Τρίτη 19 Ιανουαρίου 2021

ΜΑΥΡΟ ΝΕΡΟ του Μιχάλη Μακρόπουλου Εκδόσεις ΚΙΧΛΗ

 

ΜΑΥΡΟ ΝΕΡΟ του Μιχάλη Μακρόπουλου

     Εκδόσεις ΚΙΧΛΗ

Ο Μιχάλης  Μακρόπουλος γεννήθηκε το 1965 στην Αθήνα. Είναι συγγραφέας και μεταφραστής.

Έχει γράψει τις  νουβέλες: Σπουργίτω, Το δέντρο του Ιούδα, Τσότσηγια και άλλες ιστορίες.

 

Τριτοπρόσωπη –κυκλική- αφήγηση. Υπέροχη γλώσσα, ρέει το κείμενο. Ήρωες μια δράκα ανθρώπων,  ένας Πατέρας με ανάπηρο γιο, τα ερειπωμένα εγκαταλειμμένα σπίτια, τα βουνά, τα δάση, η λίμνη, η λαβωμένη ομορφιά του ορεινού τοπίου με –ατάκτως ερριμμένα- εξαρτήματα εξόρυξης υδρογοναθράκων. Άνθρωποι που δεν εγκαταλείπουν τη γη τους -ορεινά  Ηπειρώτικα χωριά-.μέχρι θανάτου. Χρησιμοποιεί λέξεις ντοπιολαλιάς (θυμίζει Παπαδιαμάντη), η γραφή του ποιητική. Το θέμα  έχει να κάνει με τις  συνέπειες της οικολογικής καταστροφής (μεγάλο πρόβλημα). Η νουβέλα  διαβάζεται με εξαιρετικό ενδιαφέρον (δεν την αφήνεις απ’ τα χέρια σου).

Αλληγορικό έργο, ατμόσφαιρα δυστοπική, ένας λαβύρινθος ατομικής και συλλογικής σκέψης. Έντονα στοιχεία ηθογραφικά, περιβαλλοντικά, θρησκευτικά, κοινωνικά, πολιτικά. Καμιά ελπίδα αναδημιουργίας –ως η πράσινη ανάπτυξη- παρά μόνο οι θολές φιγούρες ανθρώπων της γης πιστοί της φύσης. Καθώς και σκόρπια, στα ολόγυρα ερημωμένα χωριά, εξωκλήσια με αχνές τοιχογραφίες αγίων, όπου με το προσκύνημα τους σε κάθε θρησκευτική γιορτή συνυπολογίζεται ο χρόνος.

Η μόλυνση του περιβάλλοντος εξ αιτίας της σύγχρονης ζωής και της τεχνολογίας. Η αποψίλωση των δασών, η υλοτομία, τα βιομηχανικά απόβλητα (με τις διάφορες χημικές ουσίες), και τα απόβλητα από πυρηνικές δοκιμές σκοτώνουν την πανίδα και τη χλωρίδα της γης.

Ο Μακρόπουλος μας οδηγεί σε τοπία της Ελληνικής υπαίθρου ανάμεσα σε ερείπια και δάση. Ανάμεσα στην ομορφιά και την εγκατάλειψη. Πηγαινοερχόμαστε  μαζί με τους ήρωές του σε διάφορα χωριά των Ιωαννίνων και συγκεκριμένα της επαρχίας Πωγωνίου, Καλπάκι, Δελβινάκι, τη λίμνη Ζαραβίνα, κ.α., που έχει επέλθει η καταστροφή και μόλυνση από την ρύπανση του περιβάλλοντος.

Το μολυσμένο νερό, τα δέντρα, οι δηλητηριασμένοι καρποί τους, οι άνθρωποι τα ζώα, με το υψηλότερο ποσοστό θνησιμότητας, οι αυξημένες γενετικές μεταλλάξεις, το χαμηλό ποσοστό γεννήσεων. Παγκόσμια απειλή, που μπορεί ο αναγνώστης να πάρει μια μικρή πικρή πρόγευση καταστροφής κάθε μορφή ζωής από το βιβλίο του Μιχάλη Μακρόπουλου.

Μια δράκα ανθρώπων έχει μείνει στο μολυσμένο Πωγώνι. Άνθρωποι που δεν σκοπεύουν να εγκαταλείψουν τον τόπο που γεννήθηκαν, μεγάλωσαν, γέννησαν. Αποφασισμένοι στη γη αυτή να  αφήσουν τα κόκαλά τους.

Οι κεντρικοί ήρωες του έργου ο Πατέρας και ο γιος του Χριστόφορος, ανάπηρος, από τη γέννα, μόνο το ένα χέρι έχει γερό, και λίγοι χωρικοί –ας χρησιμοποιήσω εδώ τον τίτλο της ταινίας- «Οι τελευταίοι των Μοϊκανών», έχουν μείνει στο χωριό.. Ένας ύμνος αγάπης Πατέρα-γιού, ένας ύμνος αγάπης για τη γη τους, ένας ύμνος αξιοπρέπειας και στο τέλος του έργου μια χαραμάδα αισιοδοξίας μ’ ένα ανέλπιστο δώρο στον λαβωμένο άγγελο.

 

 

Απανθίζοντας:

**Ένας σκύλος τους πήρε για λίγο στο κατόπι. Απ’ την πείνα τα κόκαλα πετιόνταν κάτω από’  το πετσί του, έλεγες πως με κάθε κίνηση θα ‘σκιζαν το δέρμα-φαινόταν άρρωστος, με θολό μάτι και μαδημένη γούνα. Βάδιζε και ανάσαινε από συνήθειο, ήδη νεκρός χωρίς ακόμα να το’ χει καταλάβει- ή ίσως το ήξερε, γιατί ποιος μπορεί να πει τι ξέρει ένας σκύλος και τι όχι – κι απλώς ή δύναμη της συνήθειας ήταν πιο ισχυρή κι απ’ αυτήν του θανάτου ακόμη∙ όμως μετά απόκαμε και σωριάστηκε στις λάσπες.

**«Λένε ότι μας σκοτώνει να μένουμε εδώ».

«Έπρεπε να το ‘χαν πει πολύ παλιά αυτό, Γιάννη», είπε η Αθηνά του Κοτσίνη, με τα λόγια της πότε να σκαλώνουν καιι πότε να παίρνουν ξαφνικά φόρα. «Να μας πουν πως θα μας σκότωνε αυτό που θα έκαναν κα να μας ρωτήσουν έπειτα αν το θέλαμε. Τώρα είναι η μόνη ελευθερία που’ χουμε, ν’ αποφασίσουμε εμείς πού θα πεθάνουμε».

** Όποτε πεινούσε, άπλωνε το χέρι κι έκοβε ένα μήλο, ένα βερίκοκο, ένα αχλάδι, από δέντρα που οι χυμοί τους ήταν δηλητήριο και κανέναν χέρι δεν άγγιζε τους καρπούς τους. …… Άμα διψούσε, στεκόταν στην επάνω βρύση του χωριού, ή στην κάτω, έσκυβε κι έπινε με τις χούφτες το νερό που είχε δηλητηριάσει τον τόπο…. Η Αθηνά Κοτσίνι είχει γίνει ένα μ’ αυτόν τον τόπο, βάζοντας τον μέσα της μιλώντας με τα φαντάσματά του. Αν πέθαινε όπως ήταν βέβαιο ότι θα συνέβαινε σύντομα ο θάνατός της δεν θα ‘ταν τόσο ένα τέλος όσο μια συνάντηση, και το μολυσμένο χώμα θα τη δεχόταν στη σκοτεινή και νοτερή του αγκαλιά σαν ξενιτεμένη που παλινόστησε.

Τζένη Μακαριάδη

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: