Παρασκευή 14 Ιανουαρίου 2011

Διευκρινίσεις.

Αγαπητή φιλενάς,
συγκλονούται η εμού καρδιά εξ αφάτου ευδαιμονίας, εκ της ανιδιοτελούς αναρτήσεως ημετέρου κειμένου εις υμέτερον μπλόγκιον και ερωτώ ασμένως:
και οι αναγνώσται των εσού αναρτήσεων είναι ιδίου φθοροποιού ποιόντος (sic!!!!), ούτως ώστε θέλουσι εκτιμήσει δεόντως ασυναρτήτους συναρτήσεις ανιστορήτου ιστορίας και μυθοπλασίας, οίας ασυστόλως παράγει και άνευ τρεχούσης αιδούς η διεστραμμένη εμού φαντασία;
Ευγενική μου, Ευγενία τι έχεις πάθει επιτέλους να νομίζεις ότι σε δουλεύω, σε ειρωνεύομαι, σε σκόπτομαι, σε λοιδωρέ-ώ κλπ κλπ?
Μου αρέσουν πάρα πολύ τα κείμενά σου και ζηλεύω τον τρόπο με τον οποίο συνττάσσεις τις φράσεις, την τρυφερότητα η οποία διαπνέει τη δομή της κάθε φράσης σου με τις πιο σωστές λέξεις συνταιρισμένες η μία πλάι στην άλλη. Δηλαδή, τι άλλο θέλεις να σου πω; Πως αλλιώτικα να στο πω, ώστε να παραδεχτείς.. Να σου πω, πως αποφεύγω να διαβάσω τα κείμενά σου για να μην μολευτεί η ομορφιά τους, καθώς θα στριμώχνεται πλάι-πλάι με τις ρυπαρές ιδέες μου μέσα στο ίδιο μυαλό; Εντάξει, στο λέω κι αυτό! Είσαι ικανοποιημένη, τώρα;
Είμαι συντεριμμένος και δεν μπορώ να σου γράψω περισσότερα....
Κύσσομαι σε
Γιώργος
Υ.Γ. Ο Καλλικράτης πριν γίνει διοικητική διαίρεση ήταν αρχιτέκτονας και εργολάβος δημοσίων έργων κι έφτιαξε τα Προπύλαια της ακρόπολης, ο Ικτίνος ήταν περίφημος αρχιτέκτονας στα χρόνια του Περικλή που έφτιαξε τον Παρθενώνα, το Ταμείο της Συμμαχίας της Δήλου το διαχειρίζονταν οι Αθηναίοι και χρησιμοποίησαν τα χρήματά του για να κάνουν την Αθήνα σαν τα μούτρα τους, δηλαδή ωραία και κλασική, ο λόφος των Νυμφών λέγεται σήμερα Αστεροσκοπείου, οι ποδήρεις χιτώνες ήταν το σύνηθες ένδυμα αυτών που σήμερα αποκαλούμε "ω άνδρες Αθηναίοι", το μπόι μετριούταν με πόδες (του Ηρακλέους), οι κίονες του Παρθενώνα δεν είναι παράλληλοι, ώστε να δίνουν από μακριά την αίσθηση της αρμονικής ελαφράδας του κτίσματος, ενώ ο ζουμπάς παις β' βοηθός και το αφεντικό του ο λιθοξόος Ατέρμων από το Μενίδι (δήμος Αχαρνέων) δεν διασώζεται πουθενά ότι είναι υπαρκτά πρόσωπα. Αυτά, επειδή με ρώτησες που είναι η ιστορία και πού δικό μου στο κείμενο.

Πέμπτη 13 Ιανουαρίου 2011

Αρμόζουσα απάντηση.

Λοιπόν αυτό το κείμενο θα το βάλω στο blog μου γιατί μου άρεσε, αν και το εκλαμβάνω ως σκώμμα (το γράφω για να μη λεει ότι το πήρα πάνω μου) για ένα απόσπασμα, που έστειλα στον φίλο μου Γιώργο Βλάχο, μιας νουβέλας που έχω από καιρό στο συρτάρι μου και του ζήτησα αν και εφ' όσον τελειώσω τη μυθιστορία μπορέσει να την επιμεληθεί.-
και ιδού η "αρμόζουσα απάντηση"

Επιμέλεια εγώ σε ένα τέτοιο κείμενο; Εγώ παιδάκι μου έβαζα προλόγους και μεσότιτλους στις συνεντεύξεις της Μενεγάκη, της Μελέτη και του Ρουβά και μέχρι εκεί όταν δούλευα στα περιδικά. Ούτε τίτλους δεν με αφήνανε να βάλω!... Ξέρεις τι μου ζητάς; Να διαβάσω με μάτι κριτικό ένα λογοτέχνημα (δεν βάζω κανένα από τα επίθετα εκείνα που του πρέπουν, αλλά θα σε έκαναν να το πάρεις πάνω σου και είσαι μικρή ακόμα!) Είναι σαν να έλεγε ο Ικτίνος, όταν τέλειωσε με τον Παρθενώνα, στον β' βοηθό του λιθοξόου Ατέρμονος του Αχαρνέως
-"Σύρε, ω παι, απέναντι στον λόφο των Νυμφών (νυν Αστεροσκοπείου) και τήρα να δεις, αν βλέπεις καμιά ατέλεια στις κολώνες του Παρθενώνα... Κι αν δεις τίποτα στραβό, έλα και διόρθωσέ το, γιατί εγώ δεν προκάνω!"
Πήγε ο παις στον λόφο των Νυμφών (νυν Αστεροσκοπείου) σκιάζει τα μάτια του με την παλάμη του διότι είχε και αντηλιά και αφού είδε ό,τι ήταν να δει ροβόλησε στην πλαγιά του ένα λόφου και σκαρφάλωσε στου άλλου, καθότι τα Προπύλαια δεν τα είχε τελειώσει ακόμα ο Καλλικράτης κι ας είχε πάρει μπροστάντζα το μισό "Πακέτο Περικλέους" από το Ταμείο Στήριξης Δημοσίων Έργων της Δηλείας Συμμαχίας.
-"Θείο.. Θείο!.." φώναξε ο παις στον Ικτίνο τραβώντας τον από τον ποδήρη χιτώνα για να τον προσέξει καθότι ο αρχιτέκτων Ικτίνος ήταν αψηλός ίσαμε έπτά πόδες, ενώ ο β' βοηθός ήταν στούμπος ίσαμε τρεις παλάμες ανοικτές σε διάσταση δακτύλων.
-"Τι είναι, ω παι;" ρώτησεν ο αψηλός αρχιτέκτων.
-"Οι κολώνες του Παρθενών σου είναι στραβιές, θείο! ... Χοντρές κάτου και ψιλές στ'απάνω... Θα πέσει το μαγαζί και θα πλιακώσει τους πιστούς!"
-"Αυτό είδες μόνο, ω μπασμένο; Σύρε και σιάξτε τις.. Ίσιωσε τες ντε!.. Τι κάθεσαι;"
-"Μα'στα, αφεντικό!" και πήρε το καλέμιο και το σφυρίο να πάει να τις ισιώσει.
-"Πού πας ω ρε βούπαι (παιδοβούβαλε, νεοελληνιστί).. Οι κολώνες είναι εξεπίτηδες ζαβές, ρε για να φαίνονται από μακριά σαν ίσιες. Τράβα πρώτα μάθε αρχιτεκτονική προοπτική και έλα μετά με τον κηδεμών σου για τη μαλακία που πήγες να κάνεις!"
Τι θέλει να πει ο ποιητής με την ανωτέρω ιστορική παραβολή; Ότι είναι δυνατό ο Ικτίνος να ζητήσει από τον β΄βοηθό του λιθοξόου να του διορθώσει το αριστούργημα των αιώνων;
Τι μου λες πιο κάτω; Ότι ο Μάκης είναι εφημεριδοφάγος; Μα είναι υπέρχο!,, Κι εγώ είμαι εφημεριδοφάγος!.. Ποια εφημερίδα του αρέσει;
Να ερθείτε ένα μεσημέρι να του φτιάξω ένα σουφλέ Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας με σως μπερνέζ που να γλείφει και τα δάχτυλά του. Είναι το αγαπημένο μου.. Αλλά μπορώ να του μαγειρέψω και το εξής μενού: παϊδάκια στη γάστρα από τις αθλητικές σελίδες των Νέων με τσιγαρισμένη καυτερή σάλτσα καλλιτεχνικών σελίδων του Ελεύθερου Τύπου και γαρνιτούρα κουτσομπολιού από της Εσπρέσσο καθώς και πράσινη σαλάτα από πρωτοσέλιδα του Ντέρμπυ ή κόκκινη και ζουμερή από πρωτοσέλιδα του Γαύρου και τέλος φρέσκο περιοδικό της εβδομάδος για φρούτο.. Όλο το πιο πάνω μενού προσφέρεται και με μορφή χυμού στο μπλέντερ. Τώρα όμως κάνω δίαιτα και τρώω μόνο Εστία, λίγη άνοστη δεν λέω, αλλά είναι light και με λίγες σελίδες, sorry θερμίδες. Δεν μου αρέσει ο Ριζοσπάστης. Δεν τρώγεται με το τίποτα όπως κι αν μαγειρευτεί.
Άντε ' αφήνω τώρα γιατί μ' έπιασε λιγούρα και πάω να φάω δυο τρεις παστές εφημερίδες που φυλάω στη σαλαμούρα από πέρσι.
Γιώργος
Υ.Γ. Δεν μπορώ να σου στείλω φιλιά γιατί είμαι μπουκωμένος.

Δευτέρα 3 Ιανουαρίου 2011

«Η ΕΒΡΑΙΑ ΝΥΦΗ» του Νίκου Δαββέτα (γεν.1960, Αθήνα).

(Δεκ. 2010.)




Αυτό που λεει η θυμοσοφική ρήση «αμαρτίαι γονέων παιδεύουσι τέκνα» είναι η ρίζα, αν θέλετε, που ο συγγραφέας ανέπτυξε τη μυθιστορία του βασισμένη επίσης σε ιστορικά γεγονότα μεταπολεμικών δηώσεων και αρπαγών από νικηφόρες ορδές λουστραρισμένες με τις μάσκες των «κυριλέ» (θα λέγαμε σήμερα) κουστουμαρισμένων και καπελωμένων με ρεπούμπλικες ληστοσυμμοριών, που ξεφτιλίζουν την ελληνική περηφάνια καθώς καμιά ιστορία, καμιά διδαχή, ούτε καν οι άγριες ιαχές νίκης του Μεχμέτ του Πορθητή, (-Yiagmaaa δικά σας τα χρυσά, τα διαμάντια, οι όμορφες παρθένες νέες καθώς και νέοι από οικογένειες ευγενών, ό,τι αρπάξετε δικό σας, όλα δικά σας Yiagmaaa..- ) δεν τους συνέτισαν, δεν τους συνετίζουν και συνεχίζουν μέχρι σήμερα....

Ένας έρωτας δυνατός, χωρίς εξομολόγηση, χωρίς άφεση αμαρτιών, είναι το μόνο στοιχείο μιας αληθινής ζωής που όμως οι ήρωές μας το προσπερνούν φοβισμένοι στη σκιά μιας άλλης ζωής επινοητικής, όπου η αλήθεια-πληγή σκεπασμένη χρόνια δεν επουλώνεται αλλά τους πονά και τους λαβώνει.


Εδώ θα αναφέρω τον oμώνυμο πίνακα του Ρέμπραντ (Ολλανδία 1606-1669), που είναι μια από τις εμμονές της ηρωίδας του βιβλίου. Απεικονίζεται στον πίνακα ο γαμπρός και η νύφη; Γιατί τόσο φωτεινά πρόσωπα, ρούχα και κοσμήματα μέσα στο σκότος; Είναι ο πατέρας που το χέρι του ακουμπά στο στήθος τη θυγατέρα του που είναι η νύφη; ή ο γαμπρός τη γυναίκα του; Η νύφη φορτωμένη στα πλούσια, φανταχτερά, νυφιάτικα ρούχα με ακριβά κοσμήματα, είναι απλώς παχουλή; Μήπως εγκυμονεί; Είναι ένα πρόσωπο που είναι έτοιμο να χαμογελάσει; Να ειρωνευτεί; Ένα Τζοκόντειο (Ντα Βίντσι, Φλωρεντία 1452-1519) χαμόγελο ίσως; Μήπως ένας σαρκασμός;

Έτσι σαρκάζει η ηρωίδα του βιβλίου, η Νίκη. Μια άπτερος Νίκη. «Είμαι έγκυος, θα το κρατήσω, έτσι θα μοιάζω πιο πολύ στην «εβραία νύφη»...

Μια Νίκη που βλέπει καθημερινά τον εαυτό της μέσα από παραμορφωτικό καθρέφτη, που τη δείχνει όπως τα μάτια της ψυχής της βλέπουν· όλα στο σώμα της θέλουν κόψιμο και πέταμα μόνο ένα λεπίδι χρειάζεται για να κόψει ό,τι περισσεύει, να πετάξει τα χοντρά, τα άσκημα όλα αυτά που τη βυθίζουν στην κατάθλιψη και το πετυχαίνει με την αρρώστια της ανορεξίας.

Μαζί με τους ήρωες ταξιδεύουμε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Βερολίνο, Ολυμπία, παίρνουμε πληροφορίες και ιστορικές μεταπολεμικές μαρτυρίες από το 1943 μέχρι το 1949 και πρόσφατα γεγονότα του 2005 , 2007.

Η Νίκη παλεύει με τα στοιχειά του παρελθόντος της και ψάχνει να βρει και να δει καθαρά αυτά τα προπατορικά που την πνίγουν. Είναι υπεύθυνος ο πατέρας για τον αφανισμό ελλήνων εβραίων; Μήπως για το θάνατο της μάνας; Είναι φασίστας ο πατέρας;

Φιλοναζιστής ο πατέρας και στυγνός εκμεταλλευτής εκ θέσεως μια και είναι διορισμένος στην, ύποπτη για τις δραστηριότητές της, Υπηρεσία Διαχείρισης Εβραϊκών Περιουσιών.

Εξουσιαστής ο πατέρας, ο πατέρας που εκείνη αγαπά, που πρέπει να αγαπά, γιατί αυτή είναι το παιδί του, το παιδί που ανατρέφει αυτός και εξουσιάζει και η εξουσία του φτάνει μέχρι την ασέλγεια, όχι δεν την κακοποιεί σεξουαλικά απλά τρίβεται πάνω της μέχρι εκσπερματισμού και το παιδί απλά υπομένει και παραβλέπει... μα βλέπετε είναι παΤέρας.

Ειρωνεία της τύχης να την κουράρει ο εβραίος ψυχίατρος Δαβίδ Καπόν, συγχρόνως όμως να την προπονεί ο ανατολικογερμανός προπονητής Κουρτ Βάλζερ με τον οποίο έχει και σεξουαλική σχέση. Η προπόνηση της είναι απαραίτητη γιατί θέλει να γίνει πρωταθλήτρια στο άλμα εις μήκος, γιατί έτσι ακριβώς ονειρευόταν για κείνη ο πατέρας.

Ανάμεσα στις προσωπικές του αντιφάσεις και ο ήρωας της ιστορίας και εραστής της Νίκης· γιατί τόσο βάρος στις πλάτες από τα παιδικάτα του; Μήπως για τον νεκρό αριστερό πατέρα του; Και ποια η δράση του στον εμφύλιο;

Το ολοκαύτωμα στο πανέμορφο κομμάτι της Πελοποννήσου το καλοκαίρι του 2007 κατέστρεψε και το μοναδικό κτήμα, κατά το ήμισυ με τον αδελφό του, που κληρονόμησε στην Ολυμπία. Εκεί όμως ξεθάβονται ανθρώπινοι σκελετοί και συνάμα φανερώνεται κομμάτι της τρομακτικής εμφύλιας ιστορίας του τόπου, όπου έχει σχέση και ο νεκρός πατέρας... άραγε το παζλ θα τελειώσει ποτέ;

Αναρωτιέται αν είναι σίγουρα ερωτευμένος μ’ αυτό το λιπόσαρκο πλάσμα κι αν το αγαπά. Αν όχι γιατί το κυνηγάει κατά πόδας ακόμα και στο εξωτερικό; γιατί δεν φεύγει; Γιατί τον τρομάζει η εγκυμοσύνη της; Γιατί δεν θέλει ένα παιδί μαζί της; Το σίγουρο είναι ότι το κορμί του αναγνωρίζει πάνω της κάτι το ερωτικά οικείο!. Μα πως έχει ερωτευθεί αυτό το πλάσμα; ρωτούσε έξαλλος τον εαυτό του.

Τώρα που η εγκυμονούσα βρήκε λυτρωτή το θάνατο, πάλι ενοχές; Άραγε οι ενοχές αθωώνουν;

Τελικά κανενός το παρελθόν δε σβήνει, απλά πυροβολεί κι όποιον πάρει το σκοτάδι και το σκοτάδι παίρνει αυτόν που έχει σκεπασμένες παλιές πληγές και ίσως αυτές να χρειάζονται αέρα για την επούλωσή τους.

«ΤΟ ΧΑΡΤΙΝΟ ΣΠΙΤΙ» (μυθιστόρημα) του Κάρλος Μαρία Ντομίνγκες (γεν.1955 Αργεντινή).

Αυτή η έκφραση, «το ρούφηξα, ή το διάβασα με μια ανάσα», δεν μου πηγαίνει. Θα αποφύγω τον κανιβαλισμό, αν θέλετε, της διατύπωσης και θα πω τη γνώμη μου για το συμπυκνωμένο αυτό μυθιστόρημα του Κάρλος Μαρία Ντομίνγκες (πρώτη φορά διαβάζω βιβλίο δικό του). Λοιπόν, το φχαριστήθηκα! Ένας ύμνος για τον χάρτινο κόσμο των γραμμάτων, μια ερωτική ιστορία τόσο μικρή, ένα «φλερτ» καλύτερα δυο ανθρώπων παθιασμένων με τα βιβλία σε αντίστιξη με τον μεγάλο ωκεανό της γνώσης, της σκέψης μέσα από την τέχνη του γραπτού λόγου.

Βιβλία, βιβλία αγαπημένα που το καθένα σαν μια μουσική σου θυμίζει τα παιδικάτα σου, τα νιάτα σου, τους έρωτές σου, τη ζωή, το χωρισμό και τον θάνατο αγαπημένων προσώπων.

Ένα βιβλίο γι’ αυτούς που το αγαπούν, για φιλαναγνώστες, για συλλέκτες σπάνιων βιβλίων, γενικά για όλους που έχουν σχέση (προς το παρόν τουλάχιστον) με έντυπο χαρτί. Εδώ, ας μου επιτραπεί, η ταπεινή μου σκέψη. Άραγε με την ηλεκτρονική μορφή του βιβλίου μπορείς να χτίσεις σπίτι; Μπορείς να πεθάνεις ευτυχής ακριβώς την ώρα που διαβάζεις ένα ποίημα της Έμιλυ Ντίκινσον και σε ανυψώνει στα αστέρια; Μπορείς ως περιπατητής να περιδιαβαίνεις διαβάζοντας τις ράχες των βιβλίων με τους τίτλους και συγγραφείς τους ή την περίληψη στα οπισθόφυλλα; Ακόμα ακόμα και την ευχαρίστηση των χεριών σου στο ξεφύλλισμά τους; Τέλος μπορεί να σε τρελάνουν; Μπορεί να σε σκοτώσουν; Θυμάστε τους παλιότερους που έλεγαν αυτός είναι κομμάτι σαλεμένος από τα πολλά γράμματα; Στο μυθιστόρημα ναι όλα είναι εφικτά, αφού ο γηραιός καθηγητής ξένων γλωσσών Λ. Γουντ έμεινε παράλυτος, όταν προσγειώθηκαν στο κεφάλι του πέντε τόμοι εγκυκλοπαίδειας Μπριτάνικα, πέφτονας από ένα ράφι της βιβλιοθήκης του. Επίσης όπως συνεχίζει να μας λεει ο αφηγητής της ιστορίας, ο φίλος μου ο Ρίτσαρντ έσπασε το πόδι του όταν, προσπαθώντας να φτάσει το Αβεσσαλώμ, Αβεσσαλώμ του Ουίλιαμ Φόκνερ που ήταν στραβά τοποθετημένο σ’ ένα ράφι, έπεσε από τη σκάλα., κλπ., κλπ..

Όλη ιστορία εξελίσσεται όταν ένα αυτοκίνητο σκότωσε την Μπλούμα Λέννον σε μια διασταύρωση όταν εκείνη διαβάζοντας έφτανε στο δεύτερο σονέτο Ποιημάτων της Ντίκινσον.

Όμως το μυστήριο αρχίζει όταν στο όνομα της αδικοχαμένης Μπλούμα φτάνει ένα αντίτυπο σε ελεεινή κατάσταση, πασαλειμμένο με ίχνη οικοδομικών κονιαμάτων του αριστουργήματος «Γραμμή Σκιάς» του συγγραφέα Τζόζεφ Κόνραντ (1857-1924 Αγγλία).

Ο αντικαταστάτης του γραφείου της στον Τομέα Ισπανικών Γλωσσών του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ, πρώην εραστής της και αφηγητής της ιστορίας, παραξενεύεται μ’ αυτό το βιβλίο, σταλμένο από την Ουρουγουάη, και ανασηκώνοντας το εξώφυλλο με τα δάχτυλα είδε μια αφιέρωση με τα γνωστά γράμματα της άτυχης Μπλούμα και διάβασε: «στον Κάρλος, σε ανάμνηση των τρελών ημερών του Μοντερρέυ, το μυθιστόρημα που με συνόδευσε από αεροδρόμιο σε αεροδρόμιο. Λυπάμαι που είμαι λιγάκι μάγισσα και το κατάλαβα αμέσως: ποτέ δε θα ‘κανες κάτι που θα μπορούσε να με ξαφνιάσει. 8 Ιουνίου 1996».

Ταξίδι, λοιπόν, Αγγλία, Αργεντινή, Ουρουγουάη, για πληροφορίες σχετικές με τον αποστολέα του βιβλίου, περιδιάβαση και αναφορές σε Αργεντινούς και μη συγγραφείς, ποιητές και ζωγράφους, (όπως Μπόρχες, Κασαρες, Λόντον, Νερούντα, Μάρκες, Λιόσα, κ.α.), μέχρι την απίστευτη κατάληξη του ταξιδιού που ήταν η ανακάλυψη ενός κατεστραμμένου θησαυρού εκατοντάδων χιλιάδων σπάνιων βιβλίων, που ο ίδιος ο ιδιοκτήτης τους έχασε το νου του για ένα πάθος χωρίς όρια, για μια αλαζονική λαιμαργία συνάθροισης, μέχρι που έχασε αρχεία και αριθμούς· όμως ο αυτόβουλος κατατρεγμός του τον οδήγησε στη Λα Παλόμα, αφού έκανε ένα κοπιαστικό ταξίδι (πάνω από διακόσια χιλιόμετρα) να φτάσει, μεταφέροντας τα βιβλία σε πολλά κλειστά φορτηγά και σε μια λωρίδα άμμου ανάμεσα σε λίμνη και θάλασσα έχτισε μ’ αυτά το σπίτι του· όμως έφτανε μια μόνο πνοή παρηγορητικού έρωτα με τη φράση «ποτέ δε θα ‘κανες κάτι που θα μπορούσε να με ξαφνιάσει. 8 Ιουνίου 1996», να τον κάνει να γκρεμίσει ένα σπάνιο οικοδόμημα καμωμένο από παγκόσμια σκέψη, στωικισμό, αφοσίωση, εργατικότητα και σθένος ψυχικό αυτών που τα έγραψαν, αυτών που τα διάβασαν και τα αγάπησαν, για να βρει αυτό που πράγματι άξιζε να την ξαφνιάσει και ας ήταν το αγκωνάρι του σπιτιού του!....