Πέμπτη 16 Ιανουαρίου 2025

Φάλτσα κεφαλής, του Γιώργου Σ

 

16/01/2025
                        Φάλτσα κεφαλής, του Γιώργου Σκαμπαρδώνη

                                    Εκδ. Πατάκη

 

Ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης, γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1953. Είναι πεζογράφος και δημοσιογράφος της Θεσσαλονίκης. Υπήρξε βασικός συνεργάτης και διευθυντής αρκετών περιοδικών και εφημερίδων της πόλης. Συνεργάστηκε επίσης με ραδιοφωνικούς και τηλεοπτικούς σταθμούς.

Πολυγράφος και πολυβραβευμένος συγγραφέας ο Γιώργος Σκαμπαρδώνης έχει πλούσιο έργο σε διηγήματα, πεζογραφήματα και συμμετοχές σε συλλογικά έργα. Τα διηγήματά του έχουν μεταφραστεί στα γερμανικά, τα αγγλικά, τα γαλλικά, τα ολλανδικά, τα τσέχικα, τα εβραϊκά, τα ουγγρικά και τα ιταλικά.

Η συλλογή διηγημάτων του «Φάλτσα κεφαλής», κυκλοφόρησε πρόσφατα. Το κάθε διήγημα έχει λόγο καθαρό, ποιητικό, εικονοποιητικό, μυρωδιές, βουνά, θάλασσες και τόπους βορειοελλαδίτικους. Μέσα από το θέμα και τον τόπο βρίσκεις τον χρόνο του σήμερα του χθες.  Μπορώ να πω ότι το κάθε διήγημα ρέει σαν κινηματογραφική ταινία, μικρού μήκους. Γλωσσοπλάστης συγγραφέας, τον διακρίνει η ιδιοπροσωπεία και ευαισθησία θα έλεγα στις λέξεις, στα θέματα αναβλύζουν υπόηχα καταστάσεις αστείες, που θυμίζουν το πηγαίο χιούμορ του συγγραφέα.

Διαβάζουμε τα δεκάξι διηγήματα του βιβλίου «Φάλτσα κεφαλής», πρωτοπρόσωπη αφήγηση,  και όπως ο συγγραφέας μας εξηγεί (αναφέρεται στο οπισθόφυλλο του βιβλίου) βρήκε τον τίτλο, όταν είχε πάει να βάψει το αυτοκίνητό του και ο Ρωσοπόντιος βαφέας, του είπε ότι θα χρειαστεί μια εβδομάδα για να το τελειώσει και συμπλήρωσε: Θα σου δώσω αυτό το Seicento (ένα FIAT παλιατζούρα τριακονταετίας), να κυκλοφορείς, να κάνεις τη δουλειά σου μέχρι να τελειώσω» «Και πόσο το πήρες αυτό το ‘’Seicento’’ τον ρωτώ. «Πεντακόσια ευρώ μεταχειρισμένο» μου απαντάει, «αλλά έριξα άλλο ένα χιλιάρικο και του άλλαξα μπουζί, σασμάν, τα πάντα, μέχρι και φάλτσα κεφαλής» Μόλις άκουσα τι είπε, σκέφτομαι: «Αμάν, βρήκα τίτλο». Ο άνθρωπος ήθελε να πει «φλάντζα κεφαλής», όμως λόγω του ότι δεν ήξερε καλά ελληνικά, έκανε το λάθος (που είναι και το σωστό» λέγοντας: «Φάλτσα κεφαλής».

 

Πρώτο διήγημα με τίτλο «ο Γάντζος».

Γάντζος είναι το παρατσούκλι ενός κουστουμαρισμένου κυρίου ονόματι Νάκος Μυρώδης, που οι μάγκες ιδιοκτήτες του κόλλησαν, λόγω της γαμψής του μύτης. Ο Γάντζος συνηθίζει να πίνει μερικά τσίπουρα στο μικρό και λαϊκό αυτό ουζερί, χωρίς να λέει κουβέντα σε κανέναν και ευθύς αμέσως φεύγει. Κάτι άλλαξε όταν μια γύφτικη κομπανία άρχισε να παίζει και να τραγουδάει στο φισκαρισμένο λόγω εορτών μαγαζάκι, τότε ο Γάντζος πίνει, πετάει το σακάκι του, μένει με το πουκάμισο και ρίχνει μονοδόλαρα σωρό· για πρώτη φορά έγινε ένα με τον λαϊκό κόσμο.

 

2. Το τρυποπέρασμα

Ένα έφηβο κορίτσι, η επίσκεψη του στο βιβάρι του θείου, η πρώτη της περίοδος, η απελευθέρωση ίσως και η δική της, αλλά και των εγκλωβισμένων ψαριών, αφού έκοψε μ’ ένα μαχαίρι ανάμεσα στα καλάμια το δίχτυ, ώστε να ξεφύγουν οι έγκυες μπάφες, από το τρυποπέρασμα.

 

3. Το τραγί του Καραμπά

Αποφασίζει ο μοναχικός Καραμπάς να πουλήσει τον Μωυσή, το γέρικο τραγί του, στους χασάπηδες. Τα μάτια του κολλούν στο ακίνητο τραγί, μόνο και γέρικο, όπως ο ίδιος,  να κοιτάζει τους χασάπηδες.

 

4. Εργοστάσιο στο Χρούσου

Νεαροί εικοσάρηδες αρμενίζουν με ιστιοφόρο στην παραλία του Χρούσου, στα ερείπια παλιού εργοστασίου. Εκεί ο ηλικιωμένος Άγγελος θα τους διηγηθεί την ιστορία του εργοστασίου και πώς και γιατί του αρέσει να ζει στα κουτουρού. «Κουβαλούσα» είπε «μέσα μου πένθος βαρύ και δεν τον ήξερα».

 

5. Ομελέτα αλλά Νταβέλη

Διώχνει το ημίαιμο λυκόσκυλο, ονόματι Νταβέλη, της οικογένειάς του, γιατί έτρωγε όλα τα’ αυγά από το κοτέτσι του, στο μαντρί ενός φίλου χιλιόμετρα μακριά, μετά από τέσσερις μήνες το σκυλί εξαντλημένο, αφού είχε διασχίσει δεκάδες χιλιόμετρα, επέστρεψε και η χαρά των ιδιοκτητών ήταν τόση που το άφησαν να τρώει όσο αυγά ήθελε.

 

6. Η ορχήστρα στο ιατρείο

Ένα σημάδι στο μάγουλο του φίλου του Χάρη και τα κάλαντα μιας Παραμονής Χριστουγέννων.

 

7. Ο καστανοφύλακας

Το φάντασμα του Ανδρέα Ζώγια ή Καπετάν Καβαλάρη μια νύχτα στο καστανοδάσος του Ζάβατου.

 

8. Αβέρωφ ο σφάχτης

το παρατσούκλι του Σταμάτη Πρίγκου ήταν Αβέρωφ”, πρώην σφάχτης στα σφαγεία, και τώρα ιδιοκτήτης ψιλικατζίδικου. Η  ιστορία του, είναι γραμμένη πάνω στο σώμα του.

 

9. Απαγορευτικό απόπλου

Λόγω ισχυρών ανέμων βρίσκονται αποκλεισμένοι στο Άγιο Όρος. Αξέχαστη η μυσταγωγία της νύχτας.

 

10. Διπλός ουρανός

Ο Θωμάς, συνταξιούχος, λάτρης της φύσης και της μοναχικότητάς του, καταφεύγει στο Πάικο για κάμπινγκ και απολαμβάνει τη μοναξιά του.

 

11. Πράσινο σαπούνι “Παπουτσάνη”

Η μυρωδιά από το πράσινο σαπούνι Παπουτσάνης της γυναίκας που θα συνευρισκόταν ο νεαρός αφηγητής για πρώτη φορά ερωτικά, τον αναγούλιασε και φευγάτος βγήκε έξω και έκανε εμετό.    

 

12. Χωματουργικές εργασίες

Τα χωματουργικά οχήματα του Γκόγκου και του ξαδέλφου του Γιαμπανά, τους βοηθούν να πάρουν το νόμο στα χέρια τους και να ξεκάνουν τον γείτονα αστυνομικό που χωρίς λόγο δηλητηρίασε το αγαπημένο τους σκυλί, σέρβικο τσοπανόσκυλο ήταν, ονόματι Βαραββάς.

 

13. Ένα Cartier στο βυθό

Ο Στέλιος αφηγείται πώς με μια βουτιά στο βυθό της θάλασσας, μικρός ακόμα, βρήκε το χαμένο ρολόι του Χρηστάκη Καρρά, γιο του ιδιοκτήτη του Πόρτο Καρράς. Και ο ιδιοκτήτης του έδωσε τότε πενήντα χιλιάδες· να φανταστείς συμπλήρωσε ότι το ρολόι κόστιζε διακόσιες χιλιάδες. Με κείνα τα λεφτά πρόκοψαν κι αγόρασαν σπίτι.

 

14. Τα τρία κοριτσάκια

Ο τρόμος μιας μάνας, όταν στην πολυκοσμία του επιταφίου χάνει το κοριτσάκι της και πώς επικαλείται τον Θεό, αν και μη θρησκευόμενη

 

15. Τα γενέθλια

Ο Αναστάσης πέθανε στα εκατόν ένα του, την ίδια μέρα που είχε γενέθλια. Έτσι, η γυναίκα του κάθε χρόνο αντί μνημόσυνου, γιόρταζε τα γενέθλιά του.

 

 16. Αυγό από παγόνι

Ο Σίμος Βαμπάς κοιτάζοντας από το παράθυρο του λογιστικού γραφείου του είδε στον κήπο ένα μεγάλο παγόνι και θυμήθηκε τον Τζώρτζη το αλάνι, όταν έμενε στην Πάνω Πόλη και το πελώριο αυγό παγωνιού που είχε κλέψει από τη Μονή Βλατάδων.

*-*

Κάποιες λέξεις, κάποιες φράσεις του βιβλίου, όπως γράφω πιο κάτω στα απανθίσματα,  μ’ άφηναν άφωνη, τόσο απλές, τόσο λαϊκές, τόσο θρησκευτικές, τόσο κατεργάρικες, που μιλούν στη σκέψη του αναγνώστη, τον συγκινούν, του θυμίζουν τον γενέθλιο τόπο, τη γειτονιά του, τον αγγίζουν είναι βιώματα, συναισθήματα, επιθυμίες καταπιεσμένες, φευγάτες ή κρυμμένες στο υποσυνείδητο.

 

Απανθίσματα: Δεν το κατάλαβα αλλά με βασάνιζε βαθιά ο θάνατος του πατέρα μου, που τον αγαπούσα πολύ και που πάλεψε τόσο να φτιάξει το εργοστάσιο και τα ‘χασε όλα και έσβησε ο ίδιος στη στιγμή, μονομιάς. Δεν ξέρω –ένιωθα ξαφνικά πως όλα στον κόσμο είναι μπλόφα. Μάταια και παράλογα. Και δεν ήθελα να γίνω, πια, τίποτα, όπως θέλανε τ’ άλλα παιδιά. Μόνο να ζω, έτσι, στα κουτουρού.

Περιπλανιέμαι. Δεν θέλω καμιάν υποχρέωση. Ζω με τις σκιές, μόνος μου. Και μόνο τότε είμαι ευχαριστημένος. Όταν μένω μονάχος μου, οπουδήποτε. Εδώ, εκεί, σε ξένους αχυρώνες, σε σπίτια, στη βάρκα, έξω στην άμμο. –Και πώς ζεις; Τον ρωτάω. –Μαζεύω κρίταμα και κάππαρη, τα κάνω τουρσί και τα πουλάω. Ρίχνω παραγάδι με το βαρκάκι. Ή ψαρεύω μουρμούρες απέξω –αποξατζής. Κάνω μεροκάματα στο μάζεμα της ελιάς. Δουλεύω παραλωνίτης, εργάτης στα αλώνια. Βοηθάω τους μελισσάδες. Ψευτοβγάζω λίγα λεφτά. Είμαι πελάτης του εαυτού μου· ποτέ δεν μ’ άρεσαν οι φαρδομάνικες δουλειές. Ίσα ίσα να ζω. Να περιπλανιέμαι.

 

Τζένη Μακαριάδη

 

Πέμπτη 12 Δεκεμβρίου 2024

 

12.12.2024

Ο Κήπος της Αμαλίας

Η συγγραφέας Καρολίνα Μέρµηγκα γεννήθηκε στην Αθήνα. Φοίτησε στη Νοµική Σχολή Αθηνών και εργάστηκε ως δικηγόρος και δημοσιογράφος. Εξέδωσε δύο συλλογές διηγημάτων: τις Ερωτευµένες, και Σήµερα δεν θα πεθάνω. Καθώς και πέντε μυθιστορήματα: Συγγενής, Ο Έλληνας γιατρός, Κάτι κρυφό µυστήριο, Δέκατος χρόνος και Ο κήπος της Αμαλίας.  Έχει µεταφράσει Χένρυ Τζέιµς, Φραντς Κάφκα, Φράνσις Σκοτ Φιτζέραλντ. κ.ά.  Αρθρογραφεί τακτικά στην εφηµερίδα Τα Νέα.

            ***

 

Το 1837 ο εικοσιδυάχρονος βασιλιάς Όθωνας Α’, της Ελλάδας, μετά από απουσία οκτώ μηνών, φτάνει νιόπαντρος στον Πειραιά με την δεκαεννιάχρονη σύζυγό του, την Γερμανίδα Αμαλία, ως η πρώτη βασίλισσα της Ελλάδας.

Ο νεαρός Βαυαρός βασιλιάς,  Όθων Φρειδερίκος Λουδοβίκος γεννήθηκε το 1815, στο Σαλτσμπουργκ και πέθανε το 1867 σε ηλικία 52 χρόνων στο βασίλειο της Βαυαρίας. (Βασιλεία από 1832-62)Ήταν ο δευτερότοκος γιος του φιλέλληνα βασιλιά της Βαυαρίας Λουδοβίκου Α’. Έλαβε  εκπαίδευση πρίγκιπα και προοριζόταν για δευτερεύουσα θέση μέσα στο κράτος. Μάλιστα ο πατέρας του ήθελε να ακολουθήσει εκκλησιαστική σταδιοδρομία.

Η Αμαλία ήταν κόρη του Δούκα του Ολδεμβούργου και βασιλική σύζυγος του Όθωνα της Ελλάδας. Γεννήθηκε το 1818 και πέθανε στο βασίλειο της Βαυαρίας 1875 σε ηλικία 56 ετών.

Ευανάγνωστο βιβλίο, με ροή και ημερολογιακές αναγωγές, που ενισχύουν τη μνήμη του αναγνώστη να εισέλθει σε χώρους που (συνήθως) κρατιούνται μακριά από τη δημοσιότητα, όπως η ιστορία της Ελλάδας τα πρώτα χρόνια μετά την επανάσταση του 1821 εναντίον της οθωμανικής αυτοκρατορίας, την αποτίναξη τής κυριαρχίας της στα ελληνικά εδάφη και τη δημιουργία ανεξάρτητου κράτους.

Με την αναγόρευση του Όθωνα ως βασιλιά της Ελλάδας, η Ελλάδα ως κράτος ανεξάρτητο, τέθηκε σε καθεστώς εγγύησης από τις τρεις τότε μεγάλες Δυνάμεις και οριστικοποιήθηκε με τη Συνθήκη του Λονδίνου στις 25 Απριλίου/7 Μαϊου 1832.

Ο ζυγός του έργου γέρνει πιότερο προς την ιστορία και τα πολιτικά δρώμενα της Ελλάδας του 19ου αιώνα, έναντι της προσωπικής ιστορίας της Βασίλισσας Αμαλίας.

Το μυθιστόρημα έχει κινηματογραφική ταχύτητα, με χρώματα, χαμόγελα, δάκρυα, αγάπες, χορούς, μουσικές, χλωρίδα και πανίδα και παράλληλα τις μηχανορραφίες των εγγυητριών δυνάμεων, Αγγλίας, Γαλλίας, Ρωσίας ως και των ημετέρων στρατιωτικών,  πολιτικών κ.α., που εξ αρχής ταπεινώνουν, ταλανίζουν και επιβαρύνουν το εσαεί χρεωστούμενο ελληνικό έθνος.

Με το βιβλίο της η Καρολίνα Μέρμηγκα δωρίζει στους μαθητές και μαθήτριες του τόπου μας, και όχι μόνο, τη μάθηση της ιστορίας της Ελλάδας του 19ου αιώνα σαν παραμύθι, όπου ο κάθε αναγνώστης/στρια συμβαδίζει κοντά στους χαρακτήρες μέσα σε λασπωμένους κακοτράχαλους δρόμους, βλέπει όχι μόνο τους προγόνους να ψωμοζούν αλλά και τους ήρωες του 1821. Στο κρατίδιο Ελλάς κυκλοφορεί ένα συνονθύλευμα ανθρώπων λαϊκών, αγροτών, ληστών, Φιλικών, Αγωνιστών, Βαυαρών, Άγγλων, Γάλλων κλπ., ο καθένας στο δικό του μετερίζι.

Η συγγραφέας εστιάζει σε γυναίκα και μάλιστα σε μια εστεμμένη, όπως η πρώτη βασίλισσα της Ελλάδας Αμαλία, που φέρει το στίγμα της ανικανότητάς της στην τεκνοποίηση με αποτέλεσμα να μην πραγματώνεται η διαδοχή στον βασιλικό θρόνο, σύμφωνα με τη Μοναρχία της Ελλάδας που ορίστηκε από τις Μεγάλες Δυνάμεις της εποχής,  Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία, βάσει των συμφωνιών πρωτοκόλλου του Λονδίνου το 1830, ώστε ο κληρονομικός μονάρχης να είναι ανώτατος άρχοντας του Βασιλείου της Ελλάδας.

Η Μέρμηγκα μ’ ένα προσεκτικά καλογραμμένο, εικονοποιητικό, κινηματογραφικό πόνημα, όπου η ιστορία συναντιέται με τη λογοτεχνία, μπορεί και συνενώνει την αλήθεια της ιστορίας, μαζί με διάφορες θεωρίες και σκέψεις της, ούσα μυθοπλάστρια. Εντυπωσιάζει η έρευνά της για τα πρόσωπα που συναποτελούν το έργο και αυτό επιβεβαιώνεται στις Σημειώσεις και στη Βιβλιογραφία που αναφέρονται στις τελευταίες είκοσι περίπου σελίδες του βιβλίου.

Τριτοπρόσωπη αφήγηση, οι χαρακτήρες αποδίδονται ευδιάκριτα. Ημερολογιακές αναφορές, που εξυπηρετούν πέραν του δέοντος τον αναγνώστη, καθώς και η πρωτοπρόσωπη αφήγηση της κεντρικής ηρωίδας που δεν είναι άλλη από τη βασίλισσα Αμαλία της Ελλάδας, κατά τα έτη 1836-1862.

Ένα στοχαστικό μυθιστόρημα που οι διηγήσεις του, με επίκεντρο τη βασίλισσα Αμαλία, έχουν φωνή, μουσική, χορούς, ιππασία, βλάστηση, δάση, δέντρα, λουλούδια. Μια βασίλισσα που πάντα ψάχνει να βρει έναν τόπο ομορφιάς να ησυχάσει από πρόσωπα και πράγματα και τον βρίσκει κατασκευάζοντας έναν κήπο-δάσος, αρχής γενομένης με έναν πελώριο φοίνικα που ταξίδεψε, λέει,  μήνες διασχίζοντας την πόλη και το τραβούν με βαρούλκο δεκατέσσερα άλογα· μάλιστα, για να φυτευτεί θα χρειαστεί ένα είδος τρίποδου και σαράντα ναύτες μέχρι να φτάσουν στο λάκκο όπου θα χώσουν τις τεράστιες ρίζες του. Θα φυτευτούν στη συνέχεια πολλοί μεγάλοι φοίνικες, πολλά δέντρα, φυτά θάμνοι και άνθη. Στον παραδεισένιο αυτόν κήπο έχει την κρυψώνα της η βασίλισσα της Ελλάδας. Κρύβεται εκεί μακριά από ψιθύρους και  υπονοούμενα για τη στειρότητά της. 

 Η βασίλισσα γνωρίζει καλά τους ήρωες του 1821 και την πολιτική του 19ου αιώνα. Παίρνει μέρος στη διοίκηση του κράτους και αντέχει οδυνηρά θεραπευτικά μέσα για τη στειρότητά της. Αντιστέκεται στις προσβολές, για την ατεκνία της, καθώς  και στα νέα δημοκρατικά κινήματα που την πολιορκούν.  Αγάπησε τους Έλληνες και την Ελλάδα και κατασκεύασε τον περίφημο βασιλικό κήπο, με την ονομασία σήμερα εθνικός κήπος, που δεν είναι κάτι άλλο παρά η γέννα των παιδιών της, των παιδιών της ομορφιάς και της ανάσας σε έναν σκονισμένο ξερότοπο με λιγοστό νερό.

Όπως αναφέρονται στο βιβλίο οι επιστολές της Αμαλίας στον πατέρα της και οι μονόλογοί της, είναι από τα καλύτερα κατά τη γνώμη μου τμήματα της ζωής της στην Ελλάδα.

Βασανιστικές οι θεραπείες που υπέμενε  για τη στειρότητα, όμως η υπομονή της έδειχνε μια γυναίκα αντοχής και άξιας της βασιλικής εξουσίας.

Δυναμική γυναίκα, αποφασιστική, ατρόμητη και πολύτιμη βοηθός του εργασιομανή Όθωνα που, ως γνωστόν, αργούσε να πάρει μιαν απόφαση, ασχέτως επειγούσης ανάγκης.

Βασιλικό νεαρό ζευγάρι αγαπημένο μέχρι θανάτου, παρότι μηδενική, ας το εκφράσω έτσι, σεξουαλική ζωή.

Οι βασιλείς Όθων και Αμαλία εξαναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τον θρόνο τους στην Ελλάδα από τον αντιδυναστικό αγώνα που εκδηλώθηκε με τη Ναυτιλιακή Επανάσταση το 1862 και συνεχίστηκε με τις επαναστάσεις της υπόλοιπης Πελοποννήσου, των Κυκλάδων και της Ακαρνανίας.

Θα αναφέρω κάτι λίγα, για μερικούς που δρουν, περνούν ή αναφέρονται στο μυθιστόρημα για διάφορους λόγους, ιστορικούς, οικονομικούς, πολιτικούς κλπ., όπως:  η ίδρυση της ΕΤΕ για την δημοσιονομική οργάνωση της Ελλάδας και όπως για πολιτικούς λόγους, ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος Υπουργός Εξωτερικών, ο Γεώργιος Σίνας-Εθνικός ευεργέτης, ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης-αρχιστράτηγος της επανάστασης του 1821, Ιωάννης Κωλέττης-πρωθυπουργός και ιδρυτής του Γαλλικού κόμματος, ο Θεόφιλος Καϊρης-λόγιος ιερωμένος, διδάσκαλος του γένους, Κωνσταντίνος Παπαρρηγόπουλος-ιστορικός, Διονύσιος Σολωμός, Νικόλαος Μάντζαρος, Αθανάσιος Μιαούλης, Αυγερινός Αβέρωφ, Δημήτριος Βούλγαρης-πρωθυπουργός, οικογένεια Μαυρομιχάλη (δυο μέλη της δολοφόνησαν τον Ιωάννη Καποδίστρια στο Ναύπλιο, το 1831) κ.α. πολλοί όπως αναφέρονται με λεπτομέρειες στο βιβλίο.

***

 

Απάνθισμα:

Διάλογος δημοσιογράφου με την βασίλισσα Αμαλία

-Εντμοντ Αμπού (1828-1885) Γάλλος δημοσιογράφος, δημοσιολόγος, μυθιστοριογράφος:

-Ένα εκατομμύριο δραχμές, majeste, μπορεί να είναι λίγα για έναν βασιλιά, αλλά είναι πολλά γι αυτή τη χώρα. Είναι το ένα δέκατο πέμπτο των δημόσιων δαπανών.

-Βασίλισσα -Κάνουμε ό,τι μπορούμε..

-Αμπού -Αλήθεια; Γιατί εγώ αυτά τα δυο χρόνια δυσκολεύτηκα να βρω τι ακριβώς κάνατε. Εκτός από το να κρατηθείτε στην εξουσία. Όλα τα μεγάλα έργα έγιναν από ιδιώτες. Στο πανεπιστήμιο ο βασιλιάς χάρισε μόνο το όνομά του. Η φιλεκπαιδευτική εταιρία επιζεί χάρη στον κύριο Ριζάρη, το σχολείο τεχνών και επαγγελμάτων χάρη στον κύριο Στουρνάρη, το Αστεροσκοπείο χάρη στον κ. Σίνα. Η αρχαιολογική εταιρία περιλαμβάνει στους συνδρομητές της όλους τους διανοούμενους της Ευρώπης.

 

Τζένη Μακαριάδη

 

 

 

 

 

 

Πέμπτη 14 Νοεμβρίου 2024





ΚΑΙΡΟΣ, της Τζέννυ Ερπενμπεκ

Εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ

20/10/2024

Η πολυβραβευμένη Τζέννυ Έρπενμπεκ είναι πεζογράφος, δραματουργός και δοκιμιογράφος. Γεννήθηκε το 1967 στο Βερολίνο της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας και είναι κάτοχος του Διεθνούς Βραβείου Booker 2024, με την αγγλική μετάφραση του μυθιστορήματός της «Καιρός».

***

Διαβάζοντας το μυθιστόρημα της Έρπενμπεκ, μου ήρθε στη σκέψη η ρήση του Ντοστογιέφσκι: Σε μια καρδιά που αγαπά πραγματικά ή η ζήλια θα σκοτώσει την αγάπη ή η αγάπη θα σκοτώσει τη ζήλια.



Η Ιστορία, η πολιτική, ο έρωτας, τα ήθη, ο τρόμος της εξουσίας, η άνοδος και η πτώση πολιτικού συστήματος, αλλά και το ζενίθ ενός έρωτα χωρίς όρια, ενός έρωτα που ναι μεν δυαδικός, αλλά η εξουσία του ενός αφανίζει την προσωπικότητα και την ηθική οντότητα του άλλου.

Η παρακμή ενός έρωτα, ως η χειραγώγηση, η ζήλια, τα βασανιστήρια, η απιστία, οι χωρισμοί και οι επανενώσεις σε αντιδιαστολή με την κατάπτωση ενός απολυταρχικού συστήματος της Ανατολικής Γερμανίας (ΓΛΔ), κάτι λίγο πριν πέσει το τείχος του Βερολίνου και λίγο μετά την ένωση με την Δυτική Γερμανία.

Σε δυο επίπεδα διαχωρίζει κανείς το θέμα του βιβλίου, σε προσωπικό - ερωτικό της συγγραφέα και σε ιστορικό των χρόνων λίγο πριν την κατάρρευση του τείχους του Βερολίνου.

Ο έρωτας παραλληλίζεται σε προσωπικό και ιστορικό χρόνο και συγκεκριμένα τα τελευταία χρόνια της Γερμανικής Λαοκρατικής Δημοκρατίας και τα πρώτα χρόνια μετά την πτώση του τείχους του Βερολίνου. Η απολυταρχία του καθεστώτος, η σοβιετική εξουσία, παρουσιάζεται με φόντο την κλασική μουσική, την πνευματικότητα, τις καλές τέχνες, όπως τουλάχιστον την αποδέχεται ο συγγραφέας Χανς, ηλικίας πενήντα πέντε ετών, έναντι της 19χρονης φοιτήτριας Καταρίνας που έχει διαφορετικές περί κομμουνισμού απόψεις.

Ένας ξαφνικός και δυνατός με την πρώτη ματιά έρωτας, στο Βερολίνο του 1986, όταν συναντιούνται μέσα σε λεωφορείο η 19χρονη φοιτήτρια Καταρίνα με τον παντρεμένο και πατέρα ενός παιδιού συγγραφέα Χανς, ηλικίας πενήντα πέντε ετών και γίνονται ζευγάρι.

Ο έρωτάς τους καταγράφεται ημερολογιακά σχεδόν από τον Χανς, μέσα από επιστολές, κάρτες, αναμνηστικά αντικείμενα, τα οποία λαμβάνει ταχυδρομικά η Καταρίνα μετά τον θάνατο του και αναπολεί τα παρελθόντα. Έτσι έχουμε λεπτομερειακή αναγραφή ενός δυνατού έρωτα που τον πυργώνει η γοητεία, αλλά η σχέση αυτή -ως αντικείμενο αιτίου και αιτιατού- ταπεινώνεται και καταστρέφεται.

Ο έρωτας παραλληλίζεται με την πολιτική και συγκεκριμένα στο βιβλίο, την κοινότητα ως ανώτατη πολιτική εξουσία, όπως η σοβιετική εξουσία στην Γερμανική Λαοκρατική Δημοκρατία, όπου διαδραματίζεται ο έρωτας της 19χρονης φοιτήτριας Καταρίνα με τον 55πεντάχρονο Χανς. Ο ερωτευμένος συγγραφέας με όχι λίγες περιοδικές ερωτικές σχέσεις, απαιτεί και κατέχει την Καταρίνα, ως ένας απόλυτος άρχων στο σώμα και στην ψυχή της. Είναι σαν τον ιατροδικαστή που κόβει με το νυστέρι ίντσα ίντσα το σώμα της να βρει εκείνο που δεν έχει κατακτήσει ακόμα, οι πληγές, οι πόνοι τα δάκρυά της δεν τον πτοούν και συνεχίζει εσαεί με όσους τρόπους και μέσα διαθέτει η απολυτότητά του.

Εκείνη δίνεται ολάκερη, με δέος, υποκείμενης στη θέληση του, εντελώς εξαρτημένη και εθισμένη στις σκέψεις και στο σώμα του όπως ο εθισμένος στα ναρκωτικά.

Ο συγγραφέας Χανς έχει επιπλέον κάποιο κρατικό αξίωμα που του παρέχει πολιτική εξουσία, η οποία, κατά τη γνώμη μου, κρατά σε απόσταση τον περίγυρο της Καταρίνα, με επιφυλάξεις για τη σχέση τους. Έτσι, ο Χανς έχει τα ηνία και το μαστίγιο στην κυριολεξία μιας σχέσης απόλυτης ζήλιας, αχαλίνωτου σεξουαλισμού και μιας αγάπης προς κονιοποίηση ανάμεσα στις δυο πέτρες του μύλου, όταν η Καταρίνα, βασισμένη στην συνομολόγηση λόγων και πράξεων με βάση την αλήθεια μέχρι το κόκαλο της σχέσης τους, ομολογεί ότι μοίχευσε με συνομήλικό της και έτι παρά πέρα με συνομήλικη της.



Απάνθισμα: Ο χλομός έφηβος Χανς είχε επιλέξει το κομμάτι της Γερμανίας στο οποίο ο αντιφασισμός ήταν γραμμένος στις κόκκινες σημαίες. Κάπως τον νοιάζανε οι νεκροί. Το τίμημα ήταν αυτό που είχε παρασύρει την ελπίδα στα ύψη. Αν όμως ό,τι θεωρούσε αυτός σαράντα ολόκληρα χρόνια απάντηση, δεν ήτανε απάντηση, τότε είχαν δηλαδή γίνει όντως μάταια οι θυσίες με σαράντα χρόνια καθυστέρηση; Και ποιος θα το τολμήσει, να κατέβει και να πει στους νεκρούς ότι μάταια πεθάνανε; Μπορείς να θάψεις ότι υπήρχε; Όχι.

Τζένη Μακαριάδη

Τετάρτη 18 Σεπτεμβρίου 2024

Κ Α Λ Υ Ψ Ω της Δήμητρας Κολλιάκου , εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ

 

                    Κ Α Λ Υ Ψ Ω

             της Δήμητρας Κολλιάκου

                                             εκδόσεις: ΠΑΤΑΚΗ

Η Δήμητρα Κολλιάκου  (γ. 1968) μεγάλωσε στην Αθήνα. Έκανε σπουδές κλασικής φιλολογίας στο ΕΚΠΑ και εκπόνησε διδακτορική διατριβή στη θεωρητική γλωσσολογία στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου. Στο ερευνητικό της έργο έχει ασχοληθεί με ζητήματα σύνταξης και σημασιολογίας στα νέα ελληνικά και στα αγγλικά. Δίδαξε θεωρητική γλωσσολογία στο Πανεπιστήμιο του Newcastle πριν εγκατασταθεί με την οικογένειά της στο Παρίσι, όπου διδάσκει γλώσσα και αγγλόφωνη λογοτεχνία σε διεθνές λύκειο. Για το λογοτεχνικό της έργο έχει τιμηθεί με το Κρατικό Βραβείο Διηγήματος, με το βραβείο διηγήματος του περιοδικού "Αναγνώστης", με το βραβείο μυθιστορήματος του Ιδρύματος Πέτρου Χάρη της Ακαδημίας Αθηνών, με το Athens Prize for Literature του περιοδικού "(Δε)κατα" και με το βραβείο πρωτοεμφανιζόμενου Συγγραφέα Jim Wilson από το ΕΚΕΒΙ. Είναι μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων. Διηγήματά της έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά, στα γαλλικά και στα κινέζικα. Συνεργάζεται τακτικά με τα λογοτεχνικά περιοδικά Φρέαρ και Χάρτης.

 

Η Δήμητρα Κολλιάκου -με την Καλυψώ της- μας ταξιδεύει στ’ άστρα, στη γη, σε εποχές πρωτινές, τωρινές και θίγει, μέσα από την αρχαία μυθολογία, τη σχέση εξουσίας, εξουσιαζόμενου, την εκμετάλλευση των μεταναστών στη χώρα του Ξένιου Διός, τον έρωτα, τη μητρότητα και τέλος το ταξίδι της απελευθέρωσης.

Διαβάζοντας έρχονται αρχαίες εικόνες στο νου, η ξελογιάστρα θεά Καλυψώ, ερωτευμένη σφόδρα με τον Οδυσσέα, ναυαγός στο νησί της, όπου χορεύοντας τραγουδώντας, κλώθοντας και υφαίνοντας  τον κράτησε, (αιχμαλώτισε) κοντά της σχεδόν δέκα χρόνια.

Η συγγραφέας με γραφή κυκλική συνενώνει έξυπνα, το οδυσσειακό ταξίδι με το σήμερα· οι συνδεόμενοι χαρακτήρες του μύθου ζουν στην παλιά και στη σύγχρονη εποχή.

    

Την όμορφη θεά υπηρετούσαν εφτά νύμφες, που έφτασαν στο νησί της με βάρκα, είναι οι γνωστές πλειάδες: Μαία, Αλκυόνη, Μερόπη, Κελαινώ, Ηλέκτρα, Στερόπη, Ταϋγέτη και  τέλος η νεαρή Μελάνθη ή Μελανθώ -όπως την φωνάζουν οι άλλες νύμφες- με τα ολόμαυρα μάτια, που η θεά ερωτεύτηκε και την αποπλανούσε  με την υπόσχεση ότι θα την κάνει αθάνατη.

Δεν ένοιαζε τότε την Μελανθώ εάν φύτρωνε μέσα της παιδί της θεάς ή του άντρα ναυαγού, που εκείνη πρωτοαντίκρισε. Η θεά, όπως και το όνομά της μαρτυρεί, προστάτευε και πολύ περισσότερο έκρυβε μυστικά που ταπείνωναν την υπόσταση των κατωτέρων έναντι της ανωτερότητάς της· πολλές φορές προστάτευε κι όποιον ξέμενε στο όμορφο νησί της, που ήταν  περιτριγυρισμένο με αιωνόβιο δάσος, πηγές και σπηλιές όπου διέμεναν. Το βασίλειο της θεάς κάλυπτε μια νύμφη κρύβοντας τα δρώμενα. Τα πέπλα της θεάς αιωρούνταν κι έκαναν το νησί αθέατο.

 

Η Μαία έχει τον ρόλο της καταδότριας έναντι των άλλων νυμφών, είναι φαρμακεύτρια και συγχρόνως μαμή. Η Μελάνθη, ευνοούμενη της θεάς, αφηγείται ιστορίες καθημερινά, ψυχαγωγώντας την Καλυψώ.

Οι συζητήσεις της Καλυψώς και της Μελάνθης, μας μεταδίδουν λεπτομερειακά τα δρώμενα στο νησί μεταξύ των νυμφών που υπηρετούν τη θεά· την Μαία που παραδειγματίζει την αυτοκτονία της με γλυκύ θάνατο και την όμορφη Μελάνθη, που ως μητέρα πλέον αφουγκράζεται τον καθαρό λόγο, δηλαδή την αλήθεια και ακολουθεί τον δρόμο της απελευθέρωσης.

Σοκαριστική η ερωτική συνεύρεση των νυμφών με τα χταπόδια στο βυθό της θάλασσας.

Οι δούλες-νύμφες της θεάς, δυσαρεστημένες από την αυταρχική βασιλεία της, σήκωσαν κεφάλι και της τα έψαλλαν έξω από τα δόντια. Όμως βρέθηκαν νεκρές με περίεργο θάνατο, όπως: 

Πνιγμένες η Αστερόπη και η Κελαινώ. Η Αστερόπη βούτηξε γιατί ήθελε να συνευρεθεί με πόδια αστερία. Τώρα πώς βρέθηκε κοντά και η Κελαινώ, δεν το ήξεραν οι άλλες.

Η Ταϋγέτη και η Ηλέκτρα φευγάτες χάθηκαν στην καταιγίδα μες στο δάσος, δεν πρόλαβαν να φτάσουν στη θάλασσα.

Νεκρές και η Αλκυόνη με την Μερόπη κι αυτές πνιγμένες. Είχαν θελήσει να τυφλώσουν τη Θεά.

Πρωταγωνιστικός χαρακτήρας ο περιπλανώμενος Οδυσσέας με σχέσεις ερωτικές και με την θεά και με την αφηγήτρια ιστοριών, την Μελάνθη, που επίσης τον ψυχαγωγούν, ενόσω η Μελάνθη αγνοεί εάν το παιδί που εγκυμονεί είναι της θεάς ή του Οδυσσέα, ο οποίος την εγκατέλειψε, όταν οι επουράνιοι διέταξαν την Καλυψώ να τον απελευθερώσει, και το μόνο που της άφησε ήταν η λέξη «Ωγυγία».

 

Στο ιερό δάσος του αθέατου νησιού, βλέπουμε λαθρεμπόρους της σύγχρονης εποχής να εκμεταλλεύονται ανθρώπους που ζητούν προστασία από άλλες χώρες, όμως αντί φιλοξενίας τους έχουν υπόδουλους και ως σκλάβοι δουλεύουν, κάτω από άθλιες συνθήκες, σε μονάδες παραγωγής.

Η βασίλισσα ξέρει καλά να καλύπτει  το νησί  της κι όσα τη συμφέρουν. Τότε, μες στο πλήθος αφηγημάτων, ένοχων μυστικών όπως η απαγωγή του μωρού της Μελάνθης, η αυτοκτονία της Μαίας και οι περίεργοι θάνατοι των νυμφών, εμφανίζεται στο νησί ένας νέος άντρας που δεν μιλάει, μόνο πετάει κάποιες λέξεις, μερικές είναι οικείες στην Μελάνθη αφότου πλάστηκε· έτσι βγάζει νόημα ο ξένος και  την παίρνει μαζί, βαθιά στο πέλαγο με τη γυναίκα του, το μωρό του και κάποιους άντρες που κατάφεραν να ξεφύγουν από τους λαθρεμπόρους, ένας απ’ αυτούς είναι γνώριμος στην Μελάνθη, καταλαβαίνει πολλά ακόμα και τα «πάρε-δώσε» του με την αφέντρα του νησιού.

Τώρα ταξιδεύει ήρεμη αγκαλιά με την οικογένεια του νεαρού άντρα, τη γυναίκα του και το μωρό τους. Ο λόγος του είναι καθαρός και η γλώσσα κατανοητή. «Ωγυγία» φωνάζει η Μελάνθη δείχνοντας το νησί της. «Ωγυγία» φωνάζει και ο νεαρός άντρας. «Ωγυγία» είναι το κλειδί της αποκάλυψης του κρυμμένου νησιού, του χαμένου παιδιού που βρίσκει τη μητέρα του, εφ’ όσον ο παμπόνηρος Οδυσσέας έτσι μπορούσε να ξεχωρίσει τις πάμπολλες γυναίκες που τις άφηνε έγκυες στις στάσεις του αιώνιου ταξιδιού του και τώρα η απελευθέρωση της Μελάνθης, όπου τη βλέπουμε να γελάει με την αποκάλυψη.

 

Απανθίσματα:

Ο Θάνατος δεν είναι πανόπτης, ο Θάνατος δεν ξέρει τι κάνει, είναι παρατρεχάμενος της φύσης. Κι αν ήταν πράγματι Αυτός, θα τον βοηθούσε. Του έδινε τη συγκατάθεσή της. Ας τελείωνε εδώ το πράγμα, αν μπορούσε να τελειώσει. -«Κοίτα μην επωφεληθείς» δεν είχε πει η Καλυψώ; Θα ήταν η μόνη αδιαφιλονίκητη απόδειξη πως δεν της έκανε η θεά ποτέ το δώρο της αθανασίας.

Δεν θα υπήρχε νέα γέννα, αν δεν υπήρχε θάνατος. Να περπατήσει στα λιβάδια της λήθης, να ξεχάσει. Να την αδράξει ξανά το αδράχτι του κόσμου, να ξαναγίνει καρπός στο δέντρο της ζωής. Δεν θα ξανάβρισκε αλλιώς μια νέα μάνα· τη δική της ούτε που τη γνώρισε. Ούτε θα μάθαινε ξανά να μιλάει· μια νέα γλώσσα, που της ήταν τώρα άγνωστη –για να σηκώνει τα χέρια της στον ουρανό φωνάζοντας «Υε!», βρέξε! Για να σκύβει στη γη ψιθυρίζοντας : «Κύε!», κυοφόρησε!

Τζένη Μακαριάδη

Παρασκευή 21 Ιουνίου 2024

Ο ΔΡΑΚΟΣ ΤΗΣ ΠΡΕΣΠΑΣ ΙΙΙ Η ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΠΑΓΟΥ, της ΙΩΑΝΝΑΣ ΜΠΟΥΡΑΖΟΠΟΥΛΟΥ

 

                                                                                                    20.06.2024

Ο ΔΡΑΚΟΣ ΤΗΣ ΠΡΕΣΠΑΣ ΙΙΙ  

Η ΜΝΗΜΗ ΤΟΥ ΠΑΓΟΥ, της ΙΩΑΝΝΑΣ ΜΠΟΥΡΑΖΟΠΟΥΛΟΥ

(εκδόσεις ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ)

Η Ιωάννα Μπουραζοπούλου είναι Ελληνίδα συγγραφέας μυθιστορημάτων, θεατρικών έργων, έργων επιστημονικής φαντασίας, δράματος, τρόμου και παιδικής λογοτεχνίας.  Γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε ξενοδοχειακές επιχειρήσεις στην Σχολή Τουρισμού της Ρόδου και έχει μεταπτυχιακό στην διοίκηση ξενοδοχείων από το Πανεπιστήμιο του Μπάκινγχαμ.

Το πρώτο της μυθιστόρημα, Το Μπουντουάρ του Ναδίρ, δημοσιεύτηκε το 2003. Το τρίτο μυθιστόρημά της, Τι είδε η γυναίκα του Λοτ;, δημοσιεύτηκε το 2007 και έλαβε το Βραβείο Λογοτεχνίας του Περιοδικού ΔΕΚΑΤΑ. Το 2013 η εφημερίδα Guardian κατέταξε αυτό το μυθιστόρημα στην λίστα με τα καλύτερα βιβλία επιστημονικής φαντασίας της χρονιάς.

Το μυθιστόρημά της Η Κοιλάδα της Λάσπης από την τριλογία Ο Δράκος της Πρέσπας, δημοσιευμένο το 2014, κέρδισε βραβείο Ακαδημίας Αθηνών και βραβείο από το περιοδικό Κλεψύδρα.

  

Τα αντί-ουτοπικά μυθιστορήματά της συνδυάζουν στοιχεία τραγελαφικά και αλληγορικά ενώ έχουν μια ατμόσφαιρα μυστηρίου και μια πλοκή γεμάτη απροσδόκητες ανατροπές. Απεικονίζουν τα πολιτικά συστήματα του μέλλοντος, φανταστικές κοινωνίες σε κρίση ή σε μετάβαση, συγκρουόμενες κοσμοθεωρίες.

(Αυτά από το διαδίκτυο)

 

Έργα της:

Το Μυστικό Νερό/ Τι είδε η γυναίκα του Λωτ; / Το Μπουντουάρ του Ναδίρ (2003)/

Η ενοχή της αθωότητας (2011)/      Κοιλάδα της Λάσπης (2014). κλπ..

…---…

Κι ένα ακόμη βραβείο για την Ιωάννα Μπουραζοπούλου –Βραβεία Αναγνώστη 2024, του περιοδικού «Ο Αναγνώστης» για το βιβλίο Ο Δράκος της Πρέσπας, Η μνήμη του Πάγου.

 

Τι να γράψω για την Ιωάννα Μπουραζοπούλου τα λέει όλα μες στα βιβλία της. Την σκέπτομαι να έρχεται στη Λέσχη μας, με ομπρέλα και αδιάβροχο. Είναι η νύμφη των νερών της γης, θυμηθείτε το βραβευμένο βιβλίο της «Τι είδε η γυναίκα του Λωτ;», έχω γράψει εισήγηση γι αυτό το βιβλίο και με είχε εκπλήξει το θέμα. Δεν ξέρω αν πρέπει να μιλήσω, για αστυνομική λογοτεχνία, επιστημονική φαντασία, για μαγικό ρεαλισμό, για κινηματογραφική ταινία, σίγουρα για αλληγορικές γραφές, πάντα για το κυνήγι του κακού και τη νίκη του καλού, όπως η Βρετανίδα συγγραφέας Τζ. Κ. Ρόουλινγκ, όπου σ’ ένα κόσμο μάγων ένας πιτσιρικάς ο Χάρι Πότερ τα βάζει με τους κακούς. Όμως εδώ στο βιβλίο της Μπουραζοπούλου,  που κανονικά έπρεπε να ξεπεράσει το βιβλίο της Ρόουλινγκ, αλλά άλλο Ελλάδα, άλλο Αμερική, έχω να πω ότι έχουμε στα χέρια ένα πολιτικοαλληγορικόαστυνομικόπαραμυθητικόρεαλιστικό μυθιστόρημα, που μας αφυπνίζει.

Η τριλογία ο Δράκος της Πρέσπας, ολοκληρώθηκε. Κι εγώ ως απλή αναγνώστρια λέω ότι μου άφησε μια γεύση ήττας, αν και είχε καλό τέλος. Το πολιτικό σύστημα των χωρών παγκοσμίως, η οικονομία, ο μηχανισμός των πολέμων, που δυστυχεί τον κόσμο, που τρομάζει και φοβίζει την ανθρωπότητα, είναι ο τεράστιος δράκος, ας πούμε ο Γκονζίλα της Μπουραζοπούλου. Τα θέματά της πολιτικά, επιστημονικά, οικονομικά φαινόμενα των κοινωνιών, γεωγραφίες και σύνορα ρευστά και οπωσδήποτε ασταθή, όπως το υγρό στοιχείο. Δυστοπικές κοινωνίες- τρομακτικές, με παραμυθητική αφήγηση.  Ο έρωτας, η γενναιότητα κάποιων, ο θάνατος αυτών που πολεμούν έναν τεράστιο δράκο, ένα πολυκέφαλο τέρας που στο έργο έχει κυριεύσει τις όχθες της λίμνης Πρέσπας. Η μια όχθη, ή αν θέλετε, το ένα νότιο κομμάτι της, το ελληνικό, κατατρύχεται από βροχές και λάσπες, το δυτικό κομμάτι της, το αλβανικό μαστίζεται από δριμύ κρύο και το μετατρέπει σε πολικό και ένα άλλο κομμάτι όχθης, το  βορειομακεδονικό, ρημάζει από ξηρό κλίμα που το μετατραπεί σε άνυδρο ερημικό τοπίο. Ο κατακερματισμός της λίμνης και ο συνοριακός διαχωρισμός θυμίζει το  «Διαίρει  και   βασίλευε», ώστε να διατηρείται το εξουσιαστικό σύστημα και να σπείρει τη διχόνοια ανάμεσα στους λαούς. Τον δράκο δεν μπορείς να τον δεις, ζει και καταστρέφει σαν αόρατη λάβα ηφαιστείου τον κάθε άνθρωπο που αναπνέει με μισή ανάσα την κάθε μέρα, την κάθε ώρα μιας αγχώδους επιβίωσης, μιας άχαρης καθημερινότητας, αφού ο δράκος είναι ή έκφανση, «προς το ζην» του. Πολλοί οι χαρακτήρες του έργου. Η πρωταγωνιστική όχθη της λίμνης είναι η παγωμένη δυτική πλευρά, αυτή της Αλβανίας, του βιβλίου που σήμερα διαβάζουμε. Οι δρακολόγοι που «φυλάττουν Θερμοπύλας», θυσιάζοντας και τη ζωή τους ακόμα, είναι όλες γυναίκες. Μπροστάρισσα και καλύτερη τοξοβόλος, είναι η Γερακίνα που μέσω του έρωτά της με αντίπαλο εχθρό της νότιας όχθης, Έλληνας, παρακαλώ, μπαίνει αργά αλλά σταθερά στο νόημα των δόλιων ενεργειών του καθεστώτος, που σκοτώνει ύπουλα στοχεύοντας στο φόβο των ανθρώπων, τον οποίο πολλαπλασιάζει (βλ. οικονομικά συμφέροντα) χτίζοντας μέρα τη μέρα έναν νέο δράκο, αεί πεινασμένο για ανθρώπινες σκέψεις, και εν τέλει, σάρκες.  

Σημειώσεις:

Στα βιβλία της Μπουραζοπούλου, έχουν βασικό ρόλο οι γυναίκες, είναι παντού και είναι οι σκέψεις για εξέλιξη και ελευθερία, παρότι καθορίζονται, ως αξία μειωμένη, ή αν θέλετε υποτιμώνται ακόμη, ανά τον κόσμο, από τον ανδρικό πληθυσμό.

Σ’ έναν καταυλισμό κρυμμένο πίσω από βουνοκορφές, έχουν στρατολογηθεί, με την θέλησή τους τοξότριες, ιέρειες, ερευνήτριες και άλλες, που ζουν σε καταστάσεις μεσαιωνικές, σκληρή εκπαίδευση, ειδικές ενδυμασίες και εσώρουχα αντοχής στον πάγο.

Χαρακτήρες του έργου που εντυπωσιάζουν με την γενναιότητά τους, άλλοι με ευγένεια, άλλοι με υστεροβουλία και άλλοι με αγριότητα κι άσκηση βίας.

Οι «κακοί» του έργου:

Ο εντυπωσιακός ύπατος αρμοστής της Παγκόσμιας Τράπεζας Ανάπτυξης Έκτορας Μόζερ, τυφλός μεν, αλλά με βοηθό τον νεαρό Αλέξανδρο δε, δεν του ξεφεύγει το παραμικρό, εξάλλου έχει το χάρισμα της ενόρασης. Προκαλεί συζητήσεις  -με τους δίδυμους και υπό τις διαταγές του ευπειθείς τελώνες, τους Ντιέλι και Χένα Αχμέτι, αδέλφια δίδυμα, για την Οδύσσεια του Ομήρου, αναφερόμενος στη ραψωδία λ, την αποκαλούμενη Νέκυια.

Πόσοι ωραίοι οι χαρακτήρες πολλών από τις τοξότριες, όπως η Βαλμίρα Καστράτι, η επονομαζόμενη Γερακίνα, η καλύτερη τοξότρια. Στοχεύει με επιτυχία  τόση που το βέλος της σφυρίζοντας καλύπτει τα χίλια μέτρα, δηλαδή δέκα φορές δραστικότερο βεληνεκές από καραμπίνα.

Νατάλια Ιβάνοβα, εχθρός, παρακολουθεί με κιάλια την Βαλμίρα, και μένει κατάπληκτη βλέποντάς την να την προκαλεί ρίχνοντας το βέλος της στο απάτητο Γκόλεμ Γκραντ της ανατολικής όχθης.

Ναταλία Γκράσι, νεαρή δρακολόγος, κόρη της σκοτωμένης άγρια, -7ο θύμα του δράκου- και σπουδαίας τοξοβόλου Ροβένας Τόσκα, ανταγωνίστριες με την Βαλμίρα κι άσπονδες φίλες.  Η ευφυής νεαρή Ναταλία, βοηθός της Βαλμίρα και κατόπιν φίλη, όταν ανακάλυψε το ερωτικό μυστικό της.

Η «γερόντισσα» Εσμεράλντα, νύμφη της θάλασσας, με λευκές κοτσίδες, που φτάνουν μέχρι τους αστραγάλους της, δεν αγαπά τη ζέστη, και ζει άνετα στο παγωμένο περιβάλλον. Το μόνο γνωστό για την προέλευσή της είναι, ότι εκβράστηκε στην δυτική όχθη από τα υπόγεια κύματα. Η παρουσία της είναι έξω από τους φυσικούς νόμους και είναι εκείνη που συμβουλεύει και προσπαθεί να είναι φιλικά ενωμένες όλες οι δρακολόγοι. Παίρνει εντολές από τον καλοσυνάτο σύμβουλο Ερμάρ Ραμαντάνι, ο μόνος άνδρας στον καταυλισμό, που φανερά είναι με το μέρος των δρακολόγων και της Εσμεράλντα.

Η Αλκέτα, αρχηγός φρουράς, του καταυλισμού, πρόσκειται φιλικά στη Βαλμίρα.

Η Ελβάνα, πρωτοκόρη και αγαπημένη της «γερόντισσας».

Η Μπλέρτα, συνοριοφύλακας.

Η ανατριχιαστική εικόνα της δρακολόγου Κοζέτα, όπου το ακρωτηριασμένο χέρι της φέρει γάντζο και μ’ αυτό τεντώνει το τόξο και κόβει τις χορδές.

Οι δρακολόγοι Ίρμα και Πέτα, που ζουν μοναχικά στη σκηνή τους και δεν κρύβουν τον έρωτά τους.

Οι καλίσωμες εντυπωσιακές καλλιτέχνιδες χορεύτριες τραγουδίστριες, που έφτασαν προς αναψυχή των δρακολόγων κι έπαιξαν θεατρικά το έργο του Κολομβιανού Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες, «Εκατό χρόνια μοναξιά».

Η Μπουραζοπούλου, σε εποχές του σήμερα και του χθες παλεύει με τους δικούς της και δικούς μας δράκους.

Ο συνειρμισμός των κεφαλαίων, οι τίτλοι: Λεύκανση, η Μελάνωση κι η  Ερύθρωση το τέλος και Albedo! Λευκαύγεια.

Εντυπωσιακά τα σχεδιογραφήματα του βιβλίου, για τον γεωγραφικό μας προσανατολισμό και την πανέμορφη γριά Εσμεράλντα.

Απανθίσματα:

ΑΛΧΗΜΙΣΤΗΣ: την ήπια όλη τη φαυλότητα του χρυσού, μέχρι τον τελευταίο απατηλό της κόκκο. Την πλάνη, την αγυρτεία, τη φενάκη. Την ήπια και λυτρώθηκα από δαύτη.

ΜΑΘΗΤΗΣ ΞΥΠΝΗΤΟΣ: Και να σε πάλι εδώ. Στον ίδιο άμβυκα. Μονάχος όπως πάντα, μα πλούσιος όσο ποτέ.

 

Το εργαστήρι εξαφανίζεται. Το ίδιο και οι δυο μαθητές.

ΑΛΧΗΜΙΣΤΗΣ: Μη δειλιάσεις τούτη τη φορά γέροντα. Χαθήκανε οι μαθητές που επινόησες, να σε ωθούν να προχωράς όταν διστάζεις. Κανείς δεν πρόκειται να σου θυμίσει τώρα, αν πάλι επιλέξεις να ξεχάσεις. Είδες το όραμα της τελείωσης, μα δεν την έχεις φτάσει. Η Λεύκανση δεν άρχισε και η Ερύθρωση είναι το τέρμα.

Ό,τι απορίες γεννήθηκαν, η Λεύκανση τις λύνει.

Η Ερύθρωση είν’ του μαθητή και όχι του δασκάλου, τι ο πρώτος ξέρει να ζητά και όχι να αρκείται.

Γέροντα, μην καθυστερείς, δώσε την προσταγή σου, ευχή’ ναι περισσότερο, ευχή κι επιθυμία.

(παίρνει βαθιά ανάσα και βροντοφωνάζει αποφασιστικά) Albedo! (Λευκαύγεια).

 

Ευγενία (Τζένη) Μακαριάδη