Δευτέρα 6 Ιουνίου 2011

"Η ΤΑΧΥΤΗΤΑ ΤΟΥ ΦΩΤΟΣ" του ΧΑΒΙΕΡ ΘΕΡΚΑΣ (γεν. 1962, Ισπανία).

Έργα του: Ο ενοικιαστής (1989),
Στρατιώτες της Σαλαμίνας (2001), κ.α..


Ένα έργο μωσαϊκό από αλήθειες για τη φιλία, για την αγωνία της συγγραφής, την ήττα της αποτυχίας, την κακή διαχείριση της επιτυχίας με την έπαρση που αυτή συνεπάγεται. την ταπείνωση, το πόνο και την ενοχή από τον θάνατο αγαπημένων προσώπων. το φριχτό, σκοτεινό προσωπείο του πολέμου που τον υποβαστάζουν εκπαιδευμένα ανθρώπινα-κατασκευάσματα μηχανές κατακρεούργησης τρομοκρατημένων πληθυσμών πέρα από κάθε λογική, που βασανίζουν, ακρωτηριάζουν, δολοφονούν και κρεμούν στο λαιμό, σαν σουβενίρ, αποτρόπαια αναμνηστικά από τα θύματά τους, αρμαθιές ανθρώπινων αυτιών περασμένων σε κορδόνια παπουτσιών (σελ. 307).

Ο αφηγητής- συγγραφέας αρχίζει να μας διηγείται από τότε που τέλειωσε τις πανεπιστημιακές σπουδές του στη λογοτεχνία και μοιράζεται ένα άθλιο διαμέρισμα με τον φίλο του, τον Μάρκο, που έχει σπουδάσει ζωγραφική και όπως αποδείχτηκαν οι σπουδές ανώφελες μια και οι δυο τους ήταν ανεπάγγελτοι και αδέκαροι. και ενώ τα χρόνια περνούν οι φίλοι μια χάνονται μια βρίσκονται ο ένας διάσημος συγγραφέας, ο άλλος άσημος ζωγράφος που μετά το διαζύγιό του σταμάτησε τη ζωγραφική.

Στο τέλος της ιστορίας τα πίνουν πάλι σε ένα παρακμασμένο μπαρ όπως τότε που 'ταν απένταροι, ο ένας εξομολογείται ότι κάποιος τον είχε πείσει ότι ήταν καλλιτέχνης, ενώ στην πραγματικότητα δεν ήταν, γι αυτό υπέφερε είκοσι χαμένα χρόνια προς μια κατεύθυνση... μέχρι που βάλθηκε ξανά να ζωγραφίζει, γιατί δεν είχε τίποτε καλύτερο να κάνει και τώρα η απόδειξη είναι ότι το διασκεδάζει, το φχαριστιέται, μπορεί να είναι κακά έργα μπορεί και τα καλύτερα που έκανε στη ζωή του... Ο άλλος συγγράφει ένα έργο που δεν γνωρίζει το τέλος της και ενώ εξιστορεί τα δραματικά και βιωματικά γεγονότα εδώ και δεκαεφτά χρόνια, στην ερώτηση του φίλου πώς τελειώνει, εκείνος ευτυχισμένος απαντάει, έτσι τελειώνει.

Μια θλίψη άφατη και περάσματα από το παρελθόν, σκέψεις που τρέχουν, τα πάντα επιταχύνονται, τρέχουν γρηγορότερα από το κανονικό, όλο και πιο γρήγορα, πιο γρήγορα, πιο γρήγορα, μέχρι που ο αφηγητής ήρωάς μας είδε τη λάμψη, τον ίλιγγο και την απώλεια και σκέφτηκε ότι εν αγνοία του είχε ταξιδέψει ταχύτερα κι απ' το φως και ότι αυτό που έβλεπε ήταν το μέλλον.

Η ιστορία γραμμένη σε πρώτο πρόσωπο έχει θέμα τη γνωριμία και φιλία του αφηγητή-συγγραφέα, όταν βρισκόταν στο μεταπτυχιακό του και δίδασκε στο πανεπιστήμιο μια μικρής επαρχιακής πόλης στις ΗΠΑ, την Ουρμπάνα, στο τμήμα ξένων γλωσσών, με τον βοηθό καθηγητή των ισπανικών Ρόντνεϋ Φοκ, ένα ιδιόμορφο τύπο, ακοινώνητο, παράξενο που απέφευγαν οι περισσότεροι και τη θέση την πήρε γιατί ήταν βετεράνος στον πόλεμο του Βιετνάμ.

Ο Ρόντνεϋ ήταν ένα πνευματώδες, ευαίσθητο, μορφωμένο παιδί που τον ενδιέφεραν οι τέχνες, τα γράμματα, οι σπουδές ... όμως βρέθηκε μεταξύ "σφύρας και άκμονος", γιατί όντας φιλειρηνιστής και μέλος αντιπολεμικού κινήματος, κλήθηκε να στρατευτεί σε έναν πόλεμο μισητό, σ' έναν πόλεμο που δεν θα επιβίωνε. Βρισκόταν σε σκέψη να λιποτακτήσει, να φύγει για τον Καναδά, αυτό του έλεγε η ψυχή του, το μυαλό του, όμως η γνώμη του πατέρα του και κατ' επέκταση της αμερικάνικης κοινωνίας ήταν η υποστήριξη όλων των νέων με το να καταταγούν στο στρατό για τη νίκη και τιμή της πατρίδας..

Θυσιάστηκαν εξήντα χιλιάδες αμερικανοί στρατιώτες στον πόλεμο αυτό (1965-1973), μεταξύ των οποίων και ο αδελφός του Ρόντνεϋ. Όσοι επέζησαν και επέστρεψαν, όπως Ρόντνεϋ, γύρισαν ακρωτηριασμένοι, ανάπηροι σε σώμα, σε ψυχή και πολλοί έδωσαν τέλος αυτοκτονώντας από μια πατρίδα που τους γύρισε πλάτη, από μια κοινωνία που τους στιγμάτιζε ως δολοφόνους άμαχων πληθυσμών και μάλιστα παιδιών, γυναικών και γέρων... ναι έτσι πρέπει να ήταν γιατί ο τρόμος του αμερικανού στρατιώτη για επιβίωση τον είχε μετατρέψει σ' έναν άκριτο σφαγέα μια και η νίκη ήταν στα χέρια αυτών που υποστήριζαν τη γη τους, την πατρίδα τους από τους αποικιοκράτες εισβολείς και ήταν άριστα εκπαιδευμένοι αντάρτες που μαχόταν στη δική τους χώρα και γνώστες της εμπόλεμης περιοχής.

Μερικά αποσπάσματα του βιβλίου σχετικά με τη συγγραφή: (σελ. 74). " Οι συνηθισμένοι άνθρωποι δηλαδή υφίστανται ή απολαμβάνουν τον πραγματικό κόσμο, δεν μπορούν όμως να κάνουν τίποτε γι αυτόν, ενώ ο συγγραφέας μπορεί. Δουλειά του είναι να δίνει νόημα στον πραγματικό κόσμο, ακόμα κι αν αυτό το νόημα είναι απατηλό. Να τον μεταμορφώσει δηλαδή σε κάτι όμορφο κι αυτή η ομορφιά ή το νόημα είναι και η ασπίδα προστασίας του... (σελ. 162)... ότι το να ερωτεύεσαι σημαίνει να αφήνεσαι ταυτόχρονα στην ανοησία και σε μια ασθένεια που θεραπεύεται μόνο με το χρόνο...
(σελ. 163)΄... απόρροια των ευνοϊκών συνθηκών ήταν τα ευτυχέστερα χρόνια της ζωής μου τέσσερα βιβλία, δυο μυθιστορήματα, μια συλλογή χρονογραφημάτων κι ένα δοκίμιο. Η αλήθεια είναι ότι πέρασαν όλα απαρατήρητα, όπως αλήθεια είναι κι ότι δε βίωνα πλέον αυτή την αφάνεια σαν ματαίωση, πόσο μάλλον σαν αποτυχία. Πρώτον, από άμυνα, σ' ένα συνδυασμό σεμνότητας, υπεροψίας και δειλίας. Δε με πείραζε που τα βιβλία μου δεν τύχαιναν μεγαλύτερης προσοχής απ' αυτήν, δεν πίστευα ότι την άξιζαν, κι ενώ σκεφτόμουν ότι ελάχιστοι αναγνώστες ήταν σε θέση να τα καταλάβουν, έτρεμα μέσα μου γιατί, αν είχαν τύχει μεγαλύτερης αναγνώρισης , θα κινδύνευε ίσως να αποκαλυφθεί η κατάφωρη κενότητά τους....
Ευγενία Μακαριάδη.

Δεν υπάρχουν σχόλια: