Τετάρτη 20 Φεβρουαρίου 2013

Ο ΠΑΡΑΜΕΣΟΣ. της Γιόκο Ογκάουα.



                                       «Ο ΠΑΡΑΜΕΣΟΣ»
                                  Της Γιόκο Ογκάουα (γεν. 1962)
                                           Εκδόσεις ΑΓΡΑ.


Διάβασα μέσα σ’ ένα απόγευμα το βιβλίο της διάσημης, γιαπωνέζας, συγγραφέα Γιόκο Ογκάουα.

Πρωτοπρόσωπη αφήγηση.
Γλώσσα «κοφτή».  Εννοώ την ανύπαρκτη καλολογία ή αν θέλετε την αισθητικότητα εκείνη που ο έρωτας προτρέπει.

Διακρίνεις την παγωνιά της θανατηφόρας μαχαιριάς του έρωτα που δίνεται με το «γάντι».

 Διακρίνεις τον «φετιχιστή» που μόνο ο θάνατος, ο φόνος καλύτερα, είναι αυτός που σεξουαλικά τον διεγείρει.

Διακρίνεις την ερωτευμένη νεαρή, με τον αισθησιασμό της στο ζενίθ του μαζοχισμού, να ανέχεται και  να δέχεται το μαγικό του δώρο που βήμα το βήμα την αλλοιώνει.

Τελικά, η ζηλοτυπία είναι εκείνη που θα συντομεύσει το «βήμα» της να του δωρίσει εκείνο που ο «καταχανάς» περιμένει για να φτάσει σε «οργασμό».

 Μια γραφή που με λίγα λόγια σε βάζει σε μια ατμόσφαιρα μαγική, τρομακτική και επικίνδυνη, κάτι σαν μια ασπρόμαυρη ταινία του Χίτσκοκ.

Η Ηρωίδα του βιβλίου αφηγείται χωρίς να μας συστήνεται, δε μας λεει ούτε το όνομά της, ούτε τ’ όνομα κανενός άλλου που έχουν κάποιο ρόλο στο βιβλίο, όπως τις δυο γηραιές γυναίκες που κατοικούν στο παλιό, ερημωμένο, μαυρισμένο μπετονιένιο κτίριο, του εργαστηρίου δειγμάτων, που εργάζεται. Αυτές τις αποκαλεί με τους αριθμούς της πόρτας του δωματίου τους. Είναι η κυρία του 309 και η κυρία του 223. Το μόνο όνομα που επικρατεί σ’ όλη την αφήγηση είναι το όνομα του κυρίου Ντεσιμάρου.

Ο κύριος Ντεσιμάρου που επάνω του υπερισχύει η απάθεια, η νέκρα (θα ‘λεγα) καλύτερα, είναι τ’ αφεντικό τής πρόσφατης δουλειάς της στο εργαστήριο δειγμάτων.

Για την πρώτη της δουλειά, σ ένα εργαστάσιο που έφτιαχνε αναψυκτικά, μας λεει ότι παραιτήθηκε μετά το ατύχημά της. Τότε που πιάστηκε το χέρι της σ’ έναν ιμάντα μεταφοράς και απλά  κόπηκε ένα μικρό κομμάτι σάρκας από την άκρη του παράμεσου του αριστερού της χεριού.

Γραμματειακή η δουλειά της στο εργαστήριο δειγμάτων του κου Ντεσιμάρου.

Τα δείγματα που αποθήκευε και συντηρούσε ο κος Ντεσιμάρου, και κατέτασσε η ηρωίδα μας ήταν οτιδήποτε έφερνε ο πελάτης  μπορεί ένα αντικείμενο, μπορεί κάποιο κομμάτι μουσικής, μπορεί παράσιτα και ένα σωρό άλλα.. Ακόμα και κοκαλάκια κάποιου αγαπημένου πουλιού, ενός σπουργιτιού της Ιάβας συγκεκριμένα, που έφερε ένας γέρος, λούστρος στο επάγγελμα,  και κοιτάζοντάς την προείκασε τον όλεθρο, όμως εκείνη δεν έκανε τίποτα για να τον αποφύγει.

Τι ήταν άραγε τα δείγματα για κάποιον που τα κατέθετε στο εργαστήριο του κου Ντεσιμάρου; Ήταν κάτι που μισούσαν; Κάτι που αγαπούσαν; Κάτι που ήθελαν να απαλλαγούν; Κάτι που ήθελαν να πετάξουν; Ή κάτι που δεν ήθελαν ποτέ να ξεχάσουν;

Πάντως τα δείγματα ήταν τα μόνο, για τα οποία ο κύριος Ντεσιμάρου εξέφραζε στοργή.

Την επεξεργασία των αντικειμένων των πελατών βάσει των οποίων ο κος Ντεσιμάρου έφτιαχνε το δείγμα για αποθήκευση, ήταν αποκλειστικά δική του δουλειά και απαγορευόταν σε οποιονδήποτε να κατέβει στο υπόγειο δωμάτιο, όπου γινόταν αυτή η αλχημική, θα ’λεγα, επεξεργασία..

Μόνο εκείνη η νεαρή πελάτισσα με τα κατατεθειμένα παράσιτα, που όμως δεν ήρθε για να τα δει, αλλά όπως είπε στον κύριο Ντεσιμάρου να δώσει δείγμα, που δεν ήταν άλλο παρά κομμάτι από την καμένη ουλή  στο μάγουλό της. Εκείνος την πήρε αγκαλιαστά, ενώ εκείνη σαν σε κατάσταση ύπνωσης και ηδονής στο στήθος του, πήρε καθοδική πορεία για το υπόγειο δωμάτιο, από όπου ποτέ δεν ξαναβγήκε..

Η ηρωίδα μας αδιαφορεί για τον πόνο από τα παπούτσια που της δώρισε ο Ντεσιμάρου με τον απεχθή όρο να μην τα βγάλει ποτέ κι ας φθείρουν μέρα τη μέρα τα πόδια της.  

Ακόμα και τότε μες το κρύο υπόγειο λουτρό που την ξάπλωσε στη μπανιέρα, τη  γύμνωσε και τα ρούχα της γλιστρούσαν από το κορμί της σαν φύλλα που ξεκολλάνε και πέφτουν, τα παπούτσια δεν τα έβγαλε... ο όρος ήταν απαράβατος.  
Ακόμα και τότε που ο γέρο-λούστρος της είπε πως αυτά τα παπούτσια είναι μοναδικά, εφαρμόζουν τόσο τέλεια στα πόδια που σαν τα βλέπει κάποιος, ως τρίτος, έχουν κάτι το τρομαχτικό. Εξ άλλου θυμήθηκε ότι ίδια παπούτσια είχε γυαλίσει πριν σαράντα χρόνια. Τα φορούσε ένας στρατιώτης με τεχνικά πόδια..

Μόνο για χάρη του δείγματος μπορεί να συνοδεύσει κάποιον στο υπόγειο εργαστήριο, γιατί πριν απ’ όλα την προτεραιότητα την έχουν τα δείγματα και κείνη είχε τα εξής ερωτήματα: είναι δηλαδή δυνατόν να κατέβω κι εγώ μαζί σου στο υπόγειο αν ζητήσω ένα δείγμα από κάτι που δεν μπορεί να χωριστεί από μένα; Άραγε μπορώ να γίνω ένα από τα δείγματα που σου εμπιστεύονται;

Περπατάει το μακρύ διάδρομο που οδηγεί στο υπόγειο δωμάτιο, αφού προσευχήθηκε αυτό το δάχτυλο που καθρεφτιζόταν πάνω στο γυαλί του δοκιμαστικού σωλήνα να είναι λαμπερό και όμορφο.

Πάντως αναρωτιέται: θα πάρει άραγε στα σοβαρά ο κύριος Ντεσιμάρου το δείγμα μου; Από καιρού εις καιρόν θα ήθελα να παίρνει στα χέρια του τον δοκιμαστικό σωλήνα και να καρφώνει τα μάτια του στον επιπλέοντα παράμεσό μου...


Πιστεύω πως η συγγραφέας έδωσε μέσα σε λίγες σελίδες αμέτρητες εικόνες τρόμου, θανάτου και σεξουαλικής ανωμαλίας (πετυχημένα ομολογώ) τόσο αδιάφορα και ψυχρά, όπως φαντάζομαι θα περιέγραφε κάποιον που έκανε χαρακίρι.







Δεν υπάρχουν σχόλια: