμός. Της φύσης και της ποιότητας ζωής των ανθρώπων. Με πρόφαση την ανάπτυξη και μάλιστα την “πράσινη”.

Το ελληνικό τοπίο, τα σκληροτράχηλα βουνά και το απέραντο γαλάζιο του Αιγαίου, που επί αιώνες ενέπνευσαν ποιητές, πεζογράφους, ζωγράφους και γλύπτες παραδίδονται στη βουλιμία των Ευρωπαίων κατακτητών.

Οι μοναδικοί ποιητές σήμερα είναι οι άνθρωποι που αντιστέκονται θέτοντας ακόμα και τα κορμιά τους μπροστά στις ερπύστριες της ισοπέδωσης.

Είναι γεμάτη ποιητές η Ελλάδα από τη Χαλκιδική ως την Κρήτη.
Ποιητές που “γράφουν” με το πάθος τους, την ψυχή τους, τον ιδρώτα τους, τους χτύπους της καρδιάς τους. Ποιητές που εκτιμούν την ομορφιά ολόγυρά τους, εμπνέονται από αυτήν και δίνουν όλο τους το είναι για να αποκρούσουν τους άρπαγες. Κινδυνεύοντας να σκοτωθούν ή να συλληφθούν διότι μάχονται και ζουν σε μια χώρα που κυβερνιέται από φιλοεπενδυτές και αναπτυξιολάγνους.
Σε μια χώρα που το μεγάλο μέρος του πληθυσμού αποτελείται από σιωπηρούς νοικοκυραίους, το χείριστο είδος των πολιτών.

Οι μοναδικοί ποιητές της Ελλάδας σήμερα βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της αντίστασης, τιμώντας τους προγόνους τους στην Τέχνη και την Τέχνη την ίδια. Υπερασπιζόμενοι την Έμπνευση.

Τους τιμώ, τους σέβομαι και τους ευχαριστώ από την καρδιά μου.
Γιάννης Μακριδάκης

Σχετικά Άρθρα:
Τα κουκιά δε βγαίνουνε‏, του Γιάννη Μακριδάκη
Εκδρομή με το Πασοκ. Του Μπάμπη Παπασοκράτους-Μακριδάκη
Οι νεράιδες φέρνουν λεφτά; Του Γιάννη Μακριδάκη