Τετάρτη 5 Απριλίου 2023

ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΣΟΥ του ΒΑΓΓΕΛΗ ΧΑΤΖΗΓΙΑΝΝΙΔΗ

 

ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΣΟΥ του Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη,

εκδόσεις Το Ροδακιό

                                                                                                        

Ο Βαγγέλης Χατζηγιαννίδης γεννήθηκε στις Σέρρες, 4 Ιουλίου του 1967, και έζησε εκεί τα πρώτα του παιδικά χρόνια. Σπούδασε στη Νομική Σχολή της Αθήνας και στη Δραματική Σχολή Βεάκη. Για λίγα χρόνια εργάστηκε ως ηθοποιός σε θεατρικές παραστάσεις. Μετά ασχολήθηκε με το γράψιμο. Πεζογραφήματα και θεατρικά.  Κυκλοφορούν ως τώρα τα μυθιστορήματα Οι τέσσερις τοίχοι (2000), Ο φιλοξενούμενος (2004), Το ελάχιστο ίχνος (2013), η συλλογή διηγημάτων Φυσικές Ιστορίες (2006), το αφήγημα Ύπνος (2008), Το όνομά σου  και άλλα. όλα από τις εκδόσεις «Το Ροδακιό». Διηγήματά του έχουν συμπεριληφθεί σε θεματικές ανθολογίες και έχουν δημοσιευτεί στον Τύπο και σε λογοτεχνικά περιοδικά.

 

Τα βιβλία του αξιόλογου συγγραφέα Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη μας εντυπωσιάζουν ιδιαιτέρως· είναι γλώσσα καθημερινή - λόγια συμπυκνωμένα, ουσιώδη- και αλληγορική, κάτι μεταξύ μυθοπλασίας και πραγματικότητας. Μονόλογος με στοιχεία νουάρ. Η ροή του έργου θυμίζει κινηματογράφο, το δε στήσιμο των χαρακτήρων θέατρο.

Το θέμα μεγάλο, (σ’ ένα βιβλίο που δεν φτάνει τις εκατό σελίδες) έντονη η αρχέγονη σχέση πατέρα-γιού, η θρησκευτικότητα, ο αυταρχισμός του δυνατού, του εξουσιαστή, του πατέρα, της μητέρας, του πατέρα Θεού. Η υποταγή είναι το προσκύνημα στη λατρεία, στην υπακοή, στην αυστηρή-αυταρχική τήρηση κανόνων λατρείας, ευλάβειας σε ό,τι υπαγορεύει αλάθητο ή λανθασμένο, ο κανόνας που σε αναγκάζει να σκύβεις το κεφάλι, όπως για παράδειγμα οι δρακόντειοι νόμοι.

Ο συγγραφέας και στο βιβλίο του «Το ελάχιστο ίχνος» έχει να διηγηθεί την ολέθρια σχέση γιου και πατέρα. Μου θύμισε τον Κάφκα στο βιβλίο «Γράμμα στον πατέρα». Την απογοητευτική συμπεριφορά του γονιού, την ακατανοησία του να δεχθεί το μέρος εκείνο του παιδιού που αποζητά τον δικό του δρόμο, τα όνειρά του, την ελευθερία του και τον υποβιβάζει, τον θεωρεί κατώτερο του δικού του «θέλω» και «ονείρου» ή καλύτερα του δικού του ομοιώματος. Ως αναφέρει ο συγγραφέας, στη σελίδα 7 του βιβλίου,  την εντολή «Οὐ ποιήσεις σεαυτῷ εἴδωλον, οὐδὲ παντὸς ὁμοίωμα».

 

Η υποταγή του γιου, κατά τον «πατριάρχη» πατέρα, εξυπακούεται και κάθε ανατροπή στα καθιερωμένα, κοινωνικοπολιτικά ή ιερά, είναι γι αυτόν επίκληση καταστροφής εναντίον του, προς δικαίωση της ορθότητάς του, προς δικαίωση της τιμής και του ονόματός του στην κοινωνία και δεν εννοεί ή αφουγκράζεται τον αράχνειο ενοχικό ιστό που εξευτελίζει σωματικά και ψυχικά το τέκνο του. Η έξοδος από τον παράδεισο, η απείθεια, ο εγκλεισμός, όλα τα στοιχεία εκείνα που προκαλούν ψυχικό δέος, τα αναφέρει ο συγγραφέας ακατάγγελτα, σφιχτά, ακόμα και το ανοσιούργημα του αφηγητή- χαρακτήρα.

Ο αφηγητής μετά από πολύχρονη φυλάκιση, απογοητεύεται που δεν τον υποδέχεται στην πύλη, κατά την αποφυλάκισή του, κανείς και ιδιαιτέρως ο πατέρας του, Απευθύνεται σαν να γράφει επιστολή στον πατέρα του και αφηγείται πως πέρασε οκτώμισι χρόνια έγκλειστος κάτω από απάνθρωπες συνθήκες. Διηγείται τις αισχρές συμπεριφορές των συγκρατουμένων του, τον εξευτελισμό της προσωπικότητάς του και εξομολογείται στον δικό του άνθρωπο, τον πατέρα του, την εξιλέωσή του για την φρικτή πράξη του. Συνεχίζει να αφηγείται ενώ φτάνει στο σπίτι του, που το βρίσκει χωρίς ρεύμα και νερό, χωρίς τη φροντίδα κανενός, κλεισμένο κι αυτό ως ο εγκλεισμός του ιδιοκτήτη του. Η επιστροφή, λοιπόν, του ασώτου που ζητά συγχώρεση.

… Και για μας τους αναγνώστες, η ευχάριστη επιστροφή του συγγραφέα (μετά από το 2013) μ’ αυτήν την εξαιρετική νουβέλα.

 

 Απανθίσματα:

Είμαι βέβαιος  πως μ’ έχεις συγχωρήσει. Αν δεν το έχεις κάνει, το απαιτώ. Συγγνώμη, εννοώ πως το δικαιούμαι. Πρώτον γιατί πλήρωσα την ποινή μου, αυτή που κρίθηκε η αρμόζουσα τέλος πάντων για τα παραπτώματά μου. Δεύτερον,  για το λόγο ότι κι εγώ ο ίδιος συγχωρώ πάντα όσους με βλάπτουν. Ίσως δεν του συγχωρώ ακριβώς, πάντως ξεχνάω τις βρωμιές τους, δεν με απασχολούν πλέον, αδιαφορώ για κείνους που μ’ αδίκησαν, δεν κρατάω κακίες, σβήνω απ’  τα τεφτέρια μου τις οφειλές τους. Είναι κι η λήθη ένας είδος συγχώρεσης.

 

Τα λέω όλα αυτά καθώς σκέφτομαι πώς ίσως να μην έχει νόημα να σου γράψω αυτό το γράμμα. Γιατί  όλα τούτα που είναι για μένα σημαντικά-και δυστυχώς δεν πρόκειται για όνειρα κι εφιάλτες, αλλά για βιώματα απολύτως αληθινά- ίσως να είναι αδιάφορα σε κάποιον που τα’ ακούει ή τα διαβάζει. Ακόμη κι αν αυτός ο κάποιος είσαι εσύ. Ο πατέρας μου.

                                        ***                ***

Δεν υπάρχουν σχόλια: