Τετάρτη 26 Σεπτεμβρίου 2018

«ΟΙ ΚΑΛΟΙ» της Hannah Kent,εκδόσεις ΙΚΑΡΟΣ




«ΟΙ ΚΑΛΟΙ»  της Hannah Kent 
  Μετάφραση Μαρία Αγγελίδου

Η Hannah Kent γεννήθηκε στην Αδελαϊδα της Αυστραλίας το 1985. Το πρώτο της μυθιστόρημα «Έθιμα ταφής (2014), έγινε διεθνές best seller. Μεταφράστηκε σε 28 γλώσσες  και απέσπασε πολλά βραβεία.
Το δεύτερο μυθιστόρημά της «Οι καλοί» (2017), ήταν στη βραχεία λίστα για το Walter Scott Prize for Historical FictionThe Indie Book Award for Fiction και το ABIA Literary Fiction Book of the Year.
H Hannah Kent είναι συνιδρύτρια και αρχισυντάκτρια του λογοτεχνικού περιοδικού Kill Your Darlings της Αυστραλίας.
--…--               --…--               --…--               --…--               --…--               --…--
«ΟΙ ΚΑΛΟΙ» είναι το δεύτερο μυθιστόρημα της Χάννας Κεντ, βασίζεται, όπως και το πρώτο, «Έθιμα ταφής», σε αληθινή ιστορία. Τα συγκλονιστικά γεγονότα του έργου διαδραματίζονται στην Ιρλανδία- Κομητεία του Κέρι- το 1825 και συγκεκριμένα σε μια μικρή πεδιάδα ανάμεσα σε υψώματα και ποτάμια, όπου,  κατά τα θρυλούμενα, οι λιγοστοί κάτοικοι πιστεύουν σε  δαίμονες, οι οποίοι προκαλούν φθορές σωματικές, ψυχικές, υλικές και άλλες. Οι κάτοικοι  ευνοϊκά διατεθειμένοι προς τα κακά πνεύματα, τους αποκαλούν, κατ’ ευφημισμόν, «Οι Καλοί».
Η συγγραφέας απεικονίζει πιστά την εποχή, την νοοτροπία των ανθρώπων, τα ήθη και έθιμά τους, τις δοξασίες, το δόγμα της θρησκευτικής πίστης που δεν επιδέχεται αμφισβήτηση, τις κακολογίες, τους φθόνους σε κάθε τι ξένο ή παράξενο. Η φτώχεια, και τα επακόλουθα ενός ανελέητου σκληρού χειμώνα, που καταστρέφει λιβαδότοπους, χωράφια, μια χέρσα γη ακαλλιέργητη σε ακαλλιέργητους ανθρώπους του 19ου αιώνα.
Η Νόρα Λίχι μετά τον θάνατο της κόρης της φροντίζει μαζί με τον σύζυγό της, Μάρτιν, το εγγόνι της, τον Μίχολ, που πάσχει από μυϊκή παράλυση. Η ζωή της  γίνεται αβάσταχτη, όταν ξαφνικά πεθαίνει ο Μάρτιν. Η καθημερινή κούραση την αναγκάζει να βρει την νεαρή Μαίρη για βοηθό στο σπίτι. Ντρέπεται για το εγγόνι της που δεν μπορεί ούτε να μιλήσει και περπατήσει.  Αναπολεί την κόρη της, όταν ζούσε, και γέννησε τον Μίχολ. Τότε ήταν ένα φυσιολογικό και όπως έπρεπε παιδί. Σταμπαρισμένος ο Μίχολ από τους κατοίκους στην κοιλάδα, για τις αρρώστιες,  τη φτώχεια και τις κακοτυχίες τους.  Η Νόρα θέλει να απαλλαγεί από το κακό που δεν είναι άλλο από τον εγγονό της. Ζητάει τη βοήθεια μιας ηλικιωμένης μοναχικής γυναίκας, της Νανς, η οποία ξέρει να θεραπεύει με βότανα, αλλά έχει και τη φήμη μάγισσας. Η Νανς είχε έρθει από μακριά και εγκαταστάθηκε σ’ ένα καλύβι με την κατσίκα της, στην άκρη της κοιλάδας. Επιβιώνει με τη συλλογή βοτάνων και θεραπεύει αυτούς που ζητούν τη βοήθειά της και δεν είναι λίγοι.
Η Νανς επιβεβαιώνει την Νόρα ότι το παιδί είναι πράγματι στοιχειό και θα την βοηθήσει να επαναφέρουν το χαμογελαστό αγόρι που ήταν. Το αποτέλεσμα είναι καταστροφικό για το παιδί, έχει επιπτώσεις στη Νόρα, στη Μαίρη και ιδιαίτερα στην  Νανς που ούτως ή άλλως, ως ξένη,  θεωρούταν  γρουσούζα για τους χωρικούς της κοιλάδας. 

<< Η Νόρα χτένισε τα μπερδεμένα της μαλλιά με τα δάχτυλα και κοίταξε τον Μίχολ. Όταν τον χτύπησε, της είχε φανεί σαν να κρατιόταν στο χείλος ενός γκρεμού θεοσκότεινου∙ ένα βήμα της χώριζε από μια άβυσσο μαύρη, απ’ όπου –το ξερε- δεν θα μπορούσε ποτέ να γυρίσει. Ποιος ξέρει πού θα ‘χε φτάσει, αν δεν έμπαινε κείνη τη στιγμή η Μαίρη με το γάλα. Αν δεν την ξάφνιαζε και δεν την σταματούσε.
Τι έχω πάθει;
Η Νόρα πίστευε από πάντα πως ήτανε καλή γυναίκα. Καλόκαρδη. Αλλά πάλι, σκέφτηκε, μπορεί να ‘μαστε καλοί μόνο όταν η ζωή μας αφήνει να είμαστε καλοί. Μπορεί η καρδιά να σκληραίνει, όταν δεν έχει τα χάδια της καλοτυχιάς να την μαλακώνουνε.
Ο κατήγορος έμεινε σκεφτικός για μια στιγμή. «Θα πρέπει να ‘νιωσες μεγάλη ανακούφιση, κυρία Λίχι… Μια γυναίκα σου λέει πως δεν είναι παιδί, αλλά τελώνιο. Πόση ανακούφιση θα ‘νιωσες, καταλαβαίνοντας ότι δεν είχες υποχρέωση καμιά απέναντί του». Η Νόρα είδε τον δικηγόρο να σηκώνει ψηλά τα χέρια, γυρίζοντας προς τους ενόρκους. Στα πρόσωπά τους φάνηκε η δυσφορία τους. Κούνησε το κεφάλι της, ανήμπορη να μιλήσει. Δεν θα καταλάβαιναν. Δεν είχαν δει την τρομερή αλλαγή του παιδιού. Δεν ήταν πια άνθρωπος μέσα του. Μέχρι μέσα στα κόκαλά του είχε μπει το τελώνιο, το μαύρο σκληρόπετσο δαιμόνιο…
Η νύχτα ήρθε ξάστερη. Το φεγγάρι σηκώθηκε λεπτή γραμμούλα. Η Νανς κάθισε στις κρύες στάχτες του σπιτιού της και έσκαψε με τα χέρια, ώσπου ένιωσε ζεστασιά της φωτιάς στο χώμα. Μέσα κει πλάγιασε και σκεπάστηκε στις στάχτες>>.

Προσωπικά μου άρεσε το πρώτο βιβλίο της συγγραφέα, το «Έθιμα ταφής». Βρήκα το δεύτερο βιβλίο «Οι Καλοί» πιο αδύναμο του πρώτου και προβλεπόμενες οι εξελίξεις του.




Δεν υπάρχουν σχόλια: