Δευτέρα 23 Φεβρουαρίου 2015

Σ’ ένα στρατόπεδο άκρη στην ερημιά- ΜΕΝΗΣ ΚΟΥΜΑΝΤΑΡΕΑΣ



            Σ’ ένα στρατόπεδο άκρη στην ερημιά
                 ΜΕΝΗΣ ΚΟΥΜΑΝΤΑΡΕΑΣ

                        (Γέννηση στην Αθήνα στις 17.05.1931-
                         θάνατος στην Αθήνα στις 05.12.2014)


Έργα του:

1962
Τα μηχανάκια

1967
Το αρμένισμα

1972
Τα καημένα

1975
Βιοτεχνία υαλικών

1978
Η κυρία Κούλα

1979
Το κουρείο

1981
Σεραφείμ και Χερουβείμ

1982
Ο ωραίος λοχαγός

1986
Η φανέλα με το εννιά

1989
Πλανόδιος σαλπιγκτής

1993
Η συμμορία της άρπας

1996
Η μυρωδιά τους με κάνει να κλαίω

1999
Η μέρα για τα γραπτά κι η νύχτα για το σώμα

2001
Δυο φορές Έλληνας

2003
Νώε

2006
Η γυναίκα που πετάει

2007
Θυμάμαι τη Μαρία

2008
Το show είναι των Ελλήνων

2009
Σ΄ένα στρατόπεδο άκρη στην ερημιά

2010
Ξεχασμένη Φρουρά

2011
Οι αλεπούδες του Γκόσπορτ

2013
Θάνατος στο Βαλπαραΐζο

2014
Ο θησαυρός του χρόνου



Κόσμος συνωστίζεται στην πινακοθήκη μιας άγνωστης πόλης, να δει  έναν παλαιό πίνακα ενός άγνωστου ζωγράφου, όπου απεικονίζεται ένας άγνωστος Στρατηγός.  
Άραγε είναι φιλότεχνοι οι επισκέπτες; Ή πηγαίνουν εκεί για να δουν να παίζεται θεατρικά (δρώμενο που έχουν στήσει οι ιθύνοντες της πινακοθήκης) η ιστορία του Στρατηγού, της γυναίκας του και του νεαρού ζωγράφου-φαντάρου προστατευόμενού της. Μάλιστα λέγεται ότι η όμορφη ηλικιωμένη κυρία που καθημερινά πηγαίνει στην πινακοθήκη και παρατηρεί επιδοκιμαστικά τον πίνακα, δεν είναι άλλη από την ίδια τη σύζυγο του Στρατηγού  βεβαίως εκείνο που με την εξέλιξη της ιστορίας πιθανόν να μάθουμε είναι, εάν η επιδοκιμασία είναι για την προσωπογραφία του συζύγου ή για την σπουδαιότητα του καλλιτέχνη, και όχι μόνο.
Τώρα, σειρά του αναγνώστη είναι να μαντέψει τις φιλότεχνες ή μη τάσεις των επισκεπτών.

Μια αλληγορική νουβέλα σαν παραμύθι  μια χιουμοριστική, ερωτική ιστορία (θα ‘λεγα), όταν ανάμεσα σε στρατιώτες ενός λόχου, σ’ ένα στρατόπεδο «στο πουθενά», δεσπόζει μια μόνο γυναίκα, νέα, ωραία, ερεθισμένη καθημερινά από τη μυρουδιά τόσων αντρών που βρίσκονται στη διάθεσή της, όμως δεν μπορεί να πάρει, μια και είναι σύζυγος του Στρατηγού-διοικητή, πού όχι μόνο είναι πολύ μεγαλύτερός της, αλλά και ερωτικά τζούφιος.
Ενέχει χιούμορ, επίσης, ο χαρακτήρας του στρατηγού, που (σαν καρτούν) ανοηταίνει φορώντας-προβάροντας κάθε βράδυ την επίσημη στολή του, με τα γυαλιστερά αστέρια στις επωμίδες και παράσημα και ποζάρει σκερτσόζικα μπροστά στον καθρέφτη της κρεβατοκάμαράς του.
Είναι φοβερός όπου τον παίρνει, όμως ένας πυροβολισμός που σκίζει την ησυχία της νύχτας τον κάνει να βγαίνει έξω τρεμάμενος και ξεκούμπωτος στον καβάλο.
Είναι τρομακτικός όπου τον παίρνει, όμως τον τραβάει από τη μύτη η γαλίφα γυναίκα του, που εδώ που τα λέμε, με τις γαλιφιές της στους ανωτέρους της ιεραρχίας, έφτασε να φοράει εκείνος τα γαλόνια του Στρατηγού.
Είναι άγριος όπου τον παίρνει, όμως  τρόμος  στα φυλλοκάρδια του για τους αναρχικούς που απλώνουν σ’ όλη την πόλη τις ολόμαυρες αφίσες τους με κόκκινες κηλίδες αίματος και ενώ τις σχίζουν οι αστυφύλακες, αμέσως την επομένη τις βρίσκουν απλωμένες παντού.
Παρατηρεί στην κρεμάστρα την επίσημη στολή του και ταράζεται ότι θα κρεμάσουν μια μέρα και ‘κείνον, ίσως για τις λαμογιές του από τις προμήθειες στρατιωτικού υλικού, ίσως για τα βασανιστήρια και τις φυλακές των μη συμμορφωμένων-υποταγμένων νέων.
Κι έρχεται η σειρά της ωραίας Στρατηγίνας  που πείθει τον υπερφίαλο σύζυγό της ότι πρέπει να μείνει αιώνια τέτοια μορφή, όπως η δική του, και μόνο ένα πορτρέτο του μπορεί να το επιτύχει. Έτσι ξεχωρίζει, ανάμεσα σε πολλούς (που διατείνονται ότι είναι ζωγράφοι)  και  δέχονται να ζωγραφίσουν τον στρατηγό, με την προϋπόθεση ότι θα τους δοθεί εικοσαήμερη άδεια, έναν  αγγελόμορφο φαντάρο,  που όχι μόνο η ομορφιά του συμφωνεί με την πίστη της, είδε όνειρο ένα  στρατιώτη με φυτρωμένα φτερά στην πλάτη κάτι ανάμεσα σε άγγελο και εξολοθρευτή, αλλά και με τις αισθησιακές της παρορμήσεις.  
Έτσι, η κυρία Στρατηγού κατελήφθη ερωτικής έλξεως για τον  εικοσάχρονο στρατιώτη-ζωγράφο και αναρχικό επαναστάτη, έναντι του χουντικού αξιωματικού συζύγου της.
 Ο καλλιτέχνης ζωγράφος, ως άγγελος με φωτοστέφανο, τον φωνάζουν Ρώσο, όπως άρεσε στην Στρατηγίνα να τον ονομάσει,  αρχίζει και φιλοτεχνεί το πορτρέτο του Στρατηγού όμως το πορτρέτο κάθε νύχτα συμπληρώνεται ως δια μαγείας και αποτυπώνει επικείμενες αλλαγές στο πρόσωπο του Στρατηγού, μέχρις ότου στα αποκαλυπτήρια να φαίνεται ένα τερατώδες πρόσωπο, όσο και οι τερατώδεις- ανήθικες πράξεις του.
Εδώ μας θυμίζει ο συγγραφέας «Το πορτρέτο του Ντόριαν Γκρέι» του Όσκαρ Ουάιλντ, όπου το πορτρέτο τελικά δείχνει την ανηθικότητα, τον εγωκεντρισμό, που κρύβεται πίσω από μια ψεύτικη εμφάνιση κάποιου, όμως καταγράφεται στην ψυχή του,  και τον καταμαρτυρεί η  μαγεία της τέχνης.

Σελ. 17. «κρυφά είπες;»  έκανε εκνευρισμένος. «Υπάρχουν πράγματα που γίνονται κρυφά στο στρατόπεδο και που εγώ δεν γνωρίζω;» Τα πιο ενδιαφέρονται πράγματα είναι όσα γίνονται κρυφά, σκέφτηκε η Στρατηγίνα. «Ένας λόγος παραπάνω» του είπε. «Να γίνουν φανερά». «Μα είναι αυτή αντρική δουλειά, ζωγραφικές και αηδίες; Και μάλιστα για φαντάρους!» «Το τι είναι αντρίκειο φαίνεται από άλλα πράγματα χρυσέ μου», τον κεραυνοβόλησε και με το βαμμένο νύχι της τίναξε ένα σκουπιδάκι από το πέτο του.
Σελ. 77. « Έχεις μυωπία; Υποφέρεις από κάτι;» τον ρώτησε. «Θα ήθελες μήπως να μην υπηρετούσες;» «Υπηρετούν τα πουλιά, κυρία;» της είπε.
Σελ. 78. «Θα ήθελες κάποτε να μου δείξεις πώς ζωγραφίζεις;» τον ρώτησε εκείνη. Γύρισε και την κοίταξε: «Κανείς δεν μπορεί να δείξει στον άλλο πώς ν’ αγαπά».
Σελ. 142. Ήταν κάτι που δεν μπορούσες να το εξηγήσεις λογικά. Μα ένας πίνακας, σκέφτηκε πάλι, όπως κάθε έργο τέχνης, δεν μπορεί να εξηγηθεί με τη λογική μόνο.




Δεν υπάρχουν σχόλια: